Τρόπους για να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο την ποιότητά τους αναζητούν τα Πανεπιστήμια της χώρας, προκειμένου να αυξήσουν την ετήσια επιχορήγησή τους. Ερευνητική δραστηριότητα, αριστεία στην έρευνα, υψηλές επιδόσεις του επιστημονικού προσωπικού, η διασύνδεση με την κοινωνία και την αγορά εργασίας, η αξιοποίηση της παραγόμενης γνώσης, η διεθνοποίηση και η ποιότητα του πανεπιστημιακού περιβάλλοντος, αποτελούν δείκτες που αυξάνουν τη χρηματοδότησή τους, οδηγώντας, ως εκ τούτου, και στην αναβάθμιση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη χώρα.
Το σύστημα χρηματοδότησης των ΑΕΙ άλλαξε με τον νόμο 4653/2020 και η ετήσια χρηματοδότησή τους βασίζεται στη μοριοδότηση των ΑΕΙ, όχι μόνο με αντικειμενικά κριτήρια (π.χ. αριθμός φοιτητών και προσωπικό), αλλά και με ποιοτικά. Ετσι, με βάση τη μοριοδότηση με αντικειμενικά κριτήρια κατανέμεται το 70% της χρηματοδότησης προς τα ΑΕΙ, η οποία καλύπτει λειτουργικές ανάγκες. Το υπόλοιπο 30% της χρηματοδότησης κατανέμεται με βάση ποιοτικά κριτήρια, τα οποία αξιολογούνται κάθε χρόνο από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο αρμόδιος υφυπουργός Παιδείας, Νίκος Παπαϊωάννου, καθόρισε για φέτος τα κριτήρια και τους δείκτες ποιότητας για την κατανομή της ετήσιας τακτικής επιχορήγησης στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή του 70% της ετήσιας τακτικής επιχορήγησης του υπουργείου Παιδείας στα ΑΕΙ, στα αντικειμενικά κριτήρια περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων: ο αριθμός τμημάτων του Ιδρύματος, ο συνολικός αριθμός ενεργών προπτυχιακών φοιτητών ανά ΑΕΙ και η διάρκεια των προγραμμάτων σπουδών (αριθμός εξαμήνων προπτυχιακής φοίτησης). Υπολογίζεται ο συνολικός αριθμός εξαμήνων προπτυχιακής διδασκαλίας που προσφέρει το Ίδρυμα, θεωρώντας 8, 10, ή 12 εξάμηνα για κάθε 4ετές, 5ετές ή 6ετές ΠΠΣ, αντίστοιχα. Στη συνέχεια υπολογίζεται το ποσοστό του κάθε ΑΕΙ επί του συνόλου των εξαμήνων προπτυχιακής διδασκαλίας για όλη τη χώρα. Ο δείκτης αυτός αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη της κατανομής του διδακτικού φορτίου και των απαιτήσεων σε αίθουσες και διδακτικό προσωπικό ανά Πανεπιστήμιο.
Επίσης, σημαντικό κριτήριο αποτελούν οι απαιτήσεις εργαστηριακού εξοπλισμού των τμημάτων του ΑΕΙ, καθώς επίσης η γεωγραφική διασπορά και το μόνιμο προσωπικό.
Το 30% της τακτικής επιχορήγησης κατανέμεται με ποιοτικά κριτήρια, τα οποία αφορούν θέματα όπως η συνεχής βελτίωση των βασικών ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων του Πανεπιστημίου, η ερευνητική δραστηριότητα, η αριστεία στην έρευνα και οι επιδόσεις του επιστημονικού προσωπικού, η διασύνδεση με την κοινωνία, την αγορά εργασίας και η αξιοποίηση της παραγόμενης γνώσης, η διεθνοποίηση και η ποιότητα του πανεπιστημιακού περιβάλλοντος
Νέα έργα 328,8 εκατ. ευρώ
Την ίδια ώρα, ενίσχυση στην ερευνητική δραστηριότητα των Πανεπιστημίων δίνει η ένταξη νέων έργων συνολικού ύψους 328,8 εκατ. ευρώ, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ 2021-2027, με απόφαση της υπουργού Παιδείας, Σοφίας Ζαχαράκη. Η αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού υπολογίζεται κατά 127,7%. Οι χρηματοδοτήσεις καλύπτουν τρεις άξονες: Πρώτον, παραγωγή εφαρμοσμένης γνώσης μέσω συμπράξεων Πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, δεύτερον, ενίσχυση της εξωστρέφειας μέσω διεθνών μεταπτυχιακών συνεργασιών, και, τρίτον, προμήθεια σύγχρονου ερευνητικού εξοπλισμού για την αναβάθμιση των πανεπιστημιακών υποδομών. Σε αυτούς τους άξονες προστίθενται στοχευμένα έργα του ΕΣΠΑ, που επικεντρώνονται στη διδασκαλία από νέους επιστήμονες, στην πρακτική άσκηση των φοιτητών και στη διοικητική ενίσχυση των ΑΕΙ.
Στο ίδιο πλαίσιο, αυξάνονται τα ενταγμένα έργα στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, εντάχθηκαν 97 συνεργατικά έργα ανάμεσα σε Πανεπιστήμια και επιχειρήσεις με συνολικό προϋπολογισμό 97,2 εκατ. ευρώ, που αφορούν παραγωγή εφαρμοσμένης γνώσης, μεταφορά τεχνογνωσίας, καινοτομία, διασύνδεση έρευνας και αγοράς εργασίας.