Η ραγδαία άνοδος της δημοφιλίας των ηλεκτρικών κινεζικών οχημάτων δεν φαίνεται να είναι τόσο τυχαία, ή προϊόν μόνο τεχνολογικής προόδου της μεγάλης ασιατικής χώρας όπως όλα δείχνουν, σύμφωνα με πληροφορίες από το Bloomberg και κινεζικές κρατικές αρχές.
Μεγάλα ερωτηματικά για τη διαχείριση των κρατικών επιδοτήσεων στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων της Κίνας προκαλεί πρόσφατος κρατικός έλεγχος, που αποκάλυψε ότι επιδοτήσεις ύψους 111 εκατομμυρίων ευρώ δόθηκαν σε αυτοκινητοβιομηχανίες που δεν πληρούσαν τα απαιτούμενα κριτήρια.
Η BYD και η Chery, δύο από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές ηλεκτρικών και υβριδικών οχημάτων στην Κίνα, κατηγορούνται ότι έχουν λάβει παράνομα σημαντικά ποσά στο πλαίσιο του κρατικού προγράμματος επιδοτήσεων, το οποίο είχε στόχο την τόνωση της ζήτησης και την ενίσχυση της τοπικής παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον οχημάτων.
Ο έλεγχος κάλυψε την περίοδο 2016 έως 2020 και εντόπισε ότι περίπου 864 εκατομμύρια γουάν (111 εκατ. ευρώ) καταβλήθηκαν σε εταιρείες, χωρίς να πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Η Chery, για παράδειγμα, φέρεται να εισέπραξε περίπου 33 εκατ. ευρώ για περίπου 8.860 ηλεκτρικά και υβριδικά οχήματα που δεν πληρούσαν τις προδιαγραφές επιδότησης.
Η κινεζική BYD έλαβε περίπου 20 εκατ. ευρώ για 4.900 αυτοκίνητα, τα οποία σύμφωνα με την έκθεση δεν ήταν επιλέξιμα για κρατική επιδότηση. Προς το παρόν δεν έχει γίνει γνωστό αν τα ποσά αυτά έχουν επιστραφεί ή αν έχουν αφαιρεθεί από μελλοντικές πληρωμές, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Bloomberg.
Σύστημα ευάλωτο σε παρανομίες και εικονικές πωλήσεις
Η Κίνα ξεκίνησε το φιλόδοξο πρόγραμμα επιδοτήσεων για την ηλεκτροκίνηση στις αρχές της δεκαετίας του 2010, προσφέροντας έως και 60.000 γουάν ανά όχημα (περίπου 8.400 δολάρια ή 7.700 ευρώ). Οι επιδοτήσεις δίνονταν απευθείας στους κατασκευαστές, οι οποίοι με τη σειρά τους μπορούσαν να μειώσουν τις τιμές για τους καταναλωτές.
Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, το σύστημα ήταν ευάλωτο σε καταχρήσεις. Μόνο το 2016, περισσότερες από 30 εταιρείες κατηγορήθηκαν ότι διεκδίκησαν παράνομα 9,3 δισ. γουάν (περίπου 1,3 δισ. δολάρια ή 1,2 δισ. ευρώ) σε επιδοτήσεις.
Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει αρχίσει να επιβάλλει περιορισμούς και να παρακολουθεί πιο στενά την αγορά, ζητώντας από τις εταιρείες να σταματήσουν τον «πόλεμο τιμών» και να αποφεύγουν πρακτικές τεχνητής διόγκωσης των πωλήσεων μέσω πλαστογραφήσεων και εικονικών στοιχείων.
Πλαστές πωλήσεις μέσω αντιπροσώπων
Μια διαδεδομένη πρακτική, που επίσης έχει προκαλέσει αντιδράσεις, αφορά τη μαζική πώληση οχημάτων σε αντιπροσώπους, οι οποίοι στη συνέχεια τα εγγράφουν ως νέες πωλήσεις, για να ενισχυθούν τα εμπορικά αποτελέσματα της εταιρείας. Αυτά τα αυτοκίνητα καταλήγουν τελικά να πωλούνται ως “μεταχειρισμένα μηδενικών χιλιομέτρων”, πρακτική που νοθεύει τα στοιχεία της αγοράς και δημιουργεί στρεβλώσεις.
Η Κίνα έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη στην παραγωγή και τις πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων, έχοντας επενδύσει πάνω από 210 δισ. ευρώ στον τομέα την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο, τα ευρήματα του ελέγχου δείχνουν ότι ένα μέρος αυτής της εντυπωσιακής ανάπτυξης βασίστηκε σε κακοδιαχείριση και καταχρήσεις δημόσιου χρήματος.
Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη διευκρινίσει αν και πότε θα απαιτήσει την επιστροφή των επιδοτήσεων που δόθηκαν παρανόμως, ενώ καμία από τις εμπλεκόμενες εταιρείες δεν έχει προβεί σε επίσημη δήλωση για τις αποκαλύψεις.
Πρόκειται για μια εξέλιξη που ενδέχεται να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα θα στηρίξει στο μέλλον τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση, με αυστηρότερη εποπτεία και ελέγχους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι επιδοτήσεις θα καταλήγουν εκεί που πραγματικά πρέπει.