Η κλιματική κρίση, η παρατεταμένη ανομβρία και οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες σε νερό, τόσο για ύδρευση όσο και για άρδευση, φέρνουν στην επιφάνεια το διαρκώς οξυνόμενο πρόβλημα της διαχείρισης των υδατικών πόρων τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι προειδοποιήσεις των ειδικών συγκλίνουν: η χώρα εισέρχεται σε μια περίοδο κρίσιμων αποφάσεων, όπου η επάρκεια νερού δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη, αλλά προϊόν στοχευμένου σχεδιασμού, τεχνολογικής καινοτομίας και, κυρίως, αλλαγής νοοτροπίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η επαναχρησιμοποίηση του νερού αναδεικνύεται σε βασικό πυλώνα της κυκλικής οικονομίας και σε εργαλείο βιώσιμης προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα.
Η νέα έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας το λέει ξεκάθαρα: «Ο κόσμος βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο καμπής». Η επαναχρησιμοποίηση του νερού δεν είναι περιβαλλοντική πολυτέλεια, αλλά η επόμενη μεγάλη μετάβαση — μια αλλαγή νοοτροπίας που αγγίζει τις υποδομές, τις πόλεις, τη βιομηχανία και την ίδια την καθημερινότητά μας. Και αν κάπου η ανάγκη αυτή αποκτά επείγον χαρακτήρα, είναι στη Νότια Ευρώπη και ειδικά στην Ελλάδα.
Η χώρα μας συγκαταλέγεται στις περιοχές με υψηλή υδατική πίεση, αλλά παραμένει πίσω στη συστηματική εφαρμογή έργων επαναχρησιμοποίησης, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ισπανία ή το Ισραήλ, που έχουν κάνει την ανακύκλωση νερού εθνική πολιτική. Οι ελληνικές πρωτοβουλίες υπάρχουν πιλοτικά προγράμματα σε πόλεις, δράσεις σε νησιά, έργα σε τουριστικές περιοχές, αλλά δεν συνθέτουν ακόμη ένα συνεκτικό σχέδιο. «Η Ελλάδα έχει τεράστιο αναξιοποίητο δυναμικό να μειώσει το υδατικό της έλλειμμα μέσα από την επαναχρησιμοποίηση», επισημαίνει η έκθεση. Και το ερώτημα πλέον δεν είναι αν θα το κάνει, αλλά πόσο γρήγορα.
Σήμερα, οι απώλειες στα δίκτυα ύδρευσης ξεπερνούν το 40% σε πολλές ΔΕΥΑ, ενώ η γεωργία απορροφά περίπου το 80% των συνολικών υδατικών πόρων. Παράλληλα, η τουριστική κίνηση εκτοξεύει τη ζήτηση νερού σε νησιά και παράκτιες περιοχές, τη στιγμή που οι υδάτινοι πόροι παραμένουν περιορισμένοι. Η Παγκόσμια Τράπεζα υπογραμμίζει ότι η επαναχρησιμοποίηση μπορεί να αποφέρει τριπλό όφελος: ανάκτηση πολύτιμων ποσοτήτων νερού, ανάκτηση ενέργειας και πρώτων υλών από την επεξεργασία, καθώς και περιβαλλοντική προστασία μέσω του περιορισμού της υπεράντλησης και της ρύπανσης.
Η Ελλάδα αρχίζει να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Η ΕΥΔΑΠ πρωτοστατεί μέσα από έργα που συνδυάζουν τεχνολογία, αστική ανάπτυξη και πολιτιστική κληρονομιά. Στο επίκεντρο βρίσκεται η επαναδραστηριοποίηση του Αδριάνειου Υδραγωγείου, του ιστορικού έργου που διατρέχει οκτώ δήμους της Αττικής, από το Ολυμπιακό Χωριό και την Κηφισιά έως το Κολωνάκι και πρόκειται να τροφοδοτήσει με ανακυκλωμένο νερό δημόσιους χώρους πρασίνου. «Το έργο αυτό μπορεί να αποτελέσει το σύμβολο μιας νέας εποχής για την αστική ανθεκτικότητα της Αττικής», σημειώνει η ΕΥΔΑΠ, που προγραμματίζει την πρώτη παροχή ανακυκλωμένου νερού στον Δήμο Χαλανδρίου. Στόχος είναι σταδιακά να ενταχθούν και άλλοι δήμοι, ακόμη και ιδιωτικοί κήποι, δημιουργώντας ένα δίκτυο “πράσινων” παροχών μέσα στην πόλη.
Ταυτόχρονα, η εταιρεία επενδύει σε κινητές μονάδες καθαρισμού λυμάτων, που καθαρίζουν τα λύματα επιτόπου και επιστρέφουν το νερό για άρδευση πάρκων και φυτεύσεων. Μια τέτοια μονάδα λειτουργεί ήδη στο φυτώριο του Δήμου Αθηναίων, ενώ νέες εγκαθίστανται στο Μαρκόπουλο και στα πάρκα Ιλισίων και Κλωναρίδη. Οι πρωτοβουλίες αυτές δείχνουν πώς η τεχνολογία μπορεί να ενσωματωθεί στην καθημερινότητα των πόλεων, μετατρέποντας την επαναχρησιμοποίηση από πείραμα σε πρακτική ρουτίνας.
Η Παγκόσμια Τράπεζα, συγκρίνοντας εναλλακτικές λύσεις, θεωρεί ότι η κλιμάκωση τέτοιων έργων είναι πιο αποδοτική από άλλες επιλογές, όπως η αφαλάτωση ή οι μακρινές μεταφορές νερού, που απαιτούν τεράστιες επενδύσεις και έχουν ενεργοβόρο χαρακτήρα. Για μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου συζητούνται εκτεταμένα προγράμματα αφαλάτωσης σε νησιά και τουριστικές μονάδες, η επαναχρησιμοποίηση προσφέρει μια πιο βιώσιμη και οικονομικά συμφέρουσα λύση.
Όμως για να αποδώσει, χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο. Η έκθεση προτείνει πέντε «μεταβάσεις»: ορθή αποτίμηση της αξίας του καθαρού νερού, στροφή σε εφαρμογές υψηλής προστιθέμενης αξίας, κανονικοποίηση της δημιουργίας «νέου» νερού, μετάβαση από αποσπασματικά έργα σε ολοκληρωμένα προγράμματα μεγάλης κλίμακας και αξιοποίηση της καινοτομίας και των ιδιωτικών κεφαλαίων. Για την Ελλάδα, αυτό σημαίνει επενδύσεις σε αστικά κέντρα, βιομηχανικές περιοχές και τουριστικούς προορισμούς, αλλά και ενίσχυση των ΔΕΥΑ με τεχνική και οικονομική υποστήριξη.
Η προειδοποίηση είναι σαφής: η Μεσόγειος δεν θα εξασφαλίσει ανθεκτικότητα χωρίς την κλιμάκωση της επαναχρησιμοποίησης. Στην Ελλάδα, το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη πόρων, αλλά η καθυστέρηση στη μετάβαση. Το νερό που σήμερα θεωρούμε «απόβλητο» μπορεί να γίνει ο νέος ενεργός πόρος της κυκλικής μας οικονομίας, ένα σύμβολο μιας χώρας που επιλέγει να ανακυκλώνει, να εξοικονομεί και να προσαρμόζεται. Γιατί, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Παγκόσμια Τράπεζα, «το μέλλον ανήκει σε όσους δίνουν δεύτερη ζωή στο νερό τους».