Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος προβλέπεται να φτάσει το 100% του συνολικού παγκόσμιου ΑΕΠ μέχρι το 2029 -επίπεδο που δεν έχει καταγραφεί από την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1948 οι περισσότερες μεγάλες οικονομίες του πλανήτη βρίσκονταν σε φάση ανοικοδόμησης μετά τον καταστροφικό πόλεμο.
Στην έκθεσή του το ΔΝΤ αναφέρει ότι το δημόσιο χρέος αυξήθηκε πιο γρήγορα από τις προβλέψεις πριν από την πανδημία covid, κυρίως λόγω των μαζικών κρατικών παρεμβάσεων για την προστασία των πολιτών και τη στήριξη των επιχειρήσεων που επλήγησαν σοβαρά από τα διαδοχικά lockdowns.
Το ΔΝΤ καλεί τις κυβερνήσεις να ανακατευθύνουν τις δαπάνες προς τομείς που μπορούν να ενισχύσουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, όπως η εκπαίδευση και οι υποδομές, ώστε να βελτιωθεί το guidance των οικονομιών και να υπάρξει καλύτερη διαχείριση του χρέους.
Σημειώνεται ότι η Βρετανία συγκαταλέγεται, σύμφωνα με την έκθεση, μεταξύ των χωρών της G20, όπου το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ, μαζί με τη Γαλλία, την Ιαπωνία, τον Καναδά, την Κίνα και τις ΗΠΑ.
Το ΔΝΤ προειδοποιεί ακόμα ότι, παρά την ανάγκη για περιορισμό του χρέους, σε πολλές χώρες (όπως η Γαλλία), οι κρατικές δαπάνες συνεχίζουν να αυξάνονται, ενώ οι πολιτικοί δυσκολεύονται να επιβάλουν αυξήσεις φόρων, αναλογιζόμενοι το πολιτικό κόστος.
Πρόβλημα το χρέος στις αναδυόμενες οικονομίες
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η κατάσταση των αναδυόμενων και φτωχότερων οικονομιών, οι οποίες, παρόλο που έχουν γενικά χαμηλότερο χρέος σε σύγκριση με τις ανεπτυγμένες χώρες, αντιμετωπίζουν σοβαρότερα προβλήματα στη διαχείρισή του. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, έως και 55 χώρες αντιμετωπίζουν ήδη ή διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αντιμετωπίσουν κρίση χρέους, παρά το γεγονός ότι το χρέος τους κινείται κάτω από το 60% του ΑΕΠ.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι δαπάνες για την άμυνα, τις φυσικές καταστροφές και τις τεχνολογικές εξελίξεις (σ.σ. τεχνητή νοημοσύνη) αυξάνονται, ενισχύοντας την πίεση στους ετήσιους κρατικούς προϋπολογισμούς.