Θερμό καλοκαίρι για κλιματιστικά στην Ευρώπη από τους καύσωνες

Η Ευρώπη θερμαίνεται με διπλάσιες ταχύτητες από τον παγκόσμιο μέσο όρο, με τις νότιες χώρες να διατρέχουν κίνδυνο ερημοποίησης

Καύσωνας στην Ευρώπη © EPA

Η Αφρική και η Μέση Ανατολή είναι αναμφίβολα πιο εκτεθειμένες στην κλιματική κρίση από κάθε άλλη γεωγραφική περιοχή στον πλανήτη. Η Ευρώπη, ωστόσο, θερμαίνεται με διπλάσιες ταχύτητες από τον παγκόσμιο μέσο όρο, με τις νότιες χώρες να διατρέχουν κίνδυνο ερημοποίησης. Πέρυσι ήταν το θερμότερο έτος στην ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου και τον φετινό Ιούνιο καταγράφηκαν τριπλάσιοι θάνατοι από τις υψηλές θερμοκρασίες. Κι όμως, οι Ευρωπαίοι αντιστέκονται στην εκτεταμένη χρήση κλιματιστικών (AC), αν και θεωρούνται η αποτελεσματικότερη μέθοδος για τη διατήρηση υγιών θερμοκρασιών σε εσωτερικούς χώρους.

Η Ευρώπη έχει χαμηλότερη διείσδυση κλιματιστικών σε σύγκριση με τις ΗΠΑ λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων, όπως τα ιστορικά κλιματικά πρότυπα, ο σχεδιασμός των κτιρίων, το κόστος ενέργειας και οι πολιτισμικές προτιμήσεις. Ενώ ορισμένες χώρες της νότιας Ευρώπης παρουσιάζουν αυξημένη χρήση, εξακολουθεί να είναι λιγότερο συχνή στη βόρεια και κεντρική Ευρώπη. Το κόστος ενέργειας είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που αποθαρρύνουν τα νοικοκυριά να εγκαταστήσουν κλιματιστικά, ιδιαίτερα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Εκτιμάται πως η Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, διαθέτει 77 εκατ. λιγότερα κλιματιστικά από τις ΗΠΑ, όπου το 90% των κατοικιών έχουν εγκαταστήσει συστήματα ψύξης. Στην Ευρώπη το αντίστοιχο ποσοστό περιορίζεται στο 20%. Στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνο το 3% των κατοικιών έχουν κλιματιστικά και στη Γερμανία μόλις το 3%.

Όμως περισσότερα από 2.300 άτομα έχασαν τη ζωή τους λόγω καύσωνα από τις 23 Ιουνίου μέχρι τις 2 Ιουλίου, σύμφωνα με νέα ανάλυση σε 12 ευρωπαϊκές πόλεις που πραγματοποιήθηκε από το Imperial College London και το London School of Hygiene and Tropical Medicine. Η μελέτη κάλυψε 12 πόλεις, συμπεριλαμβανομένων της Βαρκελώνης, της Μαδρίτης, του Λονδίνου και του Μιλάνου, όπου οι ερευνητές δήλωσαν ότι η κλιματική αλλαγή είχε αυξήσει τις θερμοκρασίες των καυσώνων έως και 4 βαθμούς Κελσίου. Ωστόσο, εκτιμήσεις θέλουν μόνο 40 εκατ. νοικοκυριά να έχουν κλιματιστικά στην Ευρώπη, έναντι 117 εκατ. στις ΗΠΑ, όπως είχαν καταγραφεί τον Αύγουστο του 2023.

Οι θερμοκρασίες που επικρατούν στους εσωτερικούς χώρους παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Μπορεί οι επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών να μετριάζονται από τη μόνωση των κτιρίων, τους ανεμιστήρες, τη σκίαση των παραθύρων και τον φυσικό αερισμό. Όμως ο κλιματισμός είναι η πιο ριζική, λύση διότι μπορεί να μειώσει την εσωτερική θερμοκρασία στα χαμηλά και μεσαία επίπεδα των 20 βαθμών Κελσίου όταν επικρατεί καύσωνας. Όπως επισημαίνει ο Τζο Μπουρν-Μερντοχ, αρθρογράφος των Financial Times, οι ιδανικές συνθήκες ύπνου υπάρχουν όταν η θερμοκρασία του εσωτερικού χώρου συγκρατείται στους 23 βαθμούς Κελσίου. Η παραγωγικότητα των εργαζομένων σε κλειστούς χώρους αυξάνεται όταν το θερμόμετρο δεν ξεπερνά τους 21 βαθμούς Κελσίου. Και τα ποσοστά θνησιμότητας ανεβαίνουν όταν οι θερμοκρασίες υπερβαίνουν τους 30 βαθμούς Κελσίου.

Λόγω κλιματικής κρίσης, η παγκόσμια αγορά κλιματιστικών αναμένεται να παρουσιάσει σταθερή ανάπτυξη, φτάνοντας τα 245 δισ. δολάρια μέχρι το 2033, από τα 110 δισ. δολάρια το 2024, σύμφωνα με στοιχεία της Polaris Market Research. Στις χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού υπάρχουν τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς, με την Κίνα και την Ινδία να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, σε παγκόσμια κλίμακα. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) έχει προβλέψει ότι ο αριθμός των νοικοκυριών με κλιματιστικά μπορεί να φτάσει τα δύο τρίτα του παγκόσμιου συνόλου έως το 2050, με την Κίνα, την Ινδία και την Ινδονησία να αντιπροσωπεύουν το ήμισυ της ζήτησης.

Στην Ευρώπη η ενσωμάτωση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ιδιαίτερα των φωτοβολταϊκών πάνελ στις κατοικίες δημιουργούν κίνητρα για την εγκατάσταση περισσότερων μονάδων AC στο μέλλον. Ωστόσο, ακόμη και με την αυξανόμενη χρήση κλιματιστικών, πολλοί Ευρωπαίοι εξακολουθούν να προτιμούν να τα χρησιμοποιούν με φειδώ και συχνά ρυθμίζουν τη θερμοκρασία υψηλότερα απ’ ό,τι συνηθίζεται στις ΗΠΑ.