FT για τα 10 χρόνια από το δημοψήφισμα: Πώς η Ελλάδα επέστρεψε από το χείλος του γκρεμού

Η «κωλοτούμπα» Τσίπρα μετά το δημοψήφισμα, τα «πέτρινα» χρόνια της κρίσης, η αλλαγή ρότας και τα αγκάθια, μέσα από το ρεπορτάζ των FT

Ελληνική και ευρωπαϊκή σημαία στην Ακρόπολη © INTIME

Αυτόν τον μήνα συμπληρώνεται μία δεκαετία από το δημοψήφισμα του 2015, μέσα στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Με αυτή την αφορμή, οι FT θυμούνται το ελληνικό παράδειγμα, σχολιάζοντας την εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη της χώρας μέσα σε μια δεκαετία.

«Αν η Ελλάδα έβγαινε από το ευρώ, αυτό θα ήταν το τέλος του ευρώ», λέει ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος οικονομικής πολιτικής της ΕΕ την περίοδο 2014–2019. «Γιατί αυτό θα αποδείκνυε πως το ενιαίο μας νόμισμα δεν είναι αιώνιο. Θα μετατρεπόταν απλώς σε μια ζώνη σταθερής ισοτιμίας.»

Τον Ιούλιο του 2015, οι Έλληνες ψήφισαν σε δημοψήφισμα να απορρίψουν το διεθνές πακέτο διάσωσης της χώρας, όπως τους παρότρυνε η αριστερή, λαϊκιστική κυβέρνηση, υπενθυμίζουν οι FT. Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που είχε αναλάβει την εξουσία τον Ιανουάριο του 2015 πάνω στο κύμα αγανάκτησης κατά των παραδοσιακών κομμάτων, μαζί με τον διχαστικό υπουργό Οικονομικών του, Γιάνη Βαρουφάκη, επιδίωκαν να εξασφαλίσουν καλύτερους όρους δανεισμού από τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ. Όπως σημειώνεται, η τακτική τους έφερε τη χώρα στο χείλος της εξόδου από το ευρώ, της οικονομικής κατάρρευσης και της πλήρους καταστροφής. Ωστόσο, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες, ο Τσίπρας υπαναχώρησε και ο Βαρουφάκης αποχώρησε.

Το επικίνδυνο στοίχημα του Τσίπρα με το δημοψήφισμα και η «κωλοτούμπα»

Η «κωλοτούμπα» του Τσίπρα, όπως την αποκάλεσαν οι Έλληνες — ήταν ένα επικίνδυνο στοίχημα που καθυστέρησε την ανάκαμψη και κατέστρεψε την αξιοπιστία της κυβέρνησης στους ευρωπαίους εταίρους. Ωστόσο, σηματοδότησε και την αρχή μιας νέας εποχής συμμόρφωσης με τους όρους των μνημονίων και έθεσε τις βάσεις για την ανάκαμψη. Στα δέκα χρόνια που ακολούθησαν, η Ελλάδα πέτυχε μια εντυπωσιακή επιστροφή, βγαίνοντας από το πρόγραμμα διάσωσης, διατηρώντας δημοσιονομική πειθαρχία και καταγράφοντας ανάπτυξη ταχύτερη από πιο πλούσιες οικονομίες.

«Χάσαμε ουσιαστικά το 25% του ΑΕΠ μας και φτάσαμε πολύ κοντά στο να βιώσουμε μια πλήρη κοινωνική κατάρρευση αν είχαμε εξαναγκαστεί να φύγουμε από την Ευρωζώνη», λέει στους FT ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, που διαδέχθηκε τον Τσίπρα μετά τη νίκη του κόμματός του, της Νέας Δημοκρατίας, το 2019. «Αλλά νομίζω πως αυτό αποτελεί και μαρτυρία για την ανθεκτικότητα της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού μας συστήματος.»

Οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις που υιοθέτησε τελικά η Ελλάδα μετά την κρίση άλλαξαν ριζικά την πορεία της. Η στενή επαφή με την καταστροφή αναμόρφωσε βαθιά και την Ευρωζώνη, ωθώντας την να ενισχύσει το εύθραυστο ενιαίο νόμισμα με νέα εργαλεία και θεσμούς.

Η πορεία προς την ανάκαμψη ξεκίνησε με σοβαρά λάθη

Ωστόσο, υπάρχει ακόμα πολλή δουλειά, που πρέπει να γίνει. Δέκα χρόνια μετά το αποκορύφωμα της κρίσης, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας παραμένει μόλις στο 70% του ευρωπαϊκού μέσου όρου και τα προβλήματα παραγωγικότητας εξακολουθούν να είναι οξυμένα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την πλευρά της, εξακολουθεί να μην διαθέτει μια πλήρη τραπεζική ένωση και έναν προϋπολογισμό αρκετά μεγάλο ώστε να απορροφά οικονομικά σοκ. Ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, έχει προειδοποιήσει ότι η Ένωση κινδυνεύει με μια «αργή αγωνία» εάν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει έως και 800 δισ. ευρώ ετησίως σε επιπλέον επενδύσεις για την καινοτομία και τις υποδομές, μέρος των οποίων μέσω κοινών ευρωπαϊκών δανείων.

«Η Ελλάδα έχει μεταρρυθμιστεί, αλλά δεν έχει μετασχηματιστεί. Το ίδιο ισχύει και για την Ευρωζώνη. Μπορούμε πλέον να διαχειριστούμε τα γνωστά άγνωστα, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε εγκλωβισμένοι στα εθνικά μας κουτάκια», λέει ο Τόμας Βίζερ, πρώην ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Αποκομμένη από τις αγορές το 2010, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η Ελλάδα γρήγορα κατέληξε να είναι ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης. Η χώρα είχε διαρθρωτικές αδυναμίες και υποβάθμιζε συστηματικά το πραγματικό μέγεθος του δημοσιονομικού της ελλείμματος, το οποίο το 2009 ήταν πάνω από πέντε φορές το όριο του 3% της ΕΕ.

«Η πραγματική αιτία της κρίσης το 2009 και το 2010 ήταν η παραποίηση των στοιχείων», λέει ο Μάρκο Μπούτι, πρώην ανώτερος αξιωματούχος της διεύθυνσης Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Αυτό οδήγησε σε ένα μοντέλο ηθικού κινδύνου που στιγμάτισε ολόκληρη την κρίση.»

Η Ελλάδα δεν κατάφερε να βάλει σε τάξη τα δημόσια οικονομικά της και χρειάστηκε τρεις διεθνείς διασώσεις μέσα σε οκτώ χρόνια για να αποφύγει τη χρεοκοπία, εφαρμόζοντας διαδοχικά κύματα σκληρής λιτότητας, ενώ αντιμετώπιζε πολιτική αστάθεια και κοινωνική αναταραχή.

Η πορεία προς την ανάκαμψη ξεκίνησε με σοβαρά λάθη. Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, που δρομολογήθηκε βιαστικά το 2010, διαμορφώθηκε περισσότερο με βάση την επείγουσα ανάγκη παρά την ακρίβεια στον σχεδιασμό. Εμπνευσμένο χαλαρά από παρεμβάσεις του ΔΝΤ στη Λατινική Αμερική και την υποσαχάρια Αφρική, απαιτούσε περικοπές στη χρηματοδότηση, χωρίς όμως να λάβει υπόψη τους περιορισμούς που αντιμετωπίζει μια χώρα εντός νομισματικής ένωσης χωρίς ανεξάρτητη συναλλαγματική ή νομισματική πολιτική.

Πλέον αναγνωρίζεται ευρέως — τόσο από Έλληνες, όσο και από Ευρωπαίους και στελέχη του ΔΝΤ — ότι το πρόγραμμα αυτό ήταν θεμελιωδώς εσφαλμένο στον σχεδιασμό και την υλοποίησή του. Ιδίως το πρώτο πακέτο διάσωσης «επέβαλε μια πολύ σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή, με μη ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους και φόρτωσε ολόκληρο το βάρος της προσαρμογής στην Ελλάδα», λέει ο Γιώργος Χουλιαράκης, πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και επικεφαλής διαπραγματευτής της κυβέρνησης Τσίπρα.

Η οικονομία κατέρρευσε, συρρικνούμενη κατά 26% την περίοδο 2008–2013. Η ανεργία εκτινάχθηκε στο 28%.

«Όταν μας χτύπησε, ήταν τόσο βίαιο», λέει ο Κώστας Καλαϊτζάκης, συνέταιρος στην ISV, μια εταιρεία αρχιτεκτονικής και ανάπτυξης ακινήτων στην Αθήνα. «Δεν είχαμε καθόλου δουλειά. Ερχόμασταν στο γραφείο και δεν είχαμε τίποτα να κάνουμε. Ήταν τραγικό. Ο κόσμος απλώς σταμάτησε.» Ο Μπάμπης Ιωάννου, διευθύνων εταίρος της ISV, αναγκάστηκε να απολύσει 30 από τα 80 άτομα του προσωπικού της εταιρείας και να βάλει χρήματα από την τσέπη του, για να την κρατήσει σε λειτουργία. «Δεν ξέραμε πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα», λέει. «Δεν μπορούσα να κοιμηθώ τα βράδια. Ήταν μια σκοτεινή περίοδος.»

«Ο καταστροφικός» Γιάνης Βαρουφάκης

Η ανάπτυξη είχε επιστρέψει όταν ο Αλέξης Τσίπρας, επικεφαλής του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ, ανέλαβε την εξουσία το 2015, υποσχόμενος να σκίσει τη συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές της. Η στάση του βρήκε απήχηση στους κουρασμένους Έλληνες, που έβλεπαν τα πραγματικά τους εισοδήματα να μειώνονται επί σειρά ετών. Με το ρολόι να μετρά αντίστροφα για τη λήξη του δεύτερου προγράμματος διάσωσης, η Αθήνα ξεκίνησε μια αντιπαράθεση επτά μηνών με τους πιστωτές της.

Ο Γιάνης Βαρουφάκης και άλλοι ριζοσπάστες του ΣΥΡΙΖΑ πίστευαν ότι ο κίνδυνος ενός Grexit για την υπόλοιπη Ευρωζώνη τους έδινε διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, ώστε να εξασφαλίσουν νέα χρηματοδότηση με καλύτερους όρους. Όμως, ο Βαρουφάκης έχασε γρήγορα την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων ομολόγων του. «Δεν ήταν ποτέ σε διαπραγματευτική διάθεση», λέει ο Πιερ Μοσκοβισί, πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος. «Δεν ήταν ποτέ σε διάθεση συμβιβασμού. Πάντα έκανε μαθήματα με ένα είδος ναρκισσιστικής προσέγγισης… Ήταν ένας καταστροφικός υπουργός Οικονομικών.»

Το δημοψήφισμα, τα capital control και το brain drain

Τον Ιούνιο του 2015, ο Τσίπρας προκήρυξε δημοψήφισμα για τους όρους της διάσωσης της Ελλάδας. Ήξερε ότι χρειαζόταν μια λαϊκή εντολή, όπως λέει ένας συνεργάτης του, για να καταλήξει σε συμφωνία με τους πιστωτές πάνω σε μια πρόταση που απείχε πολύ από όσα είχε υποσχεθεί. «Θα ήταν πολύ δύσκολο να φτάσουμε σε συμβιβασμό με μια γερή δόση λιτότητας χωρίς δημοψήφισμα», λέει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που διαδέχθηκε τον Βαρουφάκη ως υπουργός Οικονομικών το 2015. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λέει ότι η συμφωνία — το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης — την οποία τελικά πέτυχαν αυτός και ο Τσίπρας με τους πιστωτές, ήταν «αναμφίβολα καλύτερη» επειδή οι δημοσιονομικοί στόχοι ήταν λιγότερο αυστηροί.

Πολλοί άλλοι Έλληνες και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διαφωνούν έντονα, λέγοντας ότι η κυβέρνηση Τσίπρα πέτυχε μόνο μικρές παραχωρήσεις, αλλά με τεράστιο κόστος, επειδή ο τυχοδιωκτισμός της εξαφάνισε την αρχόμενη εμπιστοσύνη στην ανάκαμψη.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, έχει μάλιστα κοστολογήσει αυτό που αποκαλεί «η λεγόμενη διαπραγμάτευση Βαρουφάκη» — στα 85 δισ. ευρώ σε παρούσα αξία, με βάση την επιδείνωση της πρόβλεψης του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος μεταξύ τέλους 2014 και μέσα 2015.

Καθώς η Ελλάδα αψηφούσε τους πιστωτές της και ξεμείνωνε από ρευστό, οι τράπεζες έκλεισαν και χρειάζονταν επειγόντως νέα ανακεφαλαιοποίηση. Επιβλήθηκαν capital control και η οικονομία ξανακύλησε σε ύφεση. Την ίδια στιγμή, ένα κύμα νέων, μορφωμένων και ιδιαίτερα καταρτισμένων Ελλήνων εγκατέλειπαν τη χώρα για ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό.

Η αλλαγή ρότας επί ΝΔ

Ωστόσο, στα επόμενα τέσσερα χρόνια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα εφάρμοσε πιστά τους όρους του τρίτου προγράμματος διάσωσης. Έπρεπε να «υπερ-αποδώσει» για να πείσει τους επενδυτές ότι οι απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ ήταν λανθασμένες, λέει ο Γιώργος Χουλιαράκης. Η οικονομία σταθεροποιήθηκε. Το κόστος δανεισμού άρχισε να μειώνεται και η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές το 2017.

Μετά την επάνοδο της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία το 2019, η μέτρια ανάπτυξη επιταχύνθηκε, οδηγώντας τη χώρα σε εντυπωσιακή δημοσιονομική ανάκαμψη. Η Ελλάδα τρέχει πλέον πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, ενώ το δημόσιο χρέος μειώνεται ραγδαία — όχι μόνο λόγω του πληθωρισμού, αλλά και χάρη σε πρόωρες αποπληρωμές.

«Μιλάμε για μια διαφορετική οικονομία πλέον σε σχέση με αυτή που παραλάβαμε το 2019, όσον αφορά τη δημοσιονομική της υγεία και την υποκείμενη ανταγωνιστικότητα. Πολλά απομένουν να γίνουν», λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατάφερε να μειώσει τη γραφειοκρατία ψηφιοποιώντας τμήματα του δημόσιου τομέα, και περιόρισε τη φοροδιαφυγή, που κάποτε ήταν ενδημική. Καθάρισε επίσης τον τραπεζικό τομέα και αναμόρφωσε τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), μια διογκωμένη και αναποτελεσματική κρατική ενεργειακή εταιρεία.

Τροφοδοτούμενη από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ για την πανδημία, η ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ έχει πρόσφατα ξεπεράσει αυτήν πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών. Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2008.

Αυξημένες οι επενδύσεις, αλλά καλύπτουμε το χαμένο έδαφος

Η Αθήνα έχει δημιουργήσει έναν ραγδαία αναπτυσσόμενο, αν και ακόμη μικρό, τεχνολογικό τομέα. Ο Μάρκο Βερέμης, ιδρυτής της Big Pi Ventures και ένας από τους κορυφαίους επενδυτές στον ελληνικό τομέα της τεχνολογίας, λέει ότι η κρίση προκάλεσε πόνο, αλλά ταυτόχρονα απελευθέρωσε δημιουργική καταστροφή. «Αν δεν ήταν η κρίση, δεν θα υπήρχε τεχνολογικός τομέας», λέει.

Πλούσιοι Έλληνες, που συνήθως επενδύουν στο εξωτερικό, έχουν τοποθετήσει χρήματα στο ταμείο του. «Αυτό θα ήταν αδιανόητο πριν πέντε χρόνια», αναφέρει. Μετά από χρόνια λειτουργίας σε κατάσταση επιβίωσης, η ISV του Ιωάννου έχει επιστρέψει σε επίπεδα λειτουργίας προ κρίσης.

Ωστόσο, παρόλο που οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αυξηθεί στο 15%, παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ, που είναι περίπου 20%. Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, πρόεδρος του ΣΕΒ, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει επενδυτικό έλλειμμα άνω των 100 δισ. ευρώ — μια κληρονομιά ετών υποεπένδυσης και απομείωσης κεφαλαίων. «Χάσαμε μια δεκαετία παραγωγικών επενδύσεων», λέει.

Ένα μεγάλο έργο της Microsoft για την κατασκευή κέντρων δεδομένων στην Αθήνα — που ο Κυριάκος Μητσοτάκης προέβαλε το 2020 ως σύμβολο της μεταμόρφωσης της Ελλάδας σε «επενδυτικό προορισμό» — δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. «Υπήρξε πραγματική δυναμική μετά την κρίση, αλλά οι προσδοκίες μερικές φορές ξεπέρασαν την πραγματικότητα», λέει ο Θεοδόσης Μιχαλόπουλος, πρώην επικεφαλής της Microsoft Ελλάδας, Κύπρου και Μάλτας. «Έργα τέτοιας κλίμακας φυσικά απαιτούν χρόνο.»

Η μέση ωριαία παραγωγικότητα είναι λιγότερη από το μισό του μέσου όρου της ΕΕ, ένα στοιχείο που ενισχύει ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με την ανταγωνιστικότητα και τη στασιμότητα των μισθών. Η χώρα συνεχίζει να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε τομείς όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα — ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για τη λουσμένη στον ήλιο Ελλάδα, αλλά όχι απαραίτητα ευνοϊκό για μακροπρόθεσμη δημιουργία αξίας.

Ο Νίκος Βέττας, επικεφαλής του ΙΟΒΕ, δηλώνει: «Χρειαζόμαστε περισσότερη παραγωγή υψηλής προστιθέμενης αξίας — αγαθά και υπηρεσίες βασισμένα στην καινοτομία, την μοναδικότητα και το εξαγωγικό δυναμικό — όχι απλώς εμπορεύματα». Οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη και τη δημόσια διοίκηση ήταν μόνο «μικρά βήματα». «Χάσαμε μια χρυσή ευκαιρία», λέει ο Βέττας. «Ακόμη και με έναν φιλομεταρρυθμιστή πρωθυπουργό και πολιτική σταθερότητα από το 2019, δεν επιδιώξαμε φιλόδοξες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με την απαιτούμενη ένταση».

Η Ελλάδα ως «μαία της ιστορίας»

Κάποιοι, ωστόσο, επισημαίνουν τη δυσκολία να μεταρρυθμίσεις μια χώρα της οποίας οι διαρθρωτικές αδυναμίες, οι νοοτροπίες και οι κακές συνήθειες προηγούνται κατά πολύ της κρίσης — ζητήματα όπως η αργή απονομή δικαιοσύνης και η γραφειοκρατική παράλυση.

«Αυτή η κυβέρνηση έπρεπε να λύσει τα διαχρονικά προβλήματα της χώρας — οικονομικά, πολιτικά, θεσμικά, όλα αυτά που συζητιούνται επί δεκαετίες», λέει ο υπουργός Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης. «Και από την άλλη, η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί όλες τις αναδυόμενες προκλήσεις και κρίσεις των τελευταίων έξι ετών».

Για τον Γιώργο Χουλιαράκη, πρώην αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, η επιστροφή στην ευημερία πριν την κρίση παραμένει ακόμη μακρινός στόχος, παρά τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η χώρα μπορεί να υπεραποδίδει σε σχέση με τους εταίρους της, αλλά η ζημιά των χρόνων της κρίσης ήταν τόσο βαθιά, που η σύγκλιση θα απαιτήσει μια ολόκληρη γενιά συνεχούς υπεραπόδοσης. «Θα πρέπει να αναπτυσσόμαστε 1 ποσοστιαία μονάδα περισσότερο από την υπόλοιπη ΕΕ για άλλα 15 χρόνια, ώστε να φτάσουμε εκεί που ήμασταν το 2007», λέει.

Η κρίση άφησε πίσω μια διαφορετική Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα μεταμόρφωσε και την ΕΕ, έστω και με καθυστέρηση.

Καθώς η κρίση εξαπλώθηκε στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Κύπρο — απειλώντας την υπόλοιπη Ευρωζώνη — το μπλοκ τελικά συμφώνησε να δημιουργήσει έναν μόνιμο μηχανισμό διάσωσης, τον σημερινό Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Δημιούργησε επίσης σύστημα εκκαθάρισης προβληματικών τραπεζών, ενώ η ΕΚΤ μετατράπηκε σε δανειστή έσχατης ανάγκης με την ιστορική δέσμευση του προέδρου Μάριο Ντράγκι να κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να σωθεί το ευρώ.

«Λόγω της Ελλάδας, η Ευρώπη άλλαξε», λέει ο Στουρνάρας της Τράπεζας της Ελλάδος. «Η Ελλάδα ήταν η μαία της ιστορίας».

Το κενό στην ΕΕ για την απορρόφηση κρίσεων

Όταν ξέσπασε η πανδημία το 2020, η κληρονομιά των ελληνικών διασώσεων ανέδειξε την ανάγκη για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και το Ταμείο Ανάκαμψης των €800 δισ. Ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ δηλώνει ότι το μοντέλο του Ταμείου Ανάκαμψης — επενδύσεις με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις που προτείνονται από τις εθνικές κυβερνήσεις — διαμορφώθηκε βάσει των μαθημάτων από την Ελλάδα.

Ωστόσο, η Ευρωζώνη δεν διαθέτει ακόμα έναν ουσιαστικό προϋπολογισμό ή μόνιμο μηχανισμό για την απορρόφηση κρίσεων. Οι πρωτοβουλίες για δημιουργία τραπεζικής ένωσης, όπως ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων που θα μείωνε τον κίνδυνο οι προβληματικές τράπεζες να παρασύρουν υπερχρεωμένες κυβερνήσεις και το αντίστροφο, παραμένουν στάσιμες.

«Οι τράπεζες έχουν γίνει πιο πολιτικοποιημένες και πολύ πιο εθνικές απ’ ό,τι ήταν», λέει ο Λουίς Γκαρικάνο, συγγραφέας του Crisis Cycle: Challenges, Evolution, and Future of the Euro. «Χρειαζόμαστε μια πραγματική τραπεζική ένωση για να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο χρέους-τραπεζών».

Ο Μάρκο Μπούτι, πρώην αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, λέει ότι το μοτίβο λήψης αποφάσεων στην Ευρώπη που χαρακτήρισε την ελληνική κρίση — άρνηση, πανικός, γενναίες αποφάσεις, εφησυχασμός — εξακολουθεί να ισχύει. «Μόλις ληφθούν οι τολμηρές αποφάσεις και η κατάσταση βελτιωθεί, μειώνεται η διάθεση να ολοκληρωθεί το έργο».

Οι συνέπειες αυτού του μοτίβου εξακολουθούν να πληγώνουν την Ελλάδα. Σχεδόν το ένα τρίτο των Ελλήνων κινδυνεύει από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του 2024. «Το ΔΝΤ και η ΕΕ έμαθαν από αυτό. Η Ελλάδα ανάγκασε την Ευρωζώνη να εξελιχθεί», λέει ο Στουρνάρας. «Αλλά εμείς πληρώσαμε το τίμημα — οδυνηρά και δημόσια».