Η Chevron Corp. και η TotalEnergies SE ανταγωνίζονται στην πρώτη από το 2011 δημοπρασία για τα πετρελαϊκά κοιτάσματα της Λιβύης, όπως ανακοίνωσε η κρατική πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας, στην προσπάθεια της Λιβύης, χώρας μέλος του ΟΠΕΚ, να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου σε επίπεδα ρεκόρ με τη βοήθεια διεθνών κολοσσών.
Η Eni SpA και η Exxon Mobil Corp. βρίσκονται επίσης μεταξύ των 37 εταιρειών που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον, με συμβάσεις που αναμένεται να υπογραφούν με τους επιτυχόντες πλειοδότες μέχρι το τέλος του 2025, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της National Oil Corp, Μασούντ Σελιμάν, σε συνέντευξή του στην πρωτεύουσα, Τρίπολη. «Σχεδόν όλες οι γνωστές διεθνείς εταιρείες ανταγωνίζονται για τα 22 υπεράκτια και χερσαία οικόπεδα», είπε.
Η επιστροφή ξένων εταιρειών στην εξερεύνηση θα σηματοδοτούσε μια καμπή για τη βορειοαφρικανική χώρα, η οποία φιλοξενεί τα μεγαλύτερα αποθέματα της ηπείρου, αλλά έχει δει την παραγωγή της να περιορίζεται εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων που διαρκούν περισσότερο από μια δεκαετία. Η Λιβύη είναι διχασμένη μεταξύ αντιμαχόμενων κυβερνήσεων στα ανατολικά και τα δυτικά της και οι συνεχείς κύκλοι ένοπλης βίας έχουν καταστρέψει μεγάλο μέρος των ενεργειακών υποδομών της χώρας.
Το Bloomberg σημειώνει πως ένας εκπρόσωπος της TotalEnergies αρνήθηκε να σχολιάσει επί του θέματος, ενώ η Eni και η Exxon Mobil δεν απάντησαν ούτε αυτές σε αιτήματα για σχολιασμό. Η Chevron, από την πλευρά της, σημείωσε ότι εξετάζει συνεχώς νέες ευκαιρίες εξερεύνησης, αλλά δεν σχολιάζει εμπορικά θέματα.
Οι αρχές στοχεύουν στην ημερήσια παραγωγή πετρελαίου στα 2 εκατ. βαρέλια πριν από το 2030 — ξεπερνώντας την κορύφωση των 1,75 εκατ. βαρελιών που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μουαμάρ Καντάφι το 2006. Η Λιβύη αυτή τη στιγμή αντλεί περίπου 1,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Η Λιβύη διεξήγαγε τελευταία φορά δημοπρασία για τα πετρελαϊκά της κοιτάσματα το 2007, τέσσερα χρόνια πριν από την εξέγερση που υποστηρίχθηκε από το ΝΑΤΟ και στην οποία σκοτώθηκε ο Καντάφι. Οι νικητές των νέων προσφορών θα επωμιστούν το κόστος για τις σεισμικές έρευνες και άλλα στάδια εξερεύνησης.
Η National Oil Corp αναμένει την έγκριση ενός προϋπολογισμού ανάπτυξης ύψους περίπου 3 δισ. δολαρίων, ο οποίος θα βοηθήσει στην αύξηση της παραγωγής στα 1,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως εντός ενός έτους, σύμφωνα με τον Μασούντ Σελιμάν.
Το ποσό θα χρησιμοποιηθεί εν μέρει για την ανάπτυξη εταιρειών όπως η Akakus, η οποία εκμεταλλεύεται το Sharara — το μεγαλύτερο πετρελαϊκό κοίτασμα της Λιβύης — σε μια κοινοπραξία που περιλαμβάνει τις TotalEnergies, Repsol SA , OMV AG και Equinor ASA , καθώς και κρατικές εταιρείες της Λιβύης.
Η Waha Oil Co., ένας βασικός παραγωγός της Λιβύης, έχει την ικανότητα να αυξήσει την παραγωγή στα 800.000 βαρέλια ημερησίως από 300.000 που είναι σήμερα, δήλωσε ο Σελιμάν. Μόνο η ανάπτυξη του βόρειου κοιτάσματος Jalo θα προσθέσει 100.000 βαρέλια.
Η ισπανική Repsol επανέλαβε τον Ιανουάριο τις έρευνες στη λεκάνη Marzuq, εντάσσοντας ένα αυξανόμενο σύνολο παραγωγών που επιστρέφουν στη Λιβύη μετά από 10ετή παύση. Οι Eni, OMV και BP Plc επανεκκίνησαν επίσης τις γεωτρήσεις τους πέρυσι, τερματίζοντας μια παύση που ίσχυε από το 2014.