Σε μια -ακόμα- νέα πίστα εισέρχεται το καλώδιο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ Great Sea Interconnector (GSI), που κινείται πλέον μεταξύ των προσδοκιών για δυνητικό ενδιαφέρον νέων επενδυτών που «φωτογράφισαν» με τις επίσημες δηλώσεις τους ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, και της αβεβαιότητας που προκύπτει από την επανεξέταση των βασικών οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου, που συνδέεται με το παραπάνω ενδιαφέρον και τίθεται ως προαπαιτούμενο για την εκδήλωσή του.
Στο πλαίσιο αυτό, η αισιόδοξη ανάγνωση των εξελίξεων που έρχονται στον απόηχο της P-TEC (που σηματοδότησε το δυναμικό comeback των Αμερικανών στα ενεργειακά πράγματα της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου) και της παράλληλης ενεργοποίησης εκ νέου του σχήματος 3+1 Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ και της εντονότερης εμπλοκής του αμερικανικού παράγοντα στα ενεργειακά πράγματα της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Ανατολικής Μεσογείου κάνει λόγο για προσπάθεια υπέρβασης των αδιεξόδων που ταλανίζουν εδώ και καιρό το σκέλος Ελλάδας – Κύπρου, βυθίζοντάς το σε μια «θάλασσα» αβεβαιότητας. Υπέρβαση που επιχειρείται μέσω ενός restart, διά του οποίου επιδιώκεται από Αθήνα και Λευκωσία -που επιχειρούν να ευθυγραμμιστούν εκ νέου μετά τις αρρυθμίες και τα αντικρουόμενα μηνύματα του τελευταίου διαστήματος- να εισέλθουν στο έργο ισχυροί ξένοι επενδυτές.
Αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος της αμερικανικής DFC και στο βάθος Ισραήλ
Πηγές με γνώση των διεργασιών κάνουν λόγο για αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος της κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας των ΗΠΑ Development Finance Corporation (DFC). Πρόκειται για έναν φορέα που όχι μόνο είναι… παλιός γνώριμος του έργου (καθώς είχε εκδηλώσει αρχικό ενδιαφέρον μέσω Letter of Intent την άνοιξη του 2024, που «πάγωσε» στη συνέχεια), αλλά και θεωρείται σημαντική συνιστώσα του ευρύτερου σχεδιασμού των ΗΠΑ για χρηματοδοτική στήριξη των μεγάλων projects που θεωρούνται κρίσιμες για την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή, από τους αγωγούς και τα τερματικά που θα στηρίξουν την επιδιωκόμενη «πλημμυρίδα» αμερικανικού LNG έως λιμάνια και εμπορευματικά κέντρα.
Σε αυτήν τη μεγάλη εικόνα εντάσσεται και ο GSI, που, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας του Ισραήλ, Ελί Κοέν, αποτελεί μέρος του οράματος Τραμπ για τον μεγάλο διάδρομο ενέργειας και υποδομών IMEC, που ξεκινά από την Ινδία, διέρχεται από το Ισραήλ και καταλήγει στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας και μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική τόσο στους δρόμους της ενέργειας που περνούν από τη Ρωσία και το Ιράν όσο και στο κινεζικής έμπνευσης One Belt, One Road. Σε αυτό το κάδρο οι ίδιες πηγές αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενδιαφέροντος και από το Ισραήλ, κάτι που ενδεχομένως να συνδέεται και με την πρόσφατη πρόταση διά στόματος κ. Κοέν να δοθεί προτεραιότητα στο σκέλος Κύπρου – Ισραήλ.
Επόμενο βήμα, η ανάθεση των νέων μελετών σε οίκο εγνωσμένου κύρους
Σε κάθε περίπτωση, πηγές σημειώνουν ότι έχει δημιουργηθεί ένα καινούργιο τοπίο, που δημιουργεί προϋποθέσεις επανεκκίνησης του έργου. Και το επόμενο βήμα προς τη νέα αυτήν κατεύθυνση θα είναι, όπως δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου, Γιώργος Παπαναστασίου, η ανάθεση το ταχύτερο δυνατόν της μελέτης σε οίκο που θα είναι αποδεκτός από τις διεθνείς αγορές, ώστε -μεταξύ άλλων- να αρθούν και οι αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του έργου που είχαν εκδηλωθεί από κύκλους στη Λευκωσία.
Και κάπου εδώ ξεκινούν και τα ερωτήματα που εγείρονται όσον αφορά το τι σημαίνει πρακτικά η «επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου», όπως ήταν η -ταυτόσημη- διατύπωση που χρησιμοποίησαν οι κ. Μητσοτάκης και Χριστοδουλίδης. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι παραπέμπει στην εκπόνηση εκ νέου των βασικών μελετών του έργου, όπως π.χ. τη Μελέτη Κόστους Οφέλους (CBA), καθώς και των παραδοχών για το κόστος του και την απόδοση της επένδυσης. Μια διαδικασία που, πέραν του ότι απαιτεί αρκετό χρόνο, αφετέρου δημιουργεί έντονη αβεβαιότητα για το πού βρίσκεται το GSI αυτήν τη στιγμή. «Το γαλλικό fund Meridiam, που εμφανίστηκε στο τέλος του 2024 και εξέφρασε ενδιαφέρον για είσοδο στο μετοχικό κεφάλαιο του GSI, δεν ζήτησε επικαιροποίηση των στοιχείων του έργου», υπενθυμίζει παράγοντας με γνώση των διεργασιών, προσθέτοντας ότι οι εξελίξεις παραπέμπουν σε άρση της πίεσης προς την πλευρά της Κύπρου (η οποία είχε κλιμακωθεί το τελευταίο διάστημα) να επιλύσει μια σειρά ρυθμιστικών εκκρεμοτήτων που θεωρούνταν απαραίτητες για την υλοποίηση του έργου, αρχής γενομένης από την καταβολή του ποσού των 25 εκατ. ευρώ για το φετινό έτος, που προβλέπεται από τη διακρατική συμφωνία Αθήνας και Κύπρου. Τώρα το πιθανότερο σενάριο είναι ότι η επίλυση των εκκρεμοτήτων αυτών θα μπει και επισήμως «στον πάγο», εν αναμονή των νέων μελετών και των νέων επενδυτών.
Διαβάστε περισσότερα στο energygame.gr