Γαλλία και Γερμανία μπροστά στο δίλημμα του νέου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού

Αναταράξεις στην ΕΕ, με τον νέο προϋπολογισμό να προκαλεί αντιθέσεις. Μισέλ Μπαρνιέ και Ζαν-Μισέλ Νορό ζητούν συντονισμό Γερμανίας - Γαλλίας

Μισέλ Μπαρνιέ © EPA/OLIVIER HOSLET / POOL

Η παρουσίαση του σχεδίου για τον επόμενο πολυετή ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (2028-2034) στις 16 Ιουλίου πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στη Γαλλία, παρότι φέρνει μαζί της μια βαθιά ανατροπή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει σχεδόν τον διπλασιασμό των δαπανών σε σύγκριση με την τρέχουσα περίοδο, ανεβάζοντας τον συνολικό προϋπολογισμό από 1,074 τρισ. ευρώ σε 1,98 τρισ. ευρώ. Την επομένη της ανακοίνωσης, το Παρίσι έσπευσε να χαρακτηρίσει το σχέδιο «φιλόδοξο», την ώρα που το Βερολίνο το χαρακτήρισε «απαράδεκτο». Η αντίφαση είναι εντυπωσιακή, με την υπερχρεωμένη Γαλλία να επιδεικνύει ενθουσιασμό, τη στιγμή που η πειθαρχημένη Γερμανία εμφανίζεται επιφυλακτική. Όμως, καθώς οι δύο χώρες καλύπτουν σχεδόν το ήμισυ των συνεισφορών στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (περίπου 43%), σε κοινό τους άρθρο στη Le Figaro, οι Μισέλ Μπαρνιέ και Ζαν-Μισέλ Νορό υποστηρίζουν ότι Γάλλοι και Γερμανοί θα όφειλαν να συντονιστούν και να προωθήσουν μια πιο συνετή οικονομική πορεία για την Ευρώπη.

Οι οκτώ κρίσιμες παρατηρήσεις για το νέο σχέδιο

Η κριτική που έχει ήδη ασκηθεί στο σχέδιο της Επιτροπής μπορεί να συνοψιστεί σε οκτώ βασικά σημεία.

1. Το κόστος του ευρωπαϊκού δανεισμού. Για πρώτη φορά, εμφανίζεται στον προϋπολογισμό η κατηγορία της αποπληρωμής δανείων. Το ετήσιο κόστος ανέρχεται σε 24 δισ. ευρώ, εκ των οποίων η Γαλλία θα επωμιστεί περίπου 5 δισ. κάθε χρόνο. Σε επτά χρόνια, η χώρα θα έχει επιστρέψει σχεδόν 40 δισ., δηλαδή όσο περίπου έλαβε από τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Και αυτό είναι μόνο η αρχή, καθώς η διάρκεια αποπληρωμής φτάνει τα 30 χρόνια.

2. Η δημοκρατική διάσταση. Η εισαγωγή της αποπληρωμής σταθεροποιεί μια πρακτική που είχε παρουσιαστεί ως προσωρινή. Το 2020, με τη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου, οι κυβερνήσεις υποστήριξαν ότι «δεν θα πληρώσει ο φορολογούμενος». Αυτό επιβεβαιώθηκε και στα κοινοβούλια το 2021, όταν δόθηκε η έγκριση. Ωστόσο, οι δεσμεύσεις για νέους πόρους δεν υλοποιήθηκαν όπως είχε προβλεφθεί: από τις τρεις πηγές (φόρος πλαστικών, μηχανισμός άνθρακα στα σύνορα, ψηφιακός φόρος) μόνο η πρώτη εφαρμόστηκε. Ο μηχανισμός άνθρακα μειώθηκε σε ελάχιστο επίπεδο και ο ψηφιακός φόρος εγκαταλείφθηκε, με αποτέλεσμα τα έσοδα να μην ξεπερνούν τα 8 δισ. ευρώ αντί για τα απαιτούμενα ποσά που θα κάλυπταν τις αποπληρωμές.

3. Η πρόβλεψη νέου δανεισμού. Η Επιτροπή εισηγείται τη δυνατότητα νέου δανείου ύψους 400 δισ. ευρώ σε περίπτωση κρίσης, χωρίς όμως να απαιτείται πια η έγκριση των εθνικών κοινοβουλίων. Αυτό εγείρει νομικά και πολιτικά ζητήματα, καθώς η Συνθήκη της ΕΕ απαγορεύει την προσφυγή σε δανεισμό, εκτός εάν τα κοινοβούλια δώσουν την έγκρισή τους. Η πρακτική της παράκαμψης δημιουργεί κίνδυνο θεσμικού προηγούμενου.

4. Η δημιουργική λογιστική των νέων πόρων. Για να αντισταθμίσει την έλλειψη ιδίων πόρων, η Επιτροπή προτείνει νέες πηγές: φορολόγηση κερδών μεγάλων επιχειρήσεων, δέσμευση εσόδων από εθνικούς φόρους καπνού και παρακράτηση 30% των εσόδων από τα δικαιώματα εκπομπών άνθρακα – ποσά που μέχρι σήμερα ανήκαν στα κράτη μέλη και χρηματοδοτούσαν την ενεργειακή μετάβαση. Η μεταφορά τους σε κοινοτικό επίπεδο μοιάζει περισσότερο με «ταχυδακτυλουργία» παρά με σταθερή λύση.

5. Η επικίνδυνη «ευελιξία». Στο έγγραφό της, η Επιτροπή ζητά περισσότερη ευελιξία, ώστε να μπορεί να διαθέτει πόρους πιο γρήγορα και αυτόνομα. Όμως, όπως υπογράμμισε και ο Μάριο Ντράγκι στην πρόσφατη έκθεσή του, η πραγματική ανάγκη είναι η επαναφορά της αρχής της επικουρικότητας και η ενίσχυση του ρόλου των κρατών-μελών, όχι η συγκέντρωση περισσότερης εξουσίας στην Κομισιόν.

6. Η συγχώνευση των πολιτικών. Ο πυλώνας «Εθνικά και Περιφερειακά Σχέδια Εταιρικής Σχέσης», με προϋπολογισμό 865 δισ. ευρώ, συγκεντρώνει σχεδόν το μισό του συνόλου. Ωστόσο, αναμιγνύει ετερόκλητες πολιτικές – περιφερειακή ανάπτυξη, μετανάστευση, κοινωνική πολιτική, τουρισμό, αλιεία και αγροτική πολιτική. Η τελευταία, μάλιστα, χάνει την αυτονομία της και μεγάλο μέρος των κονδυλίων της, εξέλιξη που προκαλεί έντονες αντιδράσεις.

7. Ο ανταγωνισμός χωρίς ευρωπαϊκή προτίμηση. Ο δεύτερος μεγάλος πυλώνας, το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανταγωνιστικότητας» με 409 δισ. ευρώ, ενισχυμένο από το πρόγραμμα Erasmus (40 δισ.) και τον μηχανισμό διασύνδεσης (81 δισ.), παρουσιάζει θετικά στοιχεία. Ωστόσο, λείπει μια καίρια προϋπόθεση: η δεσμευτική εφαρμογή της αρχής της ευρωπαϊκής προτίμησης στις δημόσιες συμβάσεις. Εάν η Ευρώπη συνεχίσει να στραφεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για ενεργειακά προϊόντα, στρατιωτικό εξοπλισμό και βιομηχανικές επενδύσεις, η εξάρτηση θα διαιωνίζεται.

8. Η εξωτερική διάσταση. Ο πυλώνας «Η Ευρώπη στον κόσμο» υπολογίζεται επισήμως στα 200 δισ. ευρώ, αλλά φτάνει στην πραγματικότητα τα 300 δισ. αν προστεθεί η βοήθεια για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής είναι εξαιρετικά ευρύ, με περίπου δέκα υποψήφιες χώρες για ένταξη, και τα κονδύλια δυσανάλογα σε σχέση με τις οικονομικές δυνατότητες της Ένωσης.

Ποια κατεύθυνση χρειάζεται η Ευρώπη

Συμπερασματικά, γράφει η Le Figaro, θα ήταν λάθος να πιστεύουμε ότι η ισχύς της Ευρώπης εξαρτάται κυρίως από την ικανότητά της να δαπανά. Αντιθέτως, για να ενισχύσει την ισχύ της, η Ευρώπη διαθέτει ήδη δύο μέσα που θα μπορούσαν να είναι πολύ αποτελεσματικά και εξαρτάται μόνο από την ίδια να τα κινητοποιήσει: μια σταδιακή διεύρυνση του φόρου άνθρακα στα σύνορα και η εφαρμογή της αρχής της ευρωπαϊκής προτίμησης. Αυτή θα ήταν μια αποτελεσματική απάντηση στις υπαγορεύσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Αρκεί βέβαια η Ευρώπη να επιδείξει σε αυτά τα δύο σημεία περισσότερη πολιτική βούληση από όση έδειξε κατά την πρόσφατη εμπορική διαπραγμάτευση!