Οι επιπτώσεις του καπνού από δασικές πυρκαγιές αξιολογούνται συνήθως σε σχέση με τη θνησιμότητα, καθώς αυτός περιέχει ρύπους όπως τα μικροσωματίδια PM2,5, που έχουν συνδεθεί με θανάτους και νοσηρότητα. Αυτό που διαπιστώθηκε πρόσφατα είναι ότι είχε υποτιμηθεί δραματικά πόσο επικίνδυνος είναι.
Τα αποτελέσματα εκτενούς μελέτης, που διεξήχθη από το Ινστιτούτο ISGlobal της Βαρκελώνης, δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στο The Lancet Planetary Health.
Οι ερευνητές ανέλυσαν μεγάλα σύνολα δεδομένων από πολλές χώρες, για να εκτιμήσουν πώς επηρεάζεται η υγεία από την έκθεση στον καπνό των δασικών πυρκαγιών.
Διαπίστωσαν ότι τα μικροσωματίδιδα PM2,5 από πυρκαγιές μπορεί να είναι ακόμη πιο επιβλαβή από τα σωματίδια που προέρχονται από τις εκπομπές της κυκλοφορίας στις πόλεις, αναγνωρίζοντας ότι οι κίνδυνοι θνησιμότητας είχαν υποτιμηθεί κατά σχεδόν 100%.
Όπως εξήγησε η Άννα Αλάρι, ερευνήτρια του ISGlobal και συγγραφέας της μελέτης, «η αυξανόμενη συχνότητα και ένταση των δασικών πυρκαγιών καθιστά επιτακτική τη βελτίωση των εκτιμήσεων θνησιμότητας από τα PM2,5 για να παρακολουθούμε καλύτερα αυτήν την απειλή σχετιζόμενη με την κλιματική αλλαγή».
Υποτιμήθηκαν οι κίνδυνοι του καπνού από πυρκαγιές
Οι ερευνητές αντιμετώπισαν αυτήν τη διαρκώς αυξανόμενη απειλή για την ανθρωπότητα αξιοποιώντας δεδομένα από το έργο EARLY-ADAPT, που περιλαμβάνει ημερήσια στοιχεία θνησιμότητας σε 654 συνεχόμενες περιοχές σε 32 ευρωπαϊκές χώρες, καλύπτοντας έναν πληθυσμό 541 εκατομμυρίων ανθρώπων, σύμφωνα με ανακοίνωση τύπου.
Συνδύασαν αυτά τα δεδομένα με ημερήσιες εκτιμήσεις PM2,5 από πυρκαγιές και μη πυρκαγιές για την περίοδο 2004–2022. Για να αναλύσουν καλύτερα τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις του καπνού από δασικές πυρκαγιές στη θνησιμότητα, έπρεπε να λάβουν υπόψη ότι τα προβλήματα υγείας μπορεί να μην εμφανιστούν αμέσως, γι’ αυτό διεύρυναν το πεδίο τους για να αξιολογήσουν όλους τους θανάτους από όλες τις αιτίες, συμπεριλαμβανομένων των αναπνευστικών και καρδιαγγειακών.
Επτά ημέρες μετά την έκθεση σε αυτές τις επιβλαβείς χημικές ουσίες παρατήρησαν ότι αυξανόταν ο κίνδυνος θανάτου σε σοκαριστικό βαθμό. Για κάθε αύξηση ενός μικρογραμμαρίου ανά κυβικό μέτρο (1 µg/m³) στη συγκέντρωση PM2,5, η θνησιμότητα από όλες τις αιτίες αυξήθηκε κατά 0,7%, η θνησιμότητα από αναπνευστικά νοσήματα κατά 1% και η θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα κατά 0,9%.
Η βραχυχρόνια έκθεση στον καπνό ευθυνόταν κατά μέσο όρο για 535 θανάτους από όλες τις αιτίες, εκ των οποίων 31 από αναπνευστικές παθήσεις και 184 από καρδιαγγειακά αίτια.
Η πραγματική θνησιμότητα είναι 14 φορές υψηλότερη
Η μελέτη έδειξε επίσης τον πιο αποτελεσματικό τρόπο μέτρησης της επίπτωσης των σχετικών ρύπων: προσαρμόζοντας τα δεδομένα κινδύνου στον συγκεκριμένο τύπο και πηγή του ρύπου.
Όπως κατέληξε η Άννα Αλάρι, «η βελτίωση των εκτιμήσεων της θνησιμότητας από PM2,5 λόγω δασικών πυρκαγιών θα βοηθήσει στην καλύτερη παρακολούθηση αυτής της απειλής για τη δημόσια υγεία και που σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή».