Καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να παρουσιάσει στις 16 Ιουλίου τη στρατηγική της για τον επόμενο 7ετή προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το περίφημο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), ένα διπλωματικό επεισόδιο στη Λιβύη ήρθε να τονίσει τα όρια και τις προκλήσεις της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, ιδίως όταν αυτή συνδέεται με τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, με την Αθήνα να επιχειρεί να διαμορφώσει τη στρατηγική της.
Η παρουσία του Επιτρόπου Μετανάστευσης Μάγκνους Μπρούννερ στη Λιβύη συνοδευόμενου από υπουργούς Ελλάδας, Ιταλίας και Μάλτας μετατράπηκε σε κρίση, όταν ο στρατάρχης Χαλίφα Χάφταρ αρνήθηκε να δεχθεί κατ’ ιδίαν συνάντηση και απαίτησε τη συμμετοχή και άλλων αξιωματούχων της ανατολικής διοίκησης. Η άρνηση της ευρωπαϊκής αποστολής να συμμορφωθεί οδήγησε σε ακύρωση της συνάντησης και, τελικώς, σε απομάκρυνση του Επιτρόπου — μια δυσάρεστη υπενθύμιση των δυσκολιών συνεργασίας με διαιρεμένα καθεστώτα που ωστόσο διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στο μεταναστευτικό.
Το συμβάν έρχεται τη στιγμή που στις Βρυξέλλες διαμορφώνεται μια νέα προσέγγιση απέναντι στην εξωτερική βοήθεια: σύμφωνα με έγγραφα που διέρρευσαν στον Τύπο, το σχέδιο της Επιτροπής για το νέο ΠΔΠ προβλέπει τη σύνδεση της χρηματοδότησης με συγκεκριμένα ανταλλάγματα — και συγκεκριμένα, τη δέσμευση τρίτων χωρών, κυρίως αφρικανικών, να περιορίσουν τη μεταναστευτική πίεση προς την Ευρώπη, αναφέρει το Politico.
Το σχετικό κείμενο αναφέρει: «Απαιτείται μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ μεταναστευτικής πολιτικής, εξωτερικής πολιτικής και ασύλου, ώστε η εξωτερική βοήθεια της Ένωσης να στηρίζει τους εταίρους στη διαχείριση της μετανάστευσης με πιο αποτελεσματικό τρόπο».
Όπως αποκαλύπτεται στο έγγραφο, το σχέδιο προβλέπει ρητή σύνδεση της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής βοήθειας προς φτωχότερες χώρες με απτά αποτελέσματα στον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών προς την ΕΕ.
Η πρόταση αντικατοπτρίζει τη στροφή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς μια πιο αυστηρή στάση στο μεταναστευτικό, υπό την πίεση της κεντροδεξιάς και δεξιόστροφων πολιτικών δυνάμεων που ενίσχυσαν τη θέση τους στις ευρωεκλογές του προηγούμενου έτους. Η νέα αυτή προσέγγιση συντάσσεται με τις πολιτικές ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου, που χρησιμοποιούν την εξωτερική βοήθεια ως μοχλό πίεσης για την εξυπηρέτηση εσωτερικών πολιτικών στόχων.
Εν ολίγοις, πρόκειται για μια «πιο αυστηρή» ευρωπαϊκή προσέγγιση, που αποσκοπεί στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των κονδυλίων. Αλλά και στην ιδέα ότι εάν υιοθετήσουμε τη ρατσιστική πολιτική της ακροδεξιάς τότε αυτό θα φέρει αποτέλεσμα στην αναχαίτιση της ανόδου της άκρας δεξιάς σε κράτη μέλη, μέσω της σκληρότερης ρητορικής και πολιτικής στο μεταναστευτικό. Κάτι που έχει ήδη αποδειχθεί αναποτελεσματικό, αφού φέρνει στην πράξη το αντίθετο αποτέλεσμα ενισχύοντας την ακροδεξιά.
Η Κομισιόν στο δόγμα Τραμπ: “Πρώτα η Ευρώπη”
Πρόκειται για μια ευρωπαϊκή εκδοχή του δόγματος “πρώτα η Ευρώπη”, που θυμίζει σε πολλούς επικριτές της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν – κυρίως από τον κεντροαριστερό χώρο – τη ρητορική Τραμπ, όπου η βοήθεια μετατρέπεται σε μέσο πίεσης και ανταποδοτικότητας, σχολιάζει το Politico.
Όμως, αυτή η δεξιά πολιτική στροφή ήδη προκαλεί αντιδράσεις. Τα αριστερά και πράσινα κόμματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκφράζουν έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στην Πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την οποία κατηγορούν ότι υιοθετεί τη ρητορική της δεξιάς, τόσο στο μεταναστευτικό όσο και στην περιβαλλοντική πολιτική. Η ένταση εντείνεται από το γεγονός ότι το Ευρωκοινοβούλιο καλείται εντός των ημερών να κρίνει εκ νέου την εμπιστοσύνη του προς την Προεδρία της.
Σε μία εβδομάδα, στις 16 Ιουλίου, η Κομισιόν θα παρουσιάσει την πρότασή της για τον επόμενο 7ετή προϋπολογισμό της ΕΕ. Ήδη, όμως, διαφαίνεται μια σαφής κατεύθυνση, μέσα από δημόσιες δηλώσεις επιτρόπων και διαρροές: οι Βρυξέλλες δεν σκοπεύουν πλέον να συνεχίσουν να μοιράζουν δισεκατομμύρια ευρώ χωρίς απτά ανταλλάγματα.
Το νέο σχέδιο προβλέπει ριζική αναμόρφωση της διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας και σύνδεσή της με μεταναστευτικούς όρους. Σύμφωνα με έγγραφο που διέρρευσε στο Politico, οι αφρικανικές χώρες θα πρέπει να αποδείξουν ότι περιορίζουν τη ροή μεταναστών προς την Ε.Ε., αν επιθυμούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν χρηματοδοτήσεις από τις Βρυξέλλες.
Τα κονδύλια στη Λιβύη για τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών στην Ευρώπη
Εν τω μεταξύ, η Λιβύη παραμένει στρατηγικός κρίκος στο σύστημα ελέγχου των ροών προς την Ευρώπη. Από το 2014, η Ε.Ε. έχει διαθέσει περίπου 150 εκατ. ευρώ σε γενική βοήθεια προς τη χώρα και επιπλέον 465 εκατ. ευρώ ειδικά για δράσεις στον τομέα της μετανάστευσης και της στήριξης εκτοπισμένων.
Το πρόσφατο φιάσκο αποδεικνύει πως ακόμα και οι πιο γενναιόδωρες χρηματοδοτήσεις δεν εγγυώνται πολιτική επιρροή ή σταθερή συνεργασία.
Με τη μεταναστευτική πίεση να αυξάνεται και σε χώρες όπως η Ελλάδα — με συνεχή αφίξεις στην Κρήτη και στα νότια νησιά — δεν αποκλείεται ορισμένα κράτη-μέλη να επιλέξουν διμερείς συμφωνίες με χώρες της Βόρειας Αφρικής, παρακάμπτοντας το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Η κρίση στη Λιβύη, ενόψει της παρουσίασης του νέου προϋπολογισμού, καταδεικνύει την ανάγκη για μια πιο ρεαλιστική και ευέλικτη εξωτερική στρατηγική από πλευράς ΕΕ, σημειώνει το Politico, με λιγότερες προσδοκίες και μεγαλύτερη διπλωματική προνοητικότητα.
Πετρελαϊκοί κολοσσοί επιστρέφουν στη Λιβύη και κλείνουν deal
Την ίδια ώρα πετρελαϊκοί κολοσσοί κλείνουν deal στη Λιβύη. Οι πετρελαϊκές πολυεθνικές BP και Shell υπέγραψαν συμφωνίες με τη Λιβύη για την αξιολόγηση νέων ενεργειακών ευκαιριών, καθώς οι διεθνείς πετρελαϊκοί όμιλοι επιταχύνουν την επιστροφή τους στη χώρα της Βόρειας Αφρικής, περισσότερο από μια δεκαετία μετά την κατάρρευσή της στον εμφύλιο πόλεμο, μεταδίδουν οι Financial Times.
Η Λιβύη, με τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς της Αφρικής, αλλά έχει πληγεί από χρόνια υποεπένδυση, καθώς πολλές διεθνείς εταιρείες αποσύρθηκαν λόγω των συγκρούσεων που ακολούθησαν την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι το 2011.
Η χώρα παραμένει διχασμένη ανάμεσα στη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης στα δυτικά και τη διοίκηση της ανατολικής Λιβύης υπό τον φιλορώσο στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ. Παρ’ όλα αυτά, εταιρείες όπως η Eni, η OMV και η Repsol επανεκκίνησαν πέρυσι τις ερευνητικές τους δραστηριότητες, σηματοδοτώντας τη σταδιακή επιστροφή των διεθνών ενεργειακών επενδυτών.
Η BP ανακοίνωσε την Τρίτη την υπογραφή μνημονίου συνεργασίας με την Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου της Λιβύης (NOC), με σκοπό την αξιολόγηση της δυνατότητας επαναλειτουργίας των μεγάλων πετρελαϊκών πεδίων Sarir και Messla στη λεκάνη Sirte. Η εταιρεία προγραμματίζει επίσης την επαναλειτουργία του γραφείου της στην Τρίπολη μέχρι το τέλος του έτους.
Από την πλευρά της, η Shell επιβεβαίωσε την υπογραφή παρόμοιου μνημονίου με τη NOC για τη διερεύνηση ευκαιριών σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αν και τα σχέδιά της βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο.