Η συζήτηση για την Κυκλική Οικονομία έχει πάρει νέα δυναμική τα τελευταία χρόνια, όμως η πραγματική της ισχύς αποκαλύπτεται όταν εντάσσεται στον πυρήνα των στρατηγικών ESG. Δεν πρόκειται για παράλληλες έννοιες που απλώς συναντιούνται σε κάποιες εταιρικές εκθέσεις, αλλά για δύο μηχανισμούς που αλληλοτροφοδοτούνται, καθορίζοντας τις επόμενες ισορροπίες στην παραγωγή, στη βιομηχανία, στις επενδύσεις και στη χρηματοδότηση. Σε μια περίοδο όπου το επιχειρηματικό περιβάλλον απαιτεί διαφάνεια, βιωσιμότητα και μετρήσιμα αποτελέσματα, η κυκλικότητα εξελίσσεται από περιβαλλοντικό σύνθημα σε θεμέλιο ESG απόδοσης.
Το πρώτο σημείο σύγκλισης εμφανίζεται στην «Ε» διάσταση του ESG. Η μετάβαση στην Κυκλική Οικονομία – δηλαδή η μετάβαση από το γραμμικό μοντέλο «παράγω-καταναλώνω-απορρίπτω» σε ένα σύστημα διατήρησης πόρων, ανακύκλωσης υλικών και παρατάσης της ζωής των προϊόντων – αποτελεί πλέον δείκτη περιβαλλοντικής επίδοσης. Οι επιχειρήσεις που υιοθετούν κυκλικές πρακτικές μειώνουν το αποτύπωμα άνθρακα, περιορίζουν την εξάρτηση από πρώτες ύλες, μειώνουν το κόστος διάθεσης αποβλήτων και αποκτούν πρόσβαση σε νέα επιχειρηματικά μοντέλα, όπως το product-as-a-service, τη δευτερογενή αγορά υλικών ή τις πλατφόρμες επισκευής και επαναχρησιμοποίησης. Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή νομοθεσία – από τον Κανονισμό για τον Οικολογικό Σχεδιασμό μέχρι τους στόχους ανακύκλωσης των αποβλήτων συσκευασίας – μετατρέπει την κυκλικότητα σε υποχρέωση, και όχι απλώς σε επιλογή εταιρικής ευθύνης.
Η σύνδεση όμως δεν περιορίζεται στο περιβάλλον. Η «S» διάσταση, που συχνά παραμένει πιο αφηρημένη στον δημόσιο διάλογο, ενισχύεται άμεσα από την Κυκλική Οικονομία. Η επαναχρησιμοποίηση προϊόντων και υλικών ανοίγει τον δρόμο για νέες θέσεις εργασίας, κυρίως σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας όπως η επισκευή, η ανακατασκευή, η ανακύκλωση και η διαχείριση υλικών. Παράλληλα, νέες αγορές και υπηρεσίες δημιουργούν δίκτυα τοπικών επιχειρήσεων, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία, την τεχνολογική γνώση και την κοινωνική συμμετοχή. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα Δίκαια Μεταβατικά Σχέδια δίνει ήδη έμφαση στη σύνδεση της κυκλικότητας με την κοινωνική συνοχή, ενώ η προσιτή πρόσβαση σε προϊόντα δεύτερης ζωής μειώνει το κόστος για νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις. Το κοινωνικό αποτύπωμα της κυκλικής μετάβασης γίνεται πλέον μετρήσιμο κριτήριο αξιολόγησης για επενδυτές και χρηματοδότες.
Το πιο ενδιαφέρον πεδίο συνάντησης βρίσκεται όμως στο «G». Η διακυβέρνηση δεν είναι απλώς ένα τυπικό πλαίσιο κανόνων, αλλά η αφετηρία για το πώς μια εταιρεία οργανώνει την κυκλικότητά της: από την εφοδιαστική αλυσίδα μέχρι τον σχεδιασμό προϊόντων και την παρακολούθηση δεικτών βιωσιμότητας. Ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις ενσωματώνουν KPI κυκλικής οικονομίας στις ετήσιες εκθέσεις τους, συνδέουν τη διοίκηση με στόχους μείωσης αποβλήτων, επενδύουν σε διαφάνεια και υιοθετούν συστήματα ιχνηλασιμότητας που αποδεικνύουν σε πραγματικό χρόνο την προέλευση και τη διαδρομή των υλικών. Οι ευρωπαϊκές απαιτήσεις για αναφορές CSRD, τα πρότυπα ESRS και οι κανόνες ταξινομίας μετατρέπουν τη διακυβέρνηση της κυκλικότητας σε σκληρό πυρήνα αξιολόγησης των επιχειρήσεων, δημιουργώντας πίεση αλλά και κίνητρο για όσους θέλουν να προσελκύσουν κεφάλαια ή να διεκδικήσουν πράσινη χρηματοδότηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυκλική Οικονομία παύει να είναι μια περιβαλλοντική στρατηγική και γίνεται στρατηγικός μοχλός ανταγωνιστικότητας. Οι επιχειρήσεις που δεν προσαρμόζονται στο νέο υπόδειγμα αντιμετωπίζουν αυξημένο ρίσκο: από το κόστος πρώτων υλών και την αδυναμία συμμόρφωσης με ευρωπαϊκούς στόχους, μέχρι το ενδεχόμενο αποκλεισμού από χρηματοδοτικά εργαλεία και προγράμματα – ιδίως σε κλάδους που παρακολουθούνται στενά, όπως ο κλάδος των αποβλήτων, οι κατασκευές, η βιομηχανία και η ενέργεια. Αντίθετα, όσοι κάνουν βήματα μπροστά κερδίζουν πρόσβαση σε επενδυτικά κεφάλαια που αναζητούν διαφάνεια, σαφή KPIs και αποδείξιμη δέσμευση στη βιωσιμότητα.
Η συζήτηση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα στην Ελλάδα, όπου το επενδυτικό ενδιαφέρον για πράσινα έργα αυξάνεται και η πολιτεία προωθεί πλέον νέα θεσμικά εργαλεία για ανακύκλωση, διαχείριση αποβλήτων, ανακατασκευή και ψηφιακή ιχνηλασιμότητα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να ενσωματώσουν την κυκλική προσέγγιση όχι ως υποχρέωση αλλά ως ευκαιρία: για μείωση κόστους, για νέα έσοδα, για βελτιωμένη εικόνα στους επενδυτές και για συμμετοχή σε μια αγορά που αλλάζει με ρυθμούς ταχύτερους από ποτέ.
Σε μια εποχή που οι επενδυτικές αποφάσεις καθορίζονται από ESG κριτήρια και που η βιωσιμότητα έχει μετατραπεί σε σκληρό δείκτη απόδοσης, η Κυκλική Οικονομία λειτουργεί ως το νήμα που ενώνει τις περιβαλλοντικές επιδιώξεις, την κοινωνική συνοχή και τη διακυβέρνηση.