Η BP πουλά το 65% της Castrol στην Stonepeak, έναντι 6 δισ.

Η Castrol αποτελεί μία από τις πιο αναγνωρίσιμες μάρκες λιπαντικών παγκοσμίως, με παρουσία σε δεκάδες αγορές και σταθερή κερδοφορία

Πρατήριο της BP © EPA/ANDY RAIN

Η BP προχωρά σε μία από τις πιο εμβληματικές κινήσεις αναδιάρθρωσης των τελευταίων ετών, συμφωνώντας στην πώληση του 65% της Castrol, του ιστορικού της κλάδου λιπαντικών, έναντι 6 δισ. δολαρίων. Η συμφωνία με το επενδυτικό κεφάλαιο Stonepeak αποτιμά συνολικά την Castrol στα 10,1 δισ. δολάρια και εντάσσεται σε έναν ευρύτερο στρατηγικό επαναπροσδιορισμό του βρετανικού ενεργειακού κολοσσού, ο οποίος απομακρύνεται από τη «πράσινη στροφή» των προηγούμενων ετών και επιστρέφει δυναμικά στον πυρήνα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Η Castrol αποτελεί μία από τις πιο αναγνωρίσιμες μάρκες λιπαντικών παγκοσμίως, με παρουσία σε δεκάδες αγορές και σταθερή κερδοφορία. Η απόφαση της BP να εκχωρήσει την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της σηματοδοτεί την πρόθεση της εταιρείας να απελευθερώσει κεφάλαια και να απλοποιήσει τη δομή της. Με τη συναλλαγή αυτή, η BP εξασφαλίζει σημαντική ρευστότητα, ενώ διατηρεί μειοψηφικό ποσοστό 35%, το οποίο έχει τη δυνατότητα να πουλήσει μετά την παρέλευση διετούς περιόδου «lock-up».

Η πώληση της Castrol αποτελεί βασικό κομμάτι του προγράμματος αποεπενδύσεων ύψους 20 δισ. δολαρίων που έχει θέσει η εταιρεία ως στόχο έως το τέλος του 2027. Σύμφωνα με την interim CEO της BP, Κάρολ Χάουλ, με τη συγκεκριμένη συμφωνία έχει ήδη ολοκληρωθεί ή ανακοινωθεί πάνω από το ήμισυ του συνολικού προγράμματος αποεπενδύσεων, ενισχύοντας αισθητά τον ισολογισμό της εταιρείας.

Στροφή στρατηγικής και τέλος στις «πράσινες αυταπάτες»

Η πώληση της Castrol δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός, αλλά μέρος μιας ευρύτερης αλλαγής στρατηγικής. Η BP, που τα προηγούμενα χρόνια είχε επενδύσει σημαντικά στο αφήγημα της ενεργειακής μετάβασης και των ανανεώσιμων πηγών, φαίνεται πλέον να αναθεωρεί ριζικά τη στάση της. Η διοίκηση μιλά ανοιχτά για «επανεκκίνηση» της στρατηγικής, με έμφαση στη μείωση της πολυπλοκότητας και στη συγκέντρωση σε δραστηριότητες όπου η BP διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα.

Αναλυτές εκτιμούν ότι η πίεση από τις αγορές, αλλά και η υποαπόδοση της μετοχής σε σχέση με ανταγωνιστές όπως η Shell και η ExxonMobil, λειτούργησαν καταλυτικά. Όπως σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της BRI Wealth Management, Νταν Μπόρντμαν-Γουέστον, η BP «επιστρέφει στο ψωμί και το βούτυρό της», δηλαδή στην εξερεύνηση και ανάπτυξη κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ισχυρό ενδιαφέρον για την Castrol

Το γεγονός ότι η Castrol προσελκύει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον επιβεβαιώνει τη στρατηγική αξία του περιουσιακού στοιχείου. Σύμφωνα με πληροφορίες της αγοράς, μεταξύ των υποψήφιων αγοραστών που είχαν εξετάσει την εξαγορά περιλαμβάνονταν ενεργειακοί κολοσσοί όπως η Saudi Aramco και η Reliance Industries, αλλά και μεγάλα private equity funds, όπως η Apollo Global Management και η Lone Star.

Η επιλογή της Stonepeak υποδηλώνει ότι η BP προτίμησε έναν επενδυτή με μακροπρόθεσμο ορίζοντα και εμπειρία σε ώριμες, σταθερές επιχειρήσεις υποδομών και βιομηχανίας, παρά έναν στρατηγικό ανταγωνιστή.

Αλλαγή ηγεσίας και αναζήτηση αξιοπιστίας

Η στρατηγική επανεκκίνηση της BP συμπίπτει με μια περίοδο έντονων διοικητικών αλλαγών. Η εταιρεία ανακοίνωσε πρόσφατα τον διορισμό νέου διευθύνοντος συμβούλου, με τη Μεγκ Ο’Νιλ, επικεφαλής της Woodside Energy, να αναλαμβάνει καθήκοντα από την 1η Απριλίου. Θα είναι η τέταρτη CEO της BP μέσα σε έξι χρόνια, γεγονός που αντανακλά τη βαθιά κρίση στρατηγικής και ταυτότητας που έχει βιώσει ο όμιλος.

Αναλυτές της αγοράς θεωρούν ότι η αλλαγή ηγεσίας μπορεί να αποτελέσει το τελευταίο κομμάτι του παζλ για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Όπως σημείωσε ο Στίβεν Άιζακς, στρατηγικός σύμβουλος της Alvine Capital, η BP υπήρξε «χρόνια υποαποδίδουσα» και πλέον καλείται να αποδείξει ότι διαθέτει συνεκτικό σχέδιο και σταθερή κατεύθυνση.

Υποαπόδοση, πιέσεις και σημάδια σταθεροποίησης

Τα οικονομικά μεγέθη των τελευταίων ετών δεν βοήθησαν την εικόνα της BP. Η εταιρεία κατέγραψε μείωση κερδών τόσο το 2023 όσο και το 2024, την ώρα που ορισμένοι ανταγωνιστές της επωφελούνταν περισσότερο από τις υψηλές τιμές ενέργειας. Η μετοχή της υποχώρησε κατά 15,7% το 2024, προκαλώντας έντονο προβληματισμό στους μετόχους.

Ωστόσο, το 2025 δείχνει να ξεκινά με πιο σταθερό βηματισμό. Η μετοχή της BP καταγράφει άνοδο περίπου 9% από την αρχή του έτους, ενισχυμένη από τη διοικητική ανανέωση, τα προγράμματα μείωσης κόστους και μια σειρά νέων ανακαλύψεων υδρογονανθράκων. Η ανακοίνωση της πώλησης της Castrol αντιμετωπίστηκε θετικά από την αγορά, με τη μετοχή να καταγράφει άνοδο άνω του 1% στις πρώτες συναλλαγές.

Τι σηματοδοτεί η κίνηση για τον ενεργειακό κλάδο

Η απόφαση της BP να αποεπενδύσει από έναν εμβληματικό, αλλά μη πυρηνικό κλάδο, αντανακλά μια ευρύτερη τάση στον παγκόσμιο ενεργειακό τομέα. Οι μεγάλες πετρελαϊκές επανεξετάζουν τις φιλοδοξίες τους για την ενεργειακή μετάβαση, δίνοντας εκ νέου προτεραιότητα στην κερδοφορία, τις ταμειακές ροές και την απόδοση προς τους μετόχους.

Για την BP, η πώληση της Castrol αποτελεί ταυτόχρονα παραδοχή των περιορισμών της προηγούμενης στρατηγικής και προσπάθεια επανατοποθέτησης σε ένα περιβάλλον όπου η ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο παραμένει ισχυρή. Το αν η «επιστροφή στα βασικά» θα αποδώσει, θα κριθεί τα επόμενα χρόνια – αλλά το σήμα προς τις αγορές είναι πλέον σαφές.