Πιερρακάκης: Nα δημιουργήσουμε Ευρωπαίους πρωταθλητές

Όλα όσα είπε στο 4ο Οικονομικό Συνέδριο της Ναυτεμπορικής ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Κυριάκος Πιερρακάκης

Ο Κυριάκος Πιερρακάκης στο 4ο Οικονομικό Συνέδριο της "Ναυτεμπορικής", με θέμα "Το Όραμα. Αυτάρκης και Ανταγωνιστική Ελληνική Οικονομία", στο Ζάππειο Μέγαρο ©eurokinissi

Στο 4ο Οικονομικό Συνέδριο της Ναυτεμπορικής στο Ζάππειο μίλησε ο Κυριάκος Πιερρακάκης, στέλνοντας το μήνυμα ότι ««Η Ελλάδα έχει επιχειρήσεις που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην παγκόσμια αγορά». Αυτό το οποίο προσπαθούμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε, να συμβάλλουμε στη δημιουργία αυτού που λέμε Ευρωπαίοι Πρωταθλητές».

Εν συνεχεία τόνισε πως  «Στην Ευρώπη δεν χρειαζόμαστε 27 πετυχημένες οικονομίες. Χρειαζόμαστε μια ενιαία αγορά εν τοις πράγμασι για να μπορέσει να αποκτήσει την κλίμακα της ανταγωνιστικότητας».

Η ομιλία του Κυριάκου Πιερρακάκη στο συνέδριο της Ναυτεμπορικής

«Κυρίες και κύριοι,

Ξεκινώ με τα αυτονόητα συγχαρητήρια στην Ναυτεμπορική και την εξαιρετική δουλειά που κάνει, καθώς και για τα συνέδριά της και για το συγκεκριμένο συνέδριο, το οποίο έχει πλέον εξελιχθεί σε θεσμό. Είχα ετοιμάσει κάποιες σκέψεις από κείμενο, αλλά θα τις αποφύγω. Αντ’ αυτού θα προσπαθήσω να μιλήσω λίγο για τη μεγάλη εικόνα και να σχολιάσω κάποια από τα πράγματα τα οποία ακούστηκαν πριν.

Θα ξεκινήσω πρώτα από τον τίτλο του συνεδρίου, λέγοντας, αφενός, ότι η διάσταση της ανταγωνιστικότητας για όλους εμάς και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ο Νο1 στόχος. Όλο το πνεύμα της έκθεσης Ντράγκι και της έκθεσης Λέτα είναι ακριβώς το να μπορέσει η Ευρώπη να αποκτήσει την ανταγωνιστικότητα που μέχρι σήμερα δεν είχε και δεν έχει στον βαθμό στον οποίο θα μπορούσε να την έχει. Και όλο αυτό έχει να κάνει με μια σειρά από παρατηρήσεις τις οποίες βλέπουμε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο Μάριο Ντράγκι, αυτό το οποίο αναφέρει, και το ανέφερε μάλιστα πολύ χαρακτηριστικά όταν είχε σηκωθεί πάρα πολύ η συζήτηση περί δασμών με τις Ηνωμένες Πολιτείες και με τη νέα πολιτική της κυβέρνησης Τράμπ, ήταν ότι μιλάμε για δασμούς, μιλάμε για εμπόδια, δηλαδή, τα οποία θα υπάρξουν στο διεθνές εμπόριο στη σχέση μας με τις ΗΠΑ, αλλά στην πράξη εμείς, τα κράτη-μέλη της ΕΕ, έχουμε αόρατους δασμούς μεταξύ μας. Έχουμε αόρατους δασμούς, τους οποίους το ΔΝΤ τους έχει υπολογίσει στο 110%, περίπου, ενός αντίστοιχου δασμού στον χώρο των υπηρεσιών και περίπου πάνω από 45% στον χώρο της μεταποίησης.

Αυτό όλο αντανακλά το γεγονός ότι ακόμη και τώρα υπάρχουν πράγματα τα οποία θα μπορούσαμε να είχαμε πετύχει ως Ευρώπη και δεν τα έχουμε πετύχει. Και αυτό βρίσκει την αντανάκλασή του στον ρυθμό ανάπτυξης των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιλάμε για την Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων, δηλαδή για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, για την Τραπεζική Ένωση. Γιατί πρέπει να μπορέσουμε να δώσουμε μια έξτρα ώθηση στην ανάπτυξη.

Διότι, για να ξεκινήσω να σχολιάζω κάποια από τα πράγματα που ακούστηκαν πριν, η πραγματικότητα λέει ότι αυτή τη στιγμή σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Ελλάδα αντιμετωπίζεται πλέον, έχοντας περάσει μια χαμένη δεκαετία, όντως ως μια χώρα η οποία έχει πετύχει πάρα πολλά πράγματα, χάρη στις τεράστιες αντοχές του λαού της.

Αρκεί κανείς να δει τα στοιχεία του δεκαετούς ομολόγου της Ελλάδας και να τα συγκρίνει με της Ιταλίας ή της Γαλλίας. Να δει την ταχεία αποκλιμάκωση του ελληνικού δημοσίου χρέους μετά τον Covid-19, είχε ακουμπήσει περίπου το 210%. Η πρόβλεψη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού είναι ότι θα είμαστε στο 137,6% του ΑΕΠ μας. Η ανεργία αποκλιμακώνεται, βρισκόμαστε πλέον στα χαμηλά, σε σύγκριση, δηλαδή, με τα νούμερα, εκείνα τα οποία είχαμε πριν από την οικονομική κρίση του 2008.

Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αρκετά μεγαλύτερος από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Όλα αυτά είναι καλά. Όλα αυτά είναι κεκτημένα. Έχουμε πλέον πρωτογενή πλεονάσματα. Το πρωί ήμασταν με τον Πρωθυπουργό, είχε έρθει ο αρμόδιος οικονομικός επίτροπος για τον προϋπολογισμό ο κύριος Σεραφίν. Είπε «χαίρομαι που είμαι σε μια χώρα οικονομικής επιτυχίας».

Αυτά λέγονται. Αυτά δεν κρύβουν, όμως, το γεγονός ότι υπάρχουν και πάρα πολλά προβλήματα και πάρα πολλές προκλήσεις, τις οποίες ακόμη και τώρα πρέπει να υπερβούμε. Είναι σαφές ότι έχουμε ακόμη ένα φάσμα εκκρεμοτήτων μπροστά μας. Ανάφερε ο κ. Κτενάς στην εισαγωγική του τοποθέτηση, τα στοιχεία της παραγωγικότητας. Ναι, η παραγωγικότητα ακόμη είναι ζητούμενο να μπορέσει να αυξηθεί και να μπορέσει να αυξηθεί γρηγορότερα. Ναι, για να μπορέσουμε να πετύχουμε ακόμη γρηγορότερους ρυθμούς ανάπτυξης θα πρέπει να μπορέσουμε να έχουμε κατακτήσεις και σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο. Και εδώ θα είναι η απόκλισή μου από τον τίτλο στον άλλο όρο, στον όρο της αυτάρκειας. Εγώ θα αντικαταστήσω τον όρο αυτάρκεια με τον όρο κυριαρχία.

Και ο όρος κυριαρχία δεν είναι απόλυτος. Ο όρος κυριαρχία, προκύπτει στη διεθνή βιβλιογραφία από τη Συνθήκη της Βεστφαλίας, το 1648. Και λέει ότι έχουμε πλήρη εξωτερική αυτονομία και πλήρη εσωτερική ιεραρχία στα κράτη μας. Αυτό δεν υπήρξε ποτέ απόλυτο. Ειδικά για εμάς τους Ευρωπαίους, εμείς επιλέξαμε να μοιραστούμε στοιχεία της κυριαρχίας μας με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ειδικά στην τομέα της οικονομίας, για να μπορέσουμε να πετύχουμε αυτή τη μεγάλη ώθηση.

Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή, με δεδομένες τις εκκρεμότητες της, με δεδομένες τις κατακτήσεις από τη μία, αλλά και όλα αυτά τα οποία πρέπει να μπορέσει να συνεχίσει να πετυχαίνει από την άλλη, πρέπει να αξιοποιήσει την παρουσία της στην Ευρώπη ακόμα περισσότερο. Και έτσι αυτό το οποίο προσπαθούμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε, να συμβάλλουμε στη δημιουργία αυτού που λέμε Ευρωπαίοι Πρωταθλητές.

Κάποτε μιλούσαμε περισσότερο για εθνικούς πρωταθλητές. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι στην Ευρώπη δεν χρειαζόμαστε 27 πετυχημένες οικονομίες. Χρειαζόμαστε μια ενιαία αγορά εν τοις πράγμασι για να μπορέσει να αποκτήσει την κλίμακα της ανταγωνιστικότητας, όπως λέει το συνέδριό σας, για να μπορέσουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να ανταγωνιστούν διεθνώς τις αμερικανικές, τις κινεζικές, επιχειρήσεις από όλο το φάσμα του πλανήτη. Κι αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα έχουμε επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να αναβαθμίσουν τους εαυτούς τους ακόμη περισσότερο για να ανταγωνιστούν σε αυτό το παγκόσμιο φάσμα του διεθνούς ανταγωνισμού.

Όλο αυτό έρχεται και συναρτάται και με την εθνική μας πολιτική. Τα εμπόδια τα οποία πρέπει ακόμα κι εμείς τώρα να αφαιρέσουμε από την εθνική οικονομία, την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας για την οποία μιλάμε πάρα πολλά χρόνια. Το επόμενο διάστημα, ανάμεσα σε άλλα, θα φέρουμε έναν νόμο σαν Υπουργείο Οικονομικών στη Βουλή, ο οποίος θα μιλάει για τα ιδρύματα εκείνα τα οποία υπάρχουν στην χώρα μας από το 19ο αιώνα, των οποίων η περιουσία ακόμη και σήμερα δεν έχει αποτιμηθεί, για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε την περιουσία τους. Να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε, δηλαδή, το οικιστικό απόθεμα, το οποίο ενδεχομένως έχουμε. Θυμάμαι αυτή τη συζήτηση από τα χρόνια των μνημονίων. Θα έρθουμε τώρα να δώσουμε μια θεσμική λύση σε αυτό το ζήτημα. Και βέβαια, ανάμεσα σε άλλα, πρέπει να μπορέσουμε να κάνουμε πολιτικές σε κλαδικό επίπεδο, οι οποίες θα απελευθερώσουν τον αναπτυξιακό στόχο.

Αναφερθήκατε, κύριε Κτενά, στον ορυκτό πλούτο, αναφερθήκατε σε μια σειρά από πράγματα τα οποία αποτελούν δυνατότητες της χώρας μας και η χώρα δεν τις έχει αξιοποιήσει. Θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν περνάγαμε τον νόμο για τα Μη Κρατικά Πανεπιστήμια ή – μάλλον – για την εγκατάσταση ξένων πανεπιστήμιων στην Ελλάδα, κάτι το οποίο είχε μείνει ως εκκρεμότητα μόνο για εμάς και την Κούβα, να γίνεται μια μελέτη της Deloitte, η οποία έλεγε ότι το αναπτυξιακό impact, η αναπτυξιακή επίδραση αυτής της μελέτης, θα είναι περίπου το 1% του ΑΕΠ, δηλαδή ποιό; Το αυτονόητο. Το καθηλωτικά προφανές, να μπορέσει η Ελλάδα να έχει ξένους φοιτητές εδώ πέρα και να μπορέσουν λιγότεροι Έλληνες φοιτητές, κατ’ αναλογίαν του πληθυσμού μας, να φεύγουν έξω για να σπουδάσουν. Το απόλυτα προφανές για δεκαετίες δεν είχε γίνει. Και αυτό το απόλυτα προφανές, μπορούσε να δώσει μια αναπτυξιακή ώθηση έξτρα της τάξης του 1%. Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου αντιστοίχως. Έχουμε πολλά τέτοια, αν θέλετε, προφανή, τα οποία σε έναν κόσμο, ο οποίος αλλάζει τρομακτικά γρήγορα, μπορούν να έρθουν και να δώσουν έξτρα αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία μας. Χρησιμοποιούσα παλιά από τα χρόνια της ψηφιακής μετάβασης την αναλογία του ότι η Ελλάδα πάντα είχε το hardware αλλά δεν είχε το software. Δηλαδή, ότι είχε την πρώτη ύλη αλλά δεν είχε τις σωστές πολιτικές, σωστές στρατηγικές για να απελευθερώσει αυτές τις δυνατότητες. Λοιπόν, τώρα τις έχει. Και για να σχολιάσω τον τελευταίο σημείο της αναφοράς σας πριν, σε σχέση με το παραγωγικό μοντέλο το οποίο οφείλει να αλλάξει, θα σας πω ότι το παραγωγικό μοντέλο όντως αλλάζει, απλώς δεν έχει αλλάξει πλήρως ακόμη. Γιατί; Γιατί έχουμε μια μεγάλη δημοσιονομική κατάκτηση, την οποία διεθνώς μας την αναγνωρίζουν. Έχουμε και μια μεγάλη ψηφιακή κατάκτηση, η οποία είναι σαφές ότι βίωσε κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας στο πεδίο και αντανακλάται εν αντιθέσει με όσα είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στους διεθνείς δείκτες.

Εγώ θα αναφέρω μόνο το δίκτυο των ψηφιακών δημοσίων υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η Ελλάδα ήταν η τελευταία το 2019 και πέρασε πάνω από το μέσο όρο σε 4 χρόνια. Και θα αναφέρω επίσης μια δημοσκόπηση, η οποία λέει ότι η δημιουργία του gov.gr θεωρείται η δεύτερη πιο δημοφιλής μεταρρύθμιση στην Ελλάδα μετά την ίδρυση του ΕΣΥ. Και στο τέλος της ημέρας θα επικαλεστώ την ατομική εμπειρία του καθενός και της καθεμιάς σας για το κατά πόσον η Ελλάδα έχει καταφέρει να κάνει ένα πολύ μεγάλο ψηφιακό άλμα, το οποίο βέβαια δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί.

Είναι πάρα πολύ σημαντικό να μπορούμε να διαφωνούμε στις ερμηνείες, αλλά να μην διαφωνούμε στα δεδομένα, ειδικά όταν αυτά θεμελιώνονται από την εμπειρία της κάθε Ελληνίδας και του κάθε Έλληνα. Κλείνω αυτή την παρένθεση για να πω ότι έχουμε την δημοσιονομική κατάκτηση, έχουμε την ψηφιακή κατάκτηση, αλλά ακόμη και τώρα έχουμε δύο εκκρεμότητες στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου.

Εξαγωγές, όταν μπήκαμε στην κρίση, ήμασταν στο 20% του ΑΕΠ και τώρα είμαστε στο 42%. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 51%. Δεν έχουμε ακόμα φτάσει εκεί που πρέπει, αλλά μπορούμε. Είμαστε σε αυτή τη διαδρομή.

Και βέβαια, η δεύτερη εκκρεμότητα είναι επενδύσεις προς ΑΕΠ. Όταν αναλάβαμε το 2019 ήμασταν στο 11% του ΑΕΠ και με βάση το προσχέδιο του προϋπολογισμού το 2026, θα φτάσουμε στο 18%. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 21,2%. Άρα έχουμε καλύψει το μεγαλύτερο κομμάτι της διαδρομής, αλλά ακόμη δεν το έχουμε καλύψει όλο. Ακόμη έχουμε δουλειά να κάνουμε, ακόμη πρέπει να πετύχουμε κατακτήσεις και βελτιώσεις στην παραγωγικότητα, αλλά σας διαβεβαιώ με σταθερότητα, με πίστη ότι μπορεί η χώρα να κατακτήσει ολοένα να και περισσότερα πράγματα και με την πεποίθηση ότι η Ελλάδα και η ελληνική οικονομία έχουν αυτές τις τεράστιες δυνατότητες πράγματι στο πεδίο και ότι μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε, μπορούμε να πετύχουμε αυτή την πολύ μεγάλη ποιοτική αλλαγή η οποία θα φτάσει σε κάθε νοικοκυριό, σε κάθε Ελληνίδα, σε κάθε Έλληνα.

Κλείνω με την εξής παρατήρηση: Αν δει κανείς ετυμολογικά τον όρο αλήθεια, αλήθεια σημαίνει μη λήθη. Υπάρχει μνήμη με τη λήθη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε από πού ξεκίνησαν αυτές οι μνήμες. Διότι θυμάμαι πάρα πολύ καλά, ειδικά όταν συναντώ την Γενική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τι ήταν Ελλάδα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πριν από λίγα χρόνια, όταν η προηγούμενη γενιά έχει περάσει το λογαριασμό στη δική μου και τι είναι η Ελλάδα σήμερα, με ιδρώτα και αίμα του ελληνικού λαού πρωτίστως, υπερβαίνοντας την πολιτική σε οποιαδήποτε κυβέρνηση.

Έχουμε πετύχει πολλά. Μπορούμε να πετύχουμε πολλά, πολλά περισσότερα, πρέπει να γίνουν πολλά ακόμα. Αλλά δεν θα αναιρέσουμε και δεν θα γκρεμίσουμε όλα αυτά που έχουμε ήδη κατακτηθεί. Όλες και όλοι, ανεξάρτητα από το πολιτικό φάσμα, ανεξάρτητα από το χρώμα, τοποθέτηση και πεποίθηση, πρέπει να χτίσουμε πάνω στα κεκτημένα. Το οφείλουμε και στους εαυτούς μας και σε όσους έχουν. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ».