Βουτιά έκαναν τα κέρδη της Chanel πέρυσι, με έναν από τους βασικότερους λόγους γι’ αυτό, ότι η εταιρεία αύξησε σημαντικά τις δαπάνες της για μάρκετινγκ, προσπαθώντας να παραμείνει ορατή σε μια περίοδο ύφεσης για την βιομηχανία πολυτελείας.
Σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση της εταιρείας, τα κέρδη της υποχώρησαν κατά 30% στα 4,48 δισ. δολάρια, καθώς τα έσοδα μειώθηκαν κατά 4,3%. Η περιοχή που περιλαμβάνει και την Κίνα – η οποία παράγει περίπου το ήμισυ των εσόδων της Chanel – σημείωσε πτώση των πωλήσεων κατά 7,1%.
Η πτώση ήρθε καθώς η αγορά πολυτελείας δίνει μάχη για να βγει από μια περίοδο κρίσης και υποτονικής ανάπτυξης, η οποία προκλήθηκε εν μέρει από τους Κινέζους αγοραστές, οι οποίοι περιορίζουν τις δαπανηρές αγορές.
Οι προοπτικές του κλάδου έγιναν ακόμη πιο δυσοίωνες μετά από την παρουσίαση των παγκόσμιων δασμών από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ τον περασμένο μήνα. Ακόμη και οι κάποτε ακμάζουσες εταιρείες όπως η Louis Vuitton έχουν καταγράψει απογοητευτικές πωλήσεις μέχρι στιγμής φέτος.
Η Chanel χτυπήθηκε σκληρά από τη μακροοικονομική αστάθεια πέρυσι, ιδίως στην Κίνα, δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος Λίνα Ναΐρ, σε επικοινωνία με το Bloomberg, αρνούμενη, όμως, να δεχτεί τις κατηγορίες ότι η Chanel υπήρξε υπερβολικά άπληστη στη μετα-πανδημική εποχή για ορισμένα από τα πιο δημοφιλή προϊόντα της, όπως η τσάντα με πτερύγιο που κοστίζει πλέον πάνω από 10.000 ευρώ.
«Οι επιδόσεις μας το 2024 ακολούθησαν μια περίοδο πρωτοφανούς ανάπτυξης για τη Chanel, κατά την οποία τα έσοδα σχεδόν διπλασιάστηκαν από τα προηγούμενα τρία χρόνια», δήλωσε επίσης η Ναΐρ.
Παρόλα αυτά, η πτώση των πωλήσεων και η κατάρρευση των κερδών της Chanel προκαλούν έκπληξη, δεδομένου ότι η εταιρεία που δημιουργήθηκε πριν από έναν αιώνα από την Gabrielle «Coco» Chanel θεωρείται από τις πιο ανθεκτικές μάρκες στη βιομηχανία της μόδας, απευθυνόμενη στους πλουσιότερους πελάτες του κόσμου. Οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 4,2% στην Αμερική και αυξήθηκαν κατά 0,6% στην Ευρώπη.
«Νομίζω ότι πρέπει να προσαρμόσουμε τη δομή μας σε διάφορα σημεία του οργανισμού», δήλωσε ο οικονομικός διευθυντής Philippe Blondiaux. «Θα παρακολουθούμε πολύ προσεκτικά το κόστος για να σταθεροποιήσουμε τα περιθώρια κέρδους», είπε, επιπλέον, προσθέτοντας ότι η Chanel αναμένει ότι ο αριθμός των εργαζομένων θα παραμείνει σταθερός για φέτος μετά από αύξηση 5,1% πέρυσι. Νωρίτερα φέτος, η Chanel ανακοίνωσε 70 περικοπές θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ.
2,4 δισ. δολάρια σε δραστηριότητες μάρκετινγκ για τη Chanel
Ο όμιλος δαπάνησε περίπου 2,4 δισ. δολάρια σε «δραστηριότητες υποστήριξης της μάρκας», γεγονός που μείωσε τα κέρδη, ανέφερε ο Blondiaux στην ανακοίνωσή του. Οι επιδόσεις της Chanel μπορεί να επιδεινώθηκαν και από άλλους παράγοντες. Το τμήμα μόδας του ομίλου είδε την επικεφαλής σχεδιάστρια Virginie Viard να αποχωρεί τον Ιούνιο. Τον Δεκέμβριο, η εταιρεία όρισε τον διάδοχό της, τον Matthieu Blazy, ο οποίος πρόκειται να παρουσιάσει την πρώτη του έκθεση στην εβδομάδα μόδας του Παρισιού τον Οκτώβριο.
Οι πελάτες συχνά περιορίζουν τις δαπάνες για μια μάρκα όταν αυτή περνάει μια δημιουργική μετάβαση. Μπορεί επίσης να χρειαστεί περίπου μισός χρόνος για να εμπορευματοποιηθούν τα νέα κομμάτια ενός σχεδιαστή, πράγμα που σημαίνει ότι ο αντίκτυπος των δημιουργιών του Blazy μπορεί να γίνει αισθητός μόνο από το επόμενο έτος.
«Δεν εστιάζουμε μόνο στην έκθεση του Οκτωβρίου, θα εξετάσουμε όλες τις εκθέσεις που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια, επειδή γνωρίζουμε ότι ένα όραμα χρειάζεται χρόνο για να ξεδιπλωθεί», δήλωσε η Ναΐρ.
Στην εταιρεία εκτιμούν πως οι τιμές των προϊόντων τους θα αυξηθούν στις ΗΠΑ όταν θα ξεκαθαρίσει το θέμα των δασμών. Ο Τραμπ επέβαλε τον περασμένο μήνα έναν αρχικό δασμό 10% στα προϊόντα που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ανέστειλε τα σχέδια για επιβολή εισφοράς 20% μέχρι τις αρχές Ιουλίου.
«Σκεφτήκαμε ότι η καλύτερη στάση που πρέπει να κρατήσουμε και η πιο υπεύθυνη είναι να περιμένουμε να δούμε ποια θα είναι η τελική έκβαση αυτής της απόφασης», δήλωσε ο Blondiaux. «Είναι πολύ νωρίς για να αποφασίσουμε τώρα, σε αυτή την περίοδο αβεβαιότητας», συμπλήρωσε.
Επενδύουν σε ακίνητα οι μεγάλες εταιρείες της βιομηχανίας πολυτελείας
Μεγάλες εταιρείες της βιομηχανίας πολυτελείας, όπως η LVMH, η Hermes International SCA και η ιδιοκτήτρια της Cartier Richemont SA, αύξησαν πρόσφατα τις τιμές των προϊόντων τους στις ΗΠΑ. Η Chanel επένδυσε σε ακίνητα, ξοδεύοντας περίπου 600 εκατ. δολάρια μόνο πέρυσι, κυρίως για να αγοράσει ένα κτίριο στην αριστοκρατική λεωφόρο Montaigne του Παρισιού, όπου διαθέτει κατάστημα, καθώς και ένα άλλο στην οδό Cambon. Η Chanel έκλεισε επίσης μια συμφωνία για τη μελλοντική της ναυαρχίδα στη Νέα Υόρκη, πρόσθεσε ο Blondiaux, χωρίς να αποκαλύψει την ακριβή τοποθεσία.
Επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου της Chanel είναι ο 76χρονος παγκόσμιος εκτελεστικός πρόεδρος Alain Wertheimer, ο οποίος είναι συνιδιοκτήτης της μάρκας με τον αδελφό του, Gerard. Η περιουσία τους εκτιμάται σε περίπου 42,3 δισ. δολάρια ο καθένας, σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index.