Σε μια περίοδο που το ελληνικό Δημόσιο πασχίζει να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και να αυξήσει τη φορολογική συμμόρφωση, ένα φαινομενικά περιφερειακό ζήτημα αποδεικνύεται ενδεικτικό μιας ευρύτερης παθογένειας. Της αδυναμίας εφαρμογής των κανόνων και της άνισης κατανομής των φορολογικών βαρών.
Περίπου 100.000 ιδιοκτήτες οχημάτων δήλωσαν, ηλεκτρονικά και υπεύθυνα, ότι τα οχήματά τους βρίσκονται σε «ακινησία». Ότι έχουν κατατεθεί πινακίδες, ότι τα αυτοκίνητα αυτά παραμένουν παρκαρισμένα σε αυλές και γκαράζ, εκτός κυκλοφορίας, μακριά από τον δρόμο και από την υποχρέωση καταβολής τελών ή ασφάλισης.
Ωστόσο, κάθε χρόνο κάποιοι από αυτούς αποδεικνύουν ότι για τον Έλληνα η «ακινησία» είναι μια έννοια που επιδέχεται ερμηνείας. Οδηγούν τα οχήματά τους σαν να μην τρέχει τίποτα -δίχως τέλη, δίχως ασφάλιση και κυρίως δίχως συνέπειες. Μέχρι τώρα.
Η ΑΑΔΕ, σε συνεργασία με τις εταιρείες διαχείρισης των αυτοκινητοδρόμων, προχωρεί τώρα σε ένα εκτεταμένο εγχείρημα διασταυρώσεων. Μοιάζει τεχνικό, αλλά στην ουσία του είναι οικονομικό. Αναζητείται ο τρόπος με τον οποίο θα περιοριστεί ένα φαινόμενο που στοιχίζει στο Δημόσιο έσοδα, αποδυναμώνει το αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης και ενισχύει τον φαύλο κύκλο της παραβατικότητας.
Αν διαπιστωθεί ότι κάποια οχήματα σε ακινησία κυκλοφορούν στους δρόμους, η υπόθεση θα παίρνει τον δρόμο της… Ο ιδιοκτήτης θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις. Αν δεν μπορεί να αντικρούσει τα δεδομένα, το πρόστιμο είναι βαρύ και ανέρχεται σε 10.000 ευρώ για την πρώτη φορά και 30.000 σε περίπτωση υποτροπής.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που, με έναν τόνο δυσπιστίας, θα αναρωτηθούν: θα λειτουργήσει; Μπορεί το κράτος να πιάσει τον μικροπαραβάτη με ακρίβεια, όταν τόσο συχνά μοιάζει να χάνει τον μεγάλο παραβάτη μέσα στο σύστημα;
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτήν τη φορά δεν πρόκειται για ένα μέτρο που προϋποθέτει μεγάλες επενδύσεις ή θεσμικές αλλαγές. Πρόκειται απλώς για τη χρήση δεδομένων που ήδη υπάρχουν-και για την πολιτική βούληση να γίνει η δουλειά. Δηλαδή, να αποκατασταθεί ένας ελάχιστος κανόνας ισονομίας.