Στις 15 Ιουλίου, σε συνέντευξη τύπου, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης ανακοίνωσε εντός του μήνα θα κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το έκτο αίτημα πληρωμής από το Ταμείο Ανάκαμψης, συνολικού ύψους 3,9 δισ. ευρώ, δηλαδή 2,1 δισ. για το σκέλος των επιδοτήσεων και 1,8 δισ. για το σκέλος των δανείων. Τελικά στις 18 Ιουλίου κατατέθηκε το έκτο αίτημα στην Ε.Ε. χωρίς το σκέλος των δανείων για το οποίο, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο, θα κατατεθεί νέο αίτημα μέσα στον Σεπτέμβριο. Παρά την αρχική ευφορία και την κινητοποίηση των τραπεζών, το δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης αντιμετωπίζει πλέον σοβαρά θέματα απορρόφησης πόρων. Νέα δάνεια δεν χορηγούνται, οι εκταμιεύσεις γίνονται με μεγάλη καθυστέρηση, κ.ο.κ.
Για το δανειακό σκέλος του Ταμείου δεν υπάρχει η απαίτηση για απορρόφηση του συνόλου των πόρων (17 δισ. ευρώ) μέχρι τον Αύγουστο του 2026, όπως ισχύει με τους πόρους του σκέλους επιδοτήσεων. Όμως υπάρχει η απαίτηση να έχουν υπογραφεί όλες οι δανειακές συμβάσεις. Δηλαδή πρέπει να γίνει ένα θαύμα μέσα στο επόμενο 12μηνο αφού μέχρι στιγμής έχουν υπογραφεί δανειακές συμβάσεις 7,2 δισ. ευρώ. Πρέπει να υπογραφούν δανειακές συμβάσεις 6 – 7 δισ. ευρώ σε λίγους μήνες, με δεδομένο πως ένα τμήμα του δανειακού σκέλους έχουν πάει σε προγράμματα όπως «Το Σπίτι μου ΙΙ», κ.α. Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) από τα 7,2 δισ. ευρώ δανείων που έχουν χορηγηθεί μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, έχουν εκταμιευθεί ποσά περί τα 4 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, έχουν υπογραφεί 478 δανειακές συμβάσεις μέσω Ταμείου Ανάκαμψης συνολικού ύψους 7,19 δισ. ευρώ. Τα δάνεια έχουν μεσοσταθμικό επιτόκιο 1,8% και η μέση διάρκεια αποπληρωμής τους είναι τα 14 χρόνια. Τα συγκεκριμένα δάνεια χρηματοδοτούν επενδύσεις συνολικού ύψους 16,5 δισ. ευρώ αφού στα κεφάλαια μέσα του Ταμείου Ανάκαμψης πρέπει να προστεθούν 5,43 δισ. πρόσθετων δανείων από τις τράπεζες και 3,84 δισ. ιδίων κεφαλαίων από τους επενδυτές.
Με την έναρξη του Ταμείου Ανάκαμψης και μέσω του μηχανισμού για τα δάνεια που σχεδίασαν οι τότε αρμόδιοι (Θεοδ. Σκυλακάκης, Νίκος Μαντζούφας) υπήρξε κινητοποίηση των τραπεζών, αλλά και ισχυρών επιχειρήσεων που είδαν πως μπορούν να λάβουν δάνεια με ελκυστικό επιτόκιο. Έτσι είδαμε να εντάσσονται στο δανειακό σκέλος ισχυροί όμιλοι αλλά και κάποιοι μικρότεροι παίκτες που είχαν καλές σχέσεις με το τραπεζικό σύστημα. Μετά όμως είδαμε τη συνεχή κάμψη των επιτοκίων, ενώ άρχισαν να λιγοστεύουν και οι επιχειρήσεις που μπορούν να λάβουν δάνεια. Ταυτόχρονα οι καθυστερήσεις στην αδειοδότηση επενδύσεων δεν ωφελούν.
Στο σκέλος των επιχορηγήσεων, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ΤτΕ, από τα περίπου 10 δισ. ευρώ που εμφανίζεται να έχει απορροφήσει η Ελλάδα, μόλις τα 5,1 δισ. ευρώ έχουν φτάσει στους τελικούς δικαιούχους («εκταμιεύσεις προς τελικούς δικαιούχους»). Τα υπόλοιπα 4,7 δισ. ευρώ είναι «μεταβιβάσεις από κρατικό προϋπολογισμό προς φορείς», είναι δηλαδή πόροι που έχουν «παρκαριστεί» σε διάφορους κρατικούς οργανισμούς. Για να μην αδικούμε, ανάλογες καθυστερήσεις στην απορρόφηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης «διαπιστώνονται στις περισσότερες χώρες και οφείλονται κυρίως στην περιορισμένη διοικητική ικανότητα σε συνδυασμό με το μεγάλο όγκο της χρηματοδότησης και το μεγάλο διαχειριστικό φορτίο». Ειδικότερα για την Ελλάδα, «η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» εμποδίζεται επιπλέον από αδυναμία συντονισμού των διαδικασιών, καθώς και χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες σχετικές με τις δημόσιες προμήθειες και τις μεταβιβάσεις δικαιωμάτων ιδιοκτησίας».