Γραφείο Προϋπολογισμού: Απαιτούνται ταχύτερες λύσεις για τη στεγαστική κρίση

Ανάπτυξη 2,2% και πληθωρισμό 3% το 2025 προβλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού, ενώ ζητεί πιο γρήγορους ρυθμούς στη μείωση του δημοσίου χρέους

Οι σημαίες της ΕΕ και της Ελλάδας με φόντο την Ακρόπολη © Eurokinissi

Το στεγαστικό ζήτημα απαιτεί ταχύτερες λύσεις και όχι καθυστερήσεις, τόνισε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή, Γιάννης Τσουκαλάς, προτείνοντας μεταξύ άλλων άτοκα δάνεια για ανακαινίσεις. Παράλληλα, εκτίμησε ότι το «κενό ΦΠΑ» θα περιοριστεί σημαντικά μέσα στο 2025, αποφέροντας επιπλέον έσοδα έως 1 δισ. ευρώ ενώ απέκλεισε νέα μείωση του φορολογικού συντελεστή 22% στα κέρδη των επιχειρήσεων.

Στο μέτωπο της οικονομίας, παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις και την εμπορική αβεβαιότητα που ταλανίζουν το διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα διατηρεί χαρακτηριστικά «νησίδας σταθερότητας». Οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις και η θετική αναπτυξιακή δυναμική οδηγούν σε πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 2,2% το 2025.

Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,7% το δεύτερο τρίμηνο του 2025 σε ετήσια βάση, έναντι 1,5% της Ευρωζώνης. Η επίδοση αυτή στηρίχθηκε στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης, την ενίσχυση των εξαγωγών υπηρεσιών (+3,9%) αλλά και στη μείωση των εισαγωγών αγαθών (-4,8%). Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 6,5%, με θετική συμβολή σε όλους τους τομείς.

Την ίδια ώρα, ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 3,1% τον Αύγουστο, αλλά εξακολουθεί να κινείται υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,0%), επηρεάζοντας αρνητικά την ανταγωνιστικότητα. Οι πιέσεις προέρχονται κυρίως από τις υπηρεσίες και τα τρόφιμα.

Σε δημοσιονομικό πεδίο το ενοποιημένο πρωτογενές αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης για το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2025 κατέγραψε πλεόνασμα 9,2 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 2,7 δισ. σε σχέση με πέρυσι. Ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσίασε ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα 7,9 δισ. ευρώ, τροφοδοτούμενο από την αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Ο κ. Τσουκαλάς υπογράμμισε ότι η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ μπορεί να οδηγήσει σε νέες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου και να δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για μελλοντικές αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Αναφερόμενος στις αλλαγές στη φορολογική κλίμακα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ, σημείωσε ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, επισημαίνοντας ωστόσο πως «θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω οι ενδιάμεσοι συντελεστές».

Το στεγαστικό ζήτημα, πρόσθεσε, απαιτεί ταχύτερες λύσεις και όχι καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μέτρων, χωρίς να παραγνωρίζεται ο χρόνος ωρίμανσης των πολιτικών. Ως ενδεικτική παρέμβαση, τα άτοκα δάνεια για ανακαινίσεις θα μπορούσαν να συμβάλουν ουσιαστικά στην εξομάλυνση του προβλήματος.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Όπως τόνισε, το λεγόμενο «κενό ΦΠΑ» θα περιοριστεί περαιτέρω και, αν όχι φέτος, μέσα στο 2026 θα υποχωρήσει από το 10% του 2024, κοντά στον μέσο όρο της Ευρωζώνης (περίπου 5%). Μάλιστα, εντός του 2025 τα έσοδα από τον περιορισμό των απωλειών στον ΦΠΑ και τη διαμόρφωση κουλτούρας πληρωμών αναμένεται να φέρουν επιπλέον εισπράξεις ύψους 1 δισ. ευρώ. Είναι, ωστόσο, αντίθετος με το ενδεχόμενο νέας μείωσης του φορολογικού συντελεστή 22% στα κέρδη των επιχειρήσεων. Ανέφερε πάντως ότι θα υπάρξει νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών το 2026.

Σημαντική εξέλιξη για την ελληνική κεφαλαιαγορά αποτελεί η εξαγορά της ΕΧΑΕ από την Euronext, που ενισχύει τη θέση της στο διεθνές χρηματοπιστωτικό δίκτυο υψηλής κεφαλαιοποίησης. Παράλληλα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε βελτίωση κατά 1,4 δισ. ευρώ, αν και παραμένει ελλειμματικό.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έθεσε ως προτεραιότητες την άμυνα, την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική συνοχή. Τα μέτρα απλοποίησης του κανονιστικού πλαισίου και οι επενδύσεις σε ψηφιοποίηση, πράσινη μετάβαση και τεχνητή νοημοσύνη δημιουργούν νέες ευκαιρίες και για την Ελλάδα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά στην πολιτική αστάθεια στη Γαλλία, που οδήγησε σε αύξηση των αποδόσεων των γαλλικών ομολόγων πάνω από των αντίστοιχων ελληνικών τίτλων. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας από τον Fitch, αναδεικνύει τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας για το κόστος δανεισμού.

Για την Ελλάδα, η συνετή δημοσιονομική διαχείριση και η ταχεία μείωση του χρέους ενισχύουν την ελκυστικότητα των ελληνικών ομολόγων και καθιστούν τη χώρα ασφαλέστερο προορισμό για επενδύσεις.