Στην κλιματική κρίση αποδίδεται, κυρίως, η παγκόσμια αύξηση των τιμών στα τρόφιμα, καθώς η αύξηση των θερμοκρασιών αναγκάζει τους παραγωγούς να αλλάξουν ακόμη και τη σοδειά τους. Τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλα μέρη του κόσμου, η κοινή γνώμη συμφωνεί πως η ποιότητα των φρούτων και των λαχανικών αλλάζει προς το χειρότερο, ενώ το κόστος αυξάνεται όσο συρρικνώνονται οι καλλιέργειες.
Το κρέας εξελίσσεται σε δαπανηρή επιλογή για την πλειονότητα των νοικοκυριών, ενώ το κόστος των γαλακτοκομικών προϊόντων παραμένει υψηλότερο από πέρυσι, παρά τη μηνιαία πτώση που καταγράφηκε τον Αύγουστο από την Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).
Αν και παρατηρούνται διαφοροποιήσεις από τη μία χώρα στην άλλη, η γενική τάση στις τιμές των τροφίμων είναι ανοδική, καθώς η παρατεταμένη ξηρασία, η ανομβρία, το χαλάζι, οι πλημμύρες και γενικά οι απότομες εναλλαγές στις καιρικές συνθήκες διαταράσσουν τις σοδειές.
Αν και ιστορικά ο καιρός μπορεί να λειτουργήσει απρόβλεπτα στον αγροτικό κλάδο, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν πέρυσι την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1,55 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Η δεκαετία 2015-2024 καταγράφηκε ως η θερμότερη όλων των εποχών, με τις καιρικές συνθήκες να μην εμφανίζουν σημάδια εξομάλυνσης μέσα στο 2025.
Από τη Βραζιλία μέχρι το Βιετνάμ, η αβεβαιότητα επισκιάζει τις αποδόσεις των καλλιεργειών
Οι επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων και κατ’ επέκταση στις τιμές είναι διάχυτες, από τα πορτοκάλια στη Βραζιλία και το κακάο στη δυτική Αφρική μέχρι το ελαιόλαδο στην Ιταλία και τον καφέ στο Βιετνάμ. Σύμφωνα με την αναλυτική κατάσταση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι τιμές του ψωμιού, του κρέατος, του καφέ και των κατεψυγμένων λαχανικών σημείωσαν αύξηση 2,1%, 7,5%, 4,8% και 18,5%, αντίστοιχα, μέσα στο 12μήνο που έληξε τον Αύγουστο του 2025.
Το κόστος των φρούτων αναρριχήθηκε 1,6% μέσα στο ίδιο διάστημα, με τα κεράσια να αποτελούν πια μία από τις πιο ακριβές επιλογές για τους καταναλωτές στην Ελλάδα το καλοκαίρι.
Διαφοροποιήσεις στο κόστος των τροφίμων υπάρχουν από μια χώρα στην άλλη, αλλά κοινός παρονομαστής είναι η κλιματική κρίση. Αν και η τιμή του ελαιόλαδου στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 33% από πέρυσι τον Αύγουστο, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση που επικρατεί χάρη στην πλούσια αναμενόμενη παραγωγή της Ισπανίας, η Ιταλία είναι μια διαφορετική υπόθεση αυτήν την περίοδο. Εκεί η παραγωγή την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο εκτιμάται πως μειώθηκε πάνω από 30%, με αποτέλεσμα οι τιμές να κινούνται στα υψηλά 20ετίας.
Τον Μάιο η τιμή αναφοράς στον χυμό του πορτοκαλιού του Intercontinental Exchange αναρριχήθηκε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών και ασθενειών στις καλλιέργειες της Βραζιλίας, η οποία έχει τις μεγαλύτερες εξαγωγές στη διεθνή αγορά.
Τον Μάρτιο η τιμή του κακάο στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης ξεπέρασε τα 10.000 δολάρια τον τόνο για πρώτη φορά στην ιστορία, με τους αναλυτές να τονίζουν πως η «αγορά είναι εκτός ελέγχου», λόγω της απότομης πτώσης των αποδόσεων στις σοδειές της Γκάνας και της Ακτής του Ελεφαντοστού.
Το ράλι του καφέ στις διεθνείς αγορές συνεχίζεται ακάθεκτο από τις αρχές Αυγούστου, με την ποικιλία Arabica να υπερβαίνει τα τέσσερα δολάρια τη λίβρα και να αναρριχάται στο υψηλό τετραμήνου.
Οι δασμοί Τραμπ επηρεάζουν τις τάσεις στις διεθνείς αγορές των αγροτικών εμπορευμάτων
Η δασμολογική πολιτική που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ επιτείνει αυτές τις ανοδικές τάσεις στα αγροτικά εμπορεύματα, που οδηγούν σε σημαντικές ανατιμήσεις των τροφίμων στα ράφια των σούπερ μάρκετ και των μπακάλικων.
Στην περίπτωση του καφέ Arabica, παραδείγματος χάριν, οι διεθνείς τιμές είναι υψηλές, όχι απλά επειδή η σοδειά στη Βραζιλία μπορεί να είναι μικρότερη του αναμενομένου, αλλά, επίσης, λόγω των δασμών 50% που επέβαλε η κυβέρνηση του Τραμπ σχεδόν σε όλες τις εισαγωγές από τη λατινοαμερικανική χώρα. Η Βραζιλία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας καφέ σε όλον τον κόσμο και οι ΗΠΑ έχουν τη μεγαλύτερη κατανάλωση.
Μόνιμο το αποτύπωμα της κλιματικής κρίσης στον πληθωρισμό τροφίμων
Εντούτοις, η κλιματική κρίση αναμένεται να έχει μεγαλύτερες και μακροπρόθεσμες συνέπειες στην παγκόσμια αγροτική παραγωγή. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Potsdam Institute for Climate Impact Research, ο ετήσιος πληθωρισμός στα τρόφιμα μπορεί να φτάνει έως και το 3,2% μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Όπως υπογράμμισε ο Φρέντερικ Νιούμαν, επικεφαλής οικονομολόγος για την Ασία της HSBC, στους Financial Times, «είναι εύκολο να μιλά κανείς για μεμονωμένα γεγονότα, αλλά είναι αναμφίβολη η αλληλουχία έκτακτων γεγονότων και καιρικών ανωμαλιών που συνδέονται με το φαινόμενο της κλιματικής κρίσης». Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα ήταν κάποτε περιστασιακές, αλλά μετατρέπονται πια σε σταθερό παράγοντα πίσω από την άνοδο του πληθωρισμού.
Πράγματι, ο δείκτης των τιμών τροφίμων της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) έχει αναρριχηθεί από τις 95,7 μονάδες τον Αύγουστο 2020 στις 131,1 μονάδες τον περασμένο μήνα, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο του 2023.
Οι τιμές των λαχανικών, μάλιστα, έφτασαν στο υψηλό τριετίας, ενώ το κόστους κρέατος εμφάνισε άνοδο 0,6% και έφτασε σε ιστορικό ρεκόρ λόγω των έντονων ανατιμήσεων στο βοδινό κρέας. Μολονότι, δε, υποχώρησαν οι τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων και των δημητριακών, οι τιμές της ζάχαρης ενισχύθηκαν 0,2% τον Αύγουστο από πέρυσι.
Αναλυτές εκφράζουν φόβους για αλυσιδωτές αντιδράσεις στα επιτόκια, καθώς οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να δώσουν μεγαλύτερο βάρος στον πληθωρισμό των τροφίμων. Η σχέση μεταξύ των πλημμυρών στους ορυζώνες του Πακιστάν ή των επιπτώσεων του Ελ Νίνιο στις καλλιέργειες καφέ της Βραζιλίας και του κόστους τροφίμων στην Ευρώπη γίνεται εντονότερη και άρα πιο δύσκολο να την αγνοήσει κανείς. Μεγαλύτερο ζήτημα, όμως, εγείρεται για την επισιτιστική ασφάλεια όλου του κόσμου, όσο η επιδείνωση της κλιματικής κρίσης επηρεάζει τις καλλιέργειες σε όλες τις γωνιές του κόσμου.