Η κλιματική κρίση πλήττει τουρισμό, βιομηχανία και νοικοκυριά

Η κλιματική κρίση αλλάζει την οικονομία: απώλειες στο ΑΕΠ, πιέσεις σε τουρισμό & γεωργία, αλλά και ευκαιρίες βιώσιμης ανάπτυξης

Κλιματική αλλαγή @ pixabay

«Η κλιματική κρίση δεν αποτελεί περιφερειακή ή δευτερεύουσα πρόκληση, αλλά ζήτημα που πρέπει να ενταχθεί στον πυρήνα του εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού». Αυτό επισημαίνουν έξι νέες μελέτες του ΙΟΒΕ, που χαρτογραφούν πώς η κλιματική αλλαγή αλλάζει τους όρους του παιχνιδιού για την ελληνική οικονομία. Τουρισμός, αγροτικός τομέας, βιομηχανία, νοικοκυριά, επιχειρηματικότητα και χρηματοπιστωτικός κλάδος βρίσκονται ήδη αντιμέτωποι με κινδύνους, αλλά και ευκαιρίες που κρύβει αυτή η νέα εποχή.

Στον τουρισμό, την ατμομηχανή της ελληνικής ανάπτυξης, το κλίμα καταγράφει ένα διπλό πρόσωπο. Το 2023 ο κλάδος πρόσθεσε 11,9 δισ. ευρώ στην προστιθέμενη αξία της χώρας και στήριξε 695.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική του. Παράλληλα, όμως, γίνεται όλο και πιο ευάλωτος. Οι ανερχόμενες θερμοκρασίες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού, οδηγώντας δυνητικά σε απώλεια εσόδων 1,2 δισ. ευρώ ως το 2030, αν δεν επιμηκυνθεί η τουριστική περίοδος πέρα από το καλοκαίρι. Στον αντίποδα, η αξιοποίηση της άνοιξης και του φθινοπώρου θα μπορούσε να προσθέσει 228 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ, να δημιουργήσει 6.600 θέσεις εργασίας και να ενισχύσει τα κρατικά έσοδα κατά 53 εκατ. ευρώ.

Από τον τουρισμό, η κλιματική πρόκληση περνάει στην ύπαιθρο, εκεί όπου ο πρωτογενής τομέας καλύπτει το 39,1% της έκτασης της χώρας και καταναλώνει το μεγαλύτερο μέρος των υδάτινων πόρων. Οι επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων γίνονται όλο και πιο σφοδρές: η κακοκαιρία Daniel το 2023 κατέστρεψε 1,3 εκατ. στρέμματα καλλιεργειών και 416.000 ζώα, επιφέροντας πλήγμα 719 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ της πρώτης χρονιάς, με δυνητικές απώλειες έως 1,4 δισ. ευρώ στην τριετία. Ταυτόχρονα, όμως, ο αγροτικός τομέας κρύβει και σπουδαίες ευκαιρίες. Οι ελαιώνες, οι αμπελώνες και οι οπωρώνες μπορούν να συνεισφέρουν ετησίως 156,8 εκατ. ευρώ από τη δέσμευση άνθρακα – ποσό που αγγίζει το 15% των αμοιβών του κλάδου –, αν αξιοποιηθούν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής ενίσχυσης των βιώσιμων πρακτικών.

Η κλιματική κρίση αλλάζει το τοπίο και για τη βιομηχανία. Παρότι συνεισφέρει το 15% της προστιθέμενης αξίας της χώρας και το 9,5% της συνολικής απασχόλησης, εξακολουθεί να υστερεί τεχνολογικά: μόνο το 16% των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων αξιοποιεί ψηφιακές τεχνολογίες της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, έναντι 36% στην ΕΕ. Σε συνδυασμό με το υψηλό ενεργειακό κόστος, αυτή η καθυστέρηση δυσχεραίνει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Παρ’ όλα αυτά, η πράσινη μετάβαση προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία. Στο βασικό σενάριο θα μπορούσε να προσθέσει 4,6 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ, να δημιουργήσει 66.800 νέες θέσεις εργασίας και να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη περιοχών που βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο της δίκαιης μετάβασης, όπως η Δυτική Μακεδονία.

Την ίδια ώρα, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αγγίζουν τα νοικοκυριά. Στην ήπια εκδοχή τους, οι κλιματικές επιβαρύνσεις θα μπορούσαν να μειώσουν το εισόδημα εργασίας κατά 5%, περιορίζοντας την κατανάλωση, συρρικνώνοντας το ΑΕΠ κατά 7,9 δισ. ευρώ και στερώντας 2,5 δισ. ευρώ από τα κρατικά έσοδα. Στην πιο δυσμενή εκδοχή, το πλήγμα θα μπορούσε να διπλασιαστεί: απώλεια 16 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ, 327.000 χαμένες θέσεις εργασίας και συνολική υστέρηση κρατικών εσόδων ύψους 5,1 δισ. ευρώ. Οι επιπτώσεις θα είναι πιο σκληρές για τους οικονομικά ευάλωτους, οι οποίοι ήδη ξοδεύουν το 40% του εισοδήματός τους για στέγαση, ηλεκτρισμό, ύδρευση και καύσιμα.

Η κλιματική πρόκληση, όμως, δεν είναι μόνο κίνδυνος· κρύβει και ευκαιρίες. Οι επενδύσεις στην ανθεκτικότητα, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών, οι πολιτικές στήριξης των πιο ευάλωτων κλάδων και η στροφή σε πιο βιώσιμες πρακτικές αποτελούν το κλειδί για την επόμενη ημέρα. Όσο πιο νωρίς ξεκινήσει αυτή η μετάβαση, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η ανταμοιβή της – για την οικονομία, το περιβάλλον, αλλά κυρίως για την ίδια την κοινωνία.