Ψηφιακό Τέλος: Σε ποιες συναλλαγές επιβάλλεται, οι εξαιρέσεις

Η νέα αναλυτική εγκύκλιος που εξέδωσε η ΑΑΔΕ αποσαφηνίζει πλήρως την εφαρμογή του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής

Ψηφιακό τέλος συναλλαγής@pixabay

Το χαρτόσημο έφυγε, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ήρθε και φέρνει αλλαγές σε μισθώσεις, δάνεια και τραπεζικές εργασίες, σύμφωνα με την αναλυτική εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.

Η εγκύκλιος (Ε.2094/2025),  καθορίζει με σαφήνεια ποιες οικονομικές πράξεις υπάγονται στο τέλος, τα ποσοστά επιβάρυνσης και τους υπόχρεους καταβολής.

Στις μισθώσεις επαγγελματικών ακινήτων, το τέλος 3,60% εφαρμόζεται αποκλειστικά σε επαγγελματικές χρήσεις ακινήτων που δεν υπάγονται σε ΦΠΑ και βρίσκονται στην Ελλάδα.

Ο ιδιοκτήτης είναι κατά κανόνα υπόχρεος απόδοσης του τέλους μέσω της ετήσιας δήλωσης, με ειδική αντιμετώπιση όταν ο μισθωτής είναι δημόσιος φορέας.

Οι κατοικίες εξαιρούνται, ακόμη και αν ενοικιάζονται από εταιρείες για εργαζόμενους, όπως και αποθήκες ή θέσεις στάθμευσης που νοικιάζονται μαζί με κατοικία. Αν μέρος κατοικίας χρησιμοποιείται επαγγελματικά, το τέλος υπολογίζεται αναλογικά.

Στην υπεκμίσθωση, κάθε σύμβαση εξετάζεται ξεχωριστά, ενώ τυχόν πιστωτικός φόρος μπορεί να συμψηφιστεί με το οφειλόμενο τέλος.

Για πράξεις σε κτηματολογικά γραφεία, η μεταγραφή μίσθωσης άνω των εννέα ετών επιβαρύνεται με πάγιο τέλος 1,20% επί του συνολικού ενοικίου, καταβαλλόμενο εφάπαξ μέσω συμβολαιογράφου.

Η εγγραφή υποθήκης ή η μετατροπή προσημείωσης σε υποθήκη υπόκειται σε τέλος 3,60%, ανεξαρτήτως αιτίας οφειλής, με τον αιτούντα να αναλαμβάνει την καταβολή. Υποθήκες που εξασφαλίζουν οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση, ασφαλιστικά ταμεία ή για δάνεια από πιστωτικά ιδρύματα εξαιρούνται.

Στις χρηματοδοτήσεις και πιστώσεις, το τέλος εφαρμόζεται σε έντοκα ή άτοκα δάνεια, πιστώσεις που λειτουργούν ως δάνεια (συμπεριλαμβανομένων πιστωτικών καρτών) και μετατροπές ανεξόφλητων υπολοίπων σε νέο δάνειο, με ανώτατο όριο τα 150.000 ευρώ ανά σύμβαση.

Κεφαλαιοποιημένοι τόκοι θεωρούνται νέο κεφάλαιο. Εξαιρούνται leasing, factoring, παράγωγα, repos, δανεισμοί τίτλων και πωλήσεις επί πιστώσει που υπάγονται σε ΦΠΑ ή Φόρο Μεταβίβασης Ακινήτων.

Απαλλάσσονται πλήρως δάνεια με συμμετοχή εποπτευόμενου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, ομολογιακά δάνεια, δάνεια από αλλοδαπές τράπεζες, χρηματοδοτήσεις με καταβολή σε μόνιμη εγκατάσταση στο εξωτερικό και χρηματοδοτήσεις της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Οι αλλαγές όρων χωρίς αύξηση κεφαλαίου δεν δημιουργούν νέα υποχρέωση.

Οι συντελεστές διαμορφώνονται σε 2,40% για δάνεια μεταξύ επιχειρηματιών φυσικών προσώπων που αφορούν αποκλειστικά την επιχείρησή τους, για συμβάσεις με τουλάχιστον μία εταιρεία και για δάνεια Δημοσίου με εταιρείες.

Για δάνεια μεταξύ ιδιωτών, μεταξύ ΝΠΔΔ ή με το Δημόσιο, δάνεια αστικών μη κερδοσκοπικών οργανώσεων και δάνεια επιχειρηματιών που δεν σχετίζονται με τη δραστηριότητά τους, ισχύει συντελεστής 3,60%.

Όσον αφορά τις κινήσεις κεφαλαίων σε εταιρείες, καταθέσεις και αναλήψεις από εταίρους, μετόχους ή συνδεδεμένα πρόσωπα επιβαρύνονται με τέλος, εκτός εάν γίνονται βάσει ειδικής σύμβασης ή αποτελούν προκαταβολή κερδών εντός του φορολογικού έτους.

Απαιτείται λογιστική τεκμηρίωση. Εάν οι ετήσιες αναλήψεις υπερβαίνουν το μερίδιο κερδών, η διαφορά φορολογείται με προθεσμία απόδοσης έως το τέλος του επόμενου μήνα από την έγκριση του ισολογισμού.

Καταθέσεις για μελλοντική αύξηση κεφαλαίου εξαιρούνται, εφόσον δεν χρησιμοποιηθούν διαφορετικά. Ο συντελεστής για κεφαλαιουχικές και προσωπικές εταιρείες είναι 1,20%.

Στους αλληλόχρεους λογαριασμούς, οι δανειακοί, τρεχούμενοι και δοσοληπτικοί λογαριασμοί φορολογούνται, εκτός αν συμβαλλόμενο μέρος είναι πιστωτικό ίδρυμα. Η βάση υπολογισμού είναι το μεγαλύτερο χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο του φορολογικού έτους, εξαιρουμένων μεταφερόμενων υπολοίπων και τόκων.

Ο συντελεστής είναι 2,40% όταν όλα τα μέρη είναι επιχειρηματίες και ο λογαριασμός εξυπηρετεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή όταν υπάρχει εταιρεία. Σε άλλες περιπτώσεις, ισχύει συντελεστής 3,60%.

Τέλος, για τις επιταγές, τα πινάκια όπου καταχωρούνται επιταγές που προσκομίζονται σε ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα για είσπραξη, ενεχυρίαση ή φύλαξη, επιβαρύνονται με τέλος 3‰ επί της συνολικής αξίας. Το πιστωτικό ίδρυμα αναλαμβάνει την υποχρέωση δήλωσης και απόδοσης, ενώ το τέλος επιβαρύνει τον κομιστή.