Η Κομισιόν εκφράζει την ελπίδα ότι, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις και τις δηλώσεις από Λευκωσία και Αθήνα, θα υπάρξει σαφής δέσμευση για ταχύτερη υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου–Ελλάδας (GSI). Σύμφωνα με το ΚΥΠΕ, εκπρόσωπος της Κομισιόν τόνισε ότι κάθε περαιτέρω καθυστέρηση θα είναι εις βάρος όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Απαντώντας σχετικά, η Κομισιόν ανέφερε: «Προσδοκούμε όλες οι πλευρές να δεσμευτούν για την ταχύτερη δυνατή υλοποίηση του έργου. Κατά βάση, οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση είναι προς ζημία των ίδιων των εμπλεκόμενων μερών». Παράλληλα, επανέλαβε ότι το έργο αυτό αποτελεί «προτεραιότητα υψηλότερης στρατηγικής σημασίας για την ΕΕ» και διαβεβαίωσε ότι «συνεχίζουμε να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να εξασφαλίσουμε την υλοποίησή του».
Όπως σημείωσε ο εκπρόσωπος της Επιτροπής, «αυτό το έργο είναι κρίσιμο για τον τερματισμό της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου», προσθέτοντας ότι «η ενίσχυση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων συμβάλλει στη μείωση των τιμών ενέργειας και επιτρέπει την ομαλότερη ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό σύστημα».
Η Κομισιόν τόνισε επίσης ότι βρίσκεται «σε σταθερή επαφή με τον προωθητή του έργου, τους ρυθμιστές και τις εθνικές αρχές, παρέχοντας κάθε δυνατή υποστήριξη». Παράλληλα, υπογράμμισε πως «η ευθύνη ανήκει σε όλους τους εμπλεκόμενους να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους».
Αναφερόμενη, τέλος, στις πρόσφατες δηλώσεις της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατά την ομιλία της για την Κατάσταση της Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με τις «Ενεργειακές Λεωφόρους» (Energy Highways), η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το GSI, δηλαδή η ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με την ηπειρωτική Ευρώπη αποτελεί βασικό πυλώνα της ευρωπαϊκής στρατηγικής για «την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας εντός της ΕΕ και τον τερματισμό της ηλεκτρικής απομόνωσης του νησιού». Καταλήγοντας, η Κομισιόν σημείωσε ότι το έργο αυτό «υπογραμμίζει τη σημασία της καλύτερης και πιο ανθεκτικής ενεργειακής διασυνδεσιμότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Συνεχίζεται το θρίλερ του GSI
Όπως είχε γράψει τη Δευτέρα το energygame.gr: Σε θρίλερ με συνεχείς ανατροπές εξελίσσεται η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας και Κύπρου, Great Sea Interconnection (GSI) έναν χρόνο μετά την υπογραφή του Πλαισίου Συμφωνίας μεταξύ των δυο χωρών χωρίς να υπάρχει καθαρός ορίζοντας για το τι μέλλει γενέσθαι για το ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος έργο το οποίο «προσκρούει» σε πολλαπλούς σκοπέλους, από τις ρυθμιστικές αποφάσεις έως τη στάση της Τουρκίας ότι κανένα έργο στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να προχωρήσει ερήμην της.
Νέα διάσταση (και εμπλοκή) στο θέμα ήρθε να προκαλέσει ένα δημοσίευμα του Φιλελεύθερου της Κύπρου, το οποίο έκανε λόγο για επιστολή του ΑΔΜΗΕ προς τη ΡΑΕΚ με την οποία ζητά αλλαγή της ρυθμιστικής απόφασης του Ιουλίου (η οποία ενέκρινε προς ανάκτηση δαπάνες ύψους 82 εκατ. ευρώ) και την αντικατάστασή της με άλλη που θα προέβλεπε ανάκτηση όλων των εξόδων που έχουν γίνει μέχρι τώρα για το καλώδιο. Το δημοσίευμα τόνιζε πως ο ΑΔΜΗΕ «διεκδικεί να του αναγνωριστεί δικαίωμα ανάκτησης ποσού 251 εκατ. ευρώ για δαπάνες που έκανε μέχρι τώρα».
Η αντίδραση ήρθε πολύ γρήγορα από τον ΑΔΜΗΕ που με ανακοίνωση του διέψευδε τα περί άμεσης διεκδίκησης των 251 εκατ. ευρώ, το οποίο αποτελεί μέρος του κόστους 1,9 δισ. ευρώ του έργου, το οποίο, όπως τόνιζε, «θα ανακτηθεί στο βάθος χρόνου των 35 ετών απόσβεσης που έχει προσδιοριστεί ρυθμιστικά». Επεσήμανε, δε, ότι αναγνωρίζει και διεκδικεί τη συμφωνημένη πρώτη δόση των 25 εκατ. ευρώ για το 2025 και τίποτα περισσότερο όσον αφορά τις επενδυτικές δαπάνες του έργου (capex).
Άρα επί της ουσίας ο ΑΔΜΗΕ ζητά να αναγνωριστεί από την ΡΑΕΚ το σύνολο των δαπανών που έχει πραγματοποιήσει. Υπενθυμίζεται πως η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας της Κύπρου (ΡΑΕΚ) είχε κάνει τον περασμένο Ιούλιο μισό βήμα αναγνωρίζοντας από το σύνολο των εξόδων που έχει κάνει ο ΑΔΜΗΕ 82 εκατ. ευρώ, ποσό για το οποίο έχει προσκομίσει τιμολόγια ο ΑΔΜΗΕ στη ΡΑΕΚ, σύμφωνα με την κυπριακή πλευρά. Έκτοτε, η ΡΑΕΚ δεν προχώρησε στον καθορισμό των χρεώσεων για τους Κύπριους καταναλωτές, στο πλαίσιο της ανάκτησης των 25 εκατ. ευρώ.
Από πλευράς του, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, σε τηλεοπτική του συνέντευξη στο OPEN σήμερα (Δευτέρα 6 Οκτωβρίου) τόνισε ότι «Η Ελληνική Δημοκρατία δεν εκβιάζει, μιλάει μόνο θεσμικά». Παράλληλα, αναγνώρισε ότι «υπάρχει μια σειρά από θέματα που, αν τα βάλει κανείς όλα μαζί, χρειάζονται ξεκαθάρισμα στην επιθυμία και των δύο πλευρών», καθώς πρόκειται για τεχνικά αλλά και οικονομικά ζητήματα ενώ ξεκαθάρισε ότι «οι σχέσεις Ελλάδας-Κύπρου είναι αδιάρρηκτες».
Να σημειωθεί, δε, πως από τον περασμένο Ιούλιο κατά τη διάρκεια των τηλεδιασκέψεων μεταξύ της ΡΑΕΚ, της ΡΑΑΕΥ και των Ευρωπαίων αξιωματούχων, αναδείχθηκε το αδιέξοδο σε σχέση με την αναγνώριση από πλευράς ΡΑΕΚ του συνόλου των δαπανών. Όπως είχε επισημάνει πρόσφατα το energygame.gr, η ΡΑΕΚ ζητούσε τιμολόγια ακόμα και για τα ποσά που έχουν δοθεί ως προκαταβολές. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, οι Ρυθμιστικές Αρχές Ελλάδας και Κύπρου συνυπέγραψαν την εκτίμηση για προβλεπόμενες δαπάνες (capex) του ΑΔΜΗΕ 572 εκατ. ευρώ από τα μέσα του 2024 έως το τέλος του 2025, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να καθοριστεί το προς ανάκτηση έσοδο. Όμως, η μεθοδολογία που ακολουθούν είναι διαφορετική, με τη μεν ΡΑΑΕΥ να προεγκρίνει τις δαπάνες και να κάνει τους “τελικούς λογαριασμούς” με την ηλέκτριση του έργου, τη δε ΡΑΕΚ να κινείται “απολογιστικά” και να αναγνωρίζει τις δαπάνες που έχουν τιμολογηθεί.
Πηγές της κυπριακής κυβέρνησης εξάλλου ανέφεραν στο energygame.gr πως στις τελευταίες τηλεδιασκέψεις ασκήθηκαν έντονες πιέσεις προς τη ΡΑΕΚ, ως προς το σκέλος των δαπανών, χωρίς να μιλάει κανείς για τον γεωπολιτικό παράγοντα. Οι ίδιες πηγές ξεκαθαρίζουν πως θα πρέπει να γίνει σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών Ελλάδας και Κύπρου με την Κομισιόν για να σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς την Τουρκία. Με άλλα λόγια, τονίζουν πως από τη στιγμή που ο ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο είναι το γεωπολιτικό ρίσκο, δεν μπορεί να προχωρήσει το έργο. Επομένως, η κυπριακή πλευρά φαίνεται να επιμένει στο ζήτημα του γεωπολιτικού ρίσκου, θέτοντας ως προαπαιτούμενο την αντιμετώπισή του για να ξεκινήσουν οι πληρωμές, αρχής γενομένης με την δόση των 25 εκατ. ευρώ για το φετινό έτος που προβλέπει το Πλαίσιο Συμφωνίας Ελλάδας-Κύπρου.