Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, όπου πλειοψηφούν οι συντηρητικοί, κατάφερε πλήγμα στους ομοσπονδιακούς δικαστές και δικαίωσε εν μέρει τον Αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, περιορίζοντας την εξουσία του δικαστικού σώματος να μπλοκάρει σε πανεθνική κλίμακα τις αποφάσεις της κυβέρνησης που οι δικαστές θεωρούν παράνομες.
Η υπόθεση που εξέταζε το Ανώτατο Δικαστήριο αφορούσε το δικαίωμα σε όσους γεννιούνται στις ΗΠΑ να αποκτούν αυτόματα την ιθαγένεια. Με έξι ψήφους υπέρ (οι συντηρητικοί δικαστές) έναντι τριών κατά (οι προοδευτικοί), έκρινε ότι οι «καθολικές» αποφάσεις που εκδίδουν οι ομοσπονδιακοί δικαστές, αυτές δηλαδή που ισχύουν σε πανεθνικό επίπεδο «υπερβαίνουν πιθανότατα τις εξουσίες που έχει χορηγήσει το Κογκρέσο στα ομοσπονδιακά δικαστήρια».
«Όταν ένα δικαστήριο συμπεραίνει ότι η εκτελεστική εξουσία ενήργησε παρανόμως, η απάντηση του δικαστηρίου δεν μπορεί να είναι να υπερβεί και αυτό τις εξουσίες του» ανέφερε στο σκεπτικό της πλειοψηφίας η συντηρητική δικαστής Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ.
Ο Τραμπ χαρακτήρισε μεγάλη νίκη την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Ο Τραμπ χαιρέτισε αμέσως την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου χαρακτηρίζοντάς την «τεράστια νίκη» και ανακοίνωσε ότι θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου για το θέμα.
Το Δικαστήριο ωστόσο δεν εξέδωσε απόφαση περί της συνταγματικότητας ή μη του προεδρικού διατάγματος του Τραμπ που ακύρωνε το «δίκαιο του εδάφους», δηλαδή την απόκτηση ιθαγένειας απ’ όσους γεννιούνται σε αμερικανικό έδαφος, ανεξαρτήτως του μεταναστευτικού καθεστώτος τους.
Στις 20 Ιανουαρίου, αμέσως μετά την ορκωμοσία του, ο Τραμπ υπέγραψε διάταγμα που καταργούσε το «δίκαιο του εδάφους», υποστηρίζοντας ότι στόχος του είναι να καταπολεμήσει την παράτυπη μετανάστευση. Όλα τα ομοσπονδιακά Πρωτοδικεία και Εφετεία που ασχολήθηκαν με την υπόθεση στη συνέχεια χαρακτήρισαν αντισυνταγματικό το διάταγμα.
Η κυβέρνηση Τραμπ προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας του όχι να άρει την αναστολή εφαρμογής του διατάγματος αλλά να την περιορίσει αποκλειστικά και μόνο στα πρόσωπα που είχαν προσφύγει στη δικαιοσύνη.
Το δίκαιο του εδάφους εφαρμόζεται εδώ και περισσότερα από 150 χρόνια, είναι κατοχυρωμένο από τη 14η τροπολογία του Συντάγματος και ορίζει ότι όποιο παιδί γεννιέται στις ΗΠΑ γίνεται αυτομάτως Αμερικανός πολίτης.
Διάταγμα Τραμπ απαγορεύει την έκδοση διαβατηρίων σε παιδιά παράνομων μεταναστών
Το διάταγμα του Τραμπ απαγόρευε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να εκδίδει διαβατήρια, πιστοποιητικά ιθαγένειας ή άλλα έγγραφα στα παιδιά των οποίων οι μητέρες ζουν παράτυπα ή προσωρινά στις ΗΠΑ και των οποίων ο πατέρας δεν είναι Αμερικανός πολίτης ή μόνιμος κάτοικος της χώρας, δηλαδή δεν είναι κάτοχος «πράσινης κάρτας».
Η 14η τροπολογία υιοθετήθηκε το 1868, μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και την κατάργηση της δουλειάς, ώστε να αποκτήσουν δικαιώματα οι πρώην σκλάβοι και οι απόγονοί τους.
Διαδοχικές κυβερνήσεις, ρεπουμπλικανικές και δημοκρατικές, συχνά εξέφραζαν δυσαρέσκεια για το δικαστικό σύστημα, αφού ένας και μόνο ομοσπονδιακός δικαστής μπορούσε να μπλοκάρει σε πανεθνικό επίπεδο την πολιτική τους σε οποιοδήποτε θέμα, είτε αυτό αφορούσε την άμβλωση, τη μετανάστευση ή τα φοιτητικά δάνεια.
Η σημερινή απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα μπορούσε να έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις για όλες τις δικαστικές υποθέσεις στις οποίες έχει εμπλακεί η κυβέρνηση Τραμπ, αλλά και τις επόμενες κυβερνήσεις των ΗΠΑ.
Υπολογίζεται ότι περισσότερα από 150.000 νεογέννητα ετησίως δεν θα μπορούν πλέον να αποκτήσουν αμερικανική ιθαγένεια. Εναντίον του διατάγματος είχαν προσφύγει οι Δημοκρατικοί γενικοί εισαγγελείς 22 Πολιτειών, οργανώσεις που προασπίζονται τα δικαιώματα των μεταναστών και έγκυες μετανάστριες.