Eurobank: Τα θετικά & αρνητικά στην ελληνική ανάπτυξη το 2ο τρίμηνο

Γιατί προβληματίζει ο πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και ποια είναι τα μηνύματα από την αγορά εργασίας

Κατάστημα Eurobank © Eurobank

Σύμφωνα με τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών του β’ τριμήνου 2025 που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο τριμηνιαίος πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή η τριμηνιαία ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), διαμορφώθηκε στο 0,6%, από 0,1% το α’ τρίμηνο 2025, και ο αντίστοιχος ετήσιος, στο 1,7%, από 2,2%, σημειώνουν οι αναλυτές της Eurobank στο οικονομικό δελτίο “7 Ημέρες Οικονομία”..

Στο πιο πρόσφατο τεύχος του περιοδικού Focus Economics (Σεπ-25), η μέση εκτίμηση της αγοράς (consensus forecast) για την ανάπτυξη στην Ελλάδα το β’ τρίμηνο 2025 ήταν 0,6% και 1,8% σε τριμηνιαία και σε ετήσια βάση αντίστοιχα. Συνεπώς, η πορεία της ελληνικής οικονομίας το β’ τρίμηνο 2025 ήταν σύμφωνη με το βασικό σενάριο της αγοράς.

Στη θετική πλευρά των αποτελεσμάτων του β’ τριμήνου 2025, συγκαταλέγονται, η αύξηση των επενδύσεων παγίων (7,4% QoQ και 6,5% YoY, βλ. Διάγραμμα 1.1) και των εξαγωγώνυπηρεσιών (2,6% QoQ και 3,9% YoY, βλ. Διάγραμμα 1.2). Η ενίσχυση των επενδύσεων παγίων -τόσο σε τριμηνιαία όσο και σε ετήσια βάση- προήλθε κυρίως από τις κατηγορίες των κεφαλαιουχικών αγαθών των κατοικιών, του μεταφορικού εξοπλισμού και των άλλων κατασκευών.

Η αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών αντανακλά πρωτίστως την καλή πορεία των τουριστικών εσόδων αλλά και τη θετική επίδοση άλλων κλάδων υπηρεσιών πλην των μεταφορών.

Τέλος, στην αρνητική πλευρά των αποτελεσμάτων του β’ τριμήνου 2025, τοποθετείται κυρίως η αναιμική επίδοση των εξαγωγών αγαθών (0,0% QoQ και -1,1% YoY), στοιχείο που χαρακτηρίζει την πορεία αυτής της συνιστώσας δαπάνης του ΑΕΠ τα τελευταία 2,5 χρόνια.

Στοιχεία τριμηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ συνεχίστηκε και το β’ τρίμ. 2025 η πτώση του μη εποχικά προσαρμοσμένου ποσοστού ανεργίας σε ετήσια βάση με ηπιότερους ρυθμούς συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο και κατήλθε στο 8,6% από 9,8% ένα έτος νωρίτερα (βλ. Διάγραμμα 3). Ο αριθμός των ανέργων περιορίστηκε κατά 55,9 χιλ., στους 411,7 χιλ. ενώ ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 59,0 χιλ. (στους 4.386,8 χιλ.), με αποτέλεσμα το εργατικό δυναμικό να αυξηθεί κατά 3,2 χιλ. (στους 4.798,6 χιλ.).

Σημειώνεται πως το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας αυξήθηκε σε ετήσια βάση από το 53,2% στο 53,3% και είναι υψηλότερο από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του αλλά παραμένει από τα χαμηλότερα στην ΕΕ-27. Παράλληλα το μη εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας τον Ιούλιο του 2025 περιορίστηκε στο 7,0% από 9,1% τον ίδιο μήνα του 2024.

Εξάλλου με βάση τα στοιχεία των ροών μισθωτής απασχόλησης του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ τον Ιούλιο του 2025 προέκυψε αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων κατά 20,7 χιλ. θέσεις εργασίας (292,3 χιλ. προσλήψεις και 313,0 αποχωρήσεις) ενώ το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2025 το ισοζύγιο ήταν θετικό κατά 319,8 χιλ. θέσεις εργασίας (2.053,0 χιλ. προσλήψεις και 1.733,2 χιλ. αποχωρήσεις).

Ολοκληρώνοντας, από την ανάλυση που προηγήθηκε προκύπτει ότι συνεχίζεται η μείωση του ποσοστού ανεργίας καθώς και η άνοδος της απασχόλησης, ενώ ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων για έβδομο συνεχόμενο τρίμηνο βρίσκεται κάτω από τις 300,0 χιλ. Ωστόσο, οι αδυναμίες στην αγορά εργασίας παραμένουν και αφορούν:

α) το χαμηλό εθνικό ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας συγκριτικά με την ΕΕ-27 και το χαμηλότερο, συγκριτικά με το εθνικό, ποσοστό συμμετοχής των γυναικών και των νέων ηλικίας 20-24 ετών,

β) την ενίσχυση της απασχόλησης που προέρχεται κυρίως από κλάδους μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών ή/και από κλάδους που είναι διεθνώς εμπορεύσιμοι αλλά σχετικά χαμηλής προστιθέμενης αξίας και εξειδίκευσης

γ) τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού, γεγονός που αποτελεί ένδειξη αναντιστοιχίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς εργασίας.