Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα αποκτήσει μερίδιο 10% στην Intel βάσει συμφωνίας με τον δοκιμαζόμενο κολοσσό των ημιαγωγών, ανακοίνωσε την Παρασκευή ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, σηματοδοτώντας την πιο πρόσφατη εξαιρετικά παρεμβατική κίνηση της Ουάσινγκτον σε εταιρικές υποθέσεις.
Η μετοχή της Intel σημείωνε άνοδο άνω του 6%, ενώ η εταιρεία αρνήθηκε να σχολιάσει.
Η κίνηση αυτή αποτελεί σαφή αλλαγή πορείας, μόλις λίγες εβδομάδες αφότου ο Τραμπ είχε ζητήσει την παραίτηση του νέου διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας, Λιπ-Μπου Ταν, λόγω των δεσμών του με κινεζικές επιχειρήσεις.
Η εξέλιξη ακολουθεί την κεφαλαιακή ένεση ύψους 2 δισ. δολαρίων από τη SoftBank Group, η οποία ερμηνεύτηκε ως ψήφος εμπιστοσύνης στον αμερικανικό κολοσσό των τσιπ, εν μέσω μιας δύσκολης προσπάθειας ανασυγκρότησης.
Σύμφωνα με αναλυτές, η ομοσπονδιακή στήριξη θα μπορούσε να δώσει στην Intel μεγαλύτερο περιθώριο για να αναζωογονήσει τη ζημιογόνο δραστηριότητα παραγωγής τσιπ. Ωστόσο, η εταιρεία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω αδύναμου τεχνολογικού οδικού χάρτη και δυσκολιών στην προσέλκυση πελατών για τα νέα της εργοστάσια.
Ο Τραμπ, ο οποίος συναντήθηκε με τον CEO της Intel στις 11 Αυγούστου, έχει υιοθετήσει μια άνευ προηγουμένου προσέγγιση σε θέματα εθνικής ασφάλειας.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει πιέσει για κρατικές συνεργασίες στους τομείς των ημιαγωγών και των σπάνιων γαιών, όπως η συμφωνία με την Nvidia και η συνεργασία με την MP Materials, προκειμένου να εξασφαλιστούν κρίσιμα ορυκτά.
Ο Ταν, που ανέλαβε τα ηνία της Intel τον Μάρτιο, έχει αναλάβει να οδηγήσει την ιστορική αμερικανική εταιρεία σε ανάκαμψη. Το 2024 η Intel κατέγραψε ετήσια ζημία 18,8 δισ. δολαρίων – την πρώτη της από το 1986.
Η τελευταία χρονιά κατά την οποία εμφάνισε θετικές προσαρμοσμένες ελεύθερες ταμειακές ροές ήταν το 2021.