Παπασταύρου: Η Ελλάδα καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με την υψηλότερη διείσδυση αιολικής και ηλιακής ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή, τόνισε ο Στ. Παπασταύρου

O υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου μιλάει στο 2ο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Επιχειρηματικότητας του Economist Impact© ΑΠΕ-ΜΠΕ/ECONOMIST IMPACT/ΒΑΪΟΣ ΧΑΣΙΑΛΗΣ

Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, μιλώντας στο 2ο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Επιχειρηματικότητας του Economist, ανέδειξε τη στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης να αξιοποιήσει τον φυσικό πλούτο της Ελλάδας (αιολική και ηλιακή ενέργεια) και την γεωπολιτική της θέση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και Ανατολική Μεσόγειο.

Όπως αναφέρει το ΥΠΕΝ, ο υπουργός τόνισε ότι η απεξάρτηση από κοστοβόρες, βλαβερές και αβέβαιες πηγές ενέργειας, απαιτεί, εκτός από την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που διαθέτουμε, τη διερεύνηση ύπαρξης πηγών ενέργειας που δεν ξέρουμε αν υφίστανται, «αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να ψάξουμε».

Όπως είπε, για την επίτευξη του στόχου αυτού απαιτείται ένας συνολικός σχεδιασμός ενεργειακής αυτονομίας, με το βλέμμα σε μία ταυτόχρονα βιώσιμη, φιλική στο περιβάλλον και ανταγωνιστική, κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη.

Ο κ. Παπασταύρου παρουσίασε τα επιτεύγματα της Ελλάδας, αναφέροντας ότι η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή κατέγραψε μείωση της τάξεως του 91% σε σχέση με το 2005, που αποτέλεσε το έτος κορύφωσης. Παράλληλα, επισήμανε ότι από το 2018, η συνολική ισχύς από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχει υπερδιπλασιαστεί, τονίζοντας ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με την υψηλότερη διείσδυση αιολικής και ηλιακής ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή.

Στα σημαντικά επιτεύγματα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κατέταξε ακόμα το γεγονός ότι η Ελλάδα έγινε το 2024 καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας, για πρώτη φορά μετά το 2000, σηματοδοτώντας ιστορική καμπή στο ενεργειακό της ισοζύγιο. Όπως είπε, το 2019 η χώρα μας επένδυσε 479 εκατ. ευρώ στα δίκτυα ενέργειας, ενώ το 2024 το ποσό αυτό έφτασε το 1,8 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, το μεγαλύτερο μέρος του εισαγόμενου φυσικού αερίου στην Ελλάδα πλέον ανακατευθύνεται σε περιφερειακές αγορές μέσω των διασυνδέσεων TAP και IGB, με κύριους αποδέκτες την Ιταλία και τα Βαλκάνια. «Το 2019, ό,τι φυσικό αέριο εισαγόταν στη χώρα καταναλωνόταν εδώ, ήμασταν απλώς προορισμός, ενώ το 2024 είχαμε γίνει διαμετακομιστικός ενεργειακός κόμβος – το περισσότερο αέριο ανακατευθύνεται προς το εξωτερικό», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Παπασταύρου παρουσίασε παράλληλα τη διακλάδωση των διακρατικών ηλεκτρικών διασυνδέσεων της Ελλάδας με την Ευρώπη και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, υπογραμμίζοντας ότι «η διασυνοριακή, πολυμερής στρατηγική μας ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας ως πραγματικού ενεργειακού κόμβου».

Καταλήγοντας, ο κ. Παπασταύρου τόνισε: «Η ενεργειακή μετάβαση έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στη ζωή μας, βελτιώνοντας όχι μόνο την οικονομία μας, αλλά και το περιβάλλον όπου ζούμε, και το οποίο θα αφήσουμε στις επόμενες γενιές. Οι ανάγκες που δημιούργησε η κλιματική κρίση, αξιοποιήθηκαν έτσι ώστε να δημιουργήσουν καίριες ευκαιρίες. Είναι η στιγμή να αλλάξουμε οριστικά σελίδα, αξιοποιώντας τα σημαντικά πλεονεκτήματα της χώρας μας, ώστε όλοι να μπορούμε να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής μας, ατομικά και συλλογικά».