Τι προβλέπει το νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης για υποδομές και μεταφορές

Tο νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης (ΕΠΑ) 2026–2030 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση έως τις 13 Νοεμβρίου. Τι προβλέπει

Οικοδομές © Eurokinissi

Το νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης (ΕΠΑ) 2026–2030, που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έως τις 13 Νοεμβρίου, καθορίζει τις βασικές προτεραιότητες των εθνικών επενδύσεων για την επόμενη πενταετία. Με συνολικό προϋπολογισμό 12,8 δισ. ευρώ και υπερδέσμευση ύψους 16,2 δισ. ευρώ (130%), το ΕΠΑ χαράσσει τον νέο αναπτυξιακό χάρτη της χώρας, δίνοντας σαφή έμφαση στις υποδομές και τις μεταφορές, που απορροφούν το μεγαλύτερο μερίδιο των διαθέσιμων πόρων.

Από τα Τομεακά Προγράμματα Ανάπτυξης (ΤΠΑ), τα οποία συγκεντρώνουν 8,74 δισ. ευρώ στον αρχικό προϋπολογισμό και 11,36 δισ. ευρώ με υπερδέσμευση (68,1% του συνόλου), ο τομέας Υποδομών και Μεταφορών κυριαρχεί με 2,612 δισ. ευρώ αρχικά και 3,395 δισ. ευρώ με υπερδέσμευση – ποσοστό 29,9% των ΤΠΑ και 20,36% του συνολικού ΕΠΑ. Πρόκειται για τον ισχυρότερο πυλώνα του προγράμματος, επιβεβαιώνοντας ότι οι επενδύσεις στη συνδεσιμότητα, την ασφάλεια μεταφορών και την ανθεκτικότητα των δικτύων αποτελούν τον κορμό της εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής.

Ακολουθούν το υπουργείο Ανάπτυξης με 1 δισ. ευρώ (11,45%), το υπουργείο Εσωτερικών με 900 εκατ. ευρώ (10,3%), το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με 850 εκατ. ευρώ (9,73%), η Παιδεία, Θρησκεύματα και Αθλητισμός με 700 εκατ. ευρώ (8,01%), η Εθνική Οικονομία και Οικονομικά με 460 εκατ. ευρώ (5,26%) και η Ψηφιακή Διακυβέρνηση με 400 εκατ. ευρώ (4,58%). Στις υποστηρικτικές δράσεις περιλαμβάνονται η Κλιματική Κρίση και Πολιτική Προστασία (380 εκατ. ευρώ), η Υγεία (250 εκατ. ευρώ), ο Πολιτισμός (300 εκατ. ευρώ) και το Περιβάλλον και Ενέργεια (200 εκατ. ευρώ).

Η επενδυτική κατεύθυνση του ΕΠΑ καλύπτει όλο το φάσμα των δημοσίων έργων, από την ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών αξόνων -όπως ο Ε65 και ο Πάτρα–Πύργος- έως τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου με συνδέσεις λιμένων και βιομηχανικών περιοχών, την αναβάθμιση των logistics hubs, τις λιμενικές υποδομές, τα έργα πράσινης αστικής κινητικότητας και τις αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις. Παράλληλα, το πρόγραμμα εισάγει νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως ΣΔΙΤ, δάνεια και εγγυήσεις, με στόχο τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων και τη μέγιστη αποδοτικότητα των επενδύσεων.

Στον άξονα της περιφερειακής ανάπτυξης, τα Περιφερειακά Προγράμματα Ανάπτυξης (ΠΠΑ) διαθέτουν 2,5 δισ. ευρώ στον αρχικό προϋπολογισμό και 3,25 δισ. ευρώ με υπερδέσμευση (19,5% του συνολικού ΕΠΑ). Η Αττική συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη χρηματοδότηση με 445 εκατ. ευρώ (17,82%), ακολουθούμενη από τη Δυτική Ελλάδα με 285 εκατ. ευρώ, τη Στερεά Ελλάδα με 275 εκατ. ευρώ, την Κεντρική Μακεδονία με 215 εκατ. ευρώ και τις περιφέρειες Κρήτης, Θεσσαλίας και Πελοποννήσου, που ενισχύονται επίσης με σημαντικούς πόρους. Στα Νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, η συνολική κατανομή υπερβαίνει τα 300 εκατ. ευρώ, χρηματοδοτώντας έργα βιώσιμης κινητικότητας, ενέργειας και ύδρευσης. Η χωρική στόχευση του προγράμματος επιδιώκει να μειώσει τις ανισότητες και να δημιουργήσει νέους πυρήνες παραγωγικής ανάπτυξης πέρα από τα μεγάλα αστικά κέντρα.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι οι διαθέσιμοι πόροι του Αναπτυξιακού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΑΠΔΕ) αυξάνονται εντυπωσιακά την περίοδο 2024–2026, φτάνοντας τα 16,7 δισ. ευρώ το 2026, δηλαδή 6,4% του ΑΕΠ, το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 16 ετών. Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσουν το 6,9% του ΑΕΠ, έναντι 3,6% στην Ευρωζώνη, στοιχείο που επιβεβαιώνει τη στροφή της χώρας προς ένα ενεργό, επεκτατικό μοντέλο επενδυτικής πολιτικής.

Η πράσινη μετάβαση, η ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική κρίση και η ψηφιακή αναβάθμιση αποτελούν εγκάρσιες προτεραιότητες του προγράμματος, με έργα που αφορούν την αντιπλημμυρική προστασία, την ενεργειακή αποδοτικότητα, την ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών και τη βελτίωση των αστικών μεταφορών. Μέσα από αυτό το συνεκτικό και φιλόδοξο πλαίσιο, το ΕΠΑ 2026–2030 στοχεύει όχι μόνο στην ενίσχυση των υποδομών, αλλά στη δημιουργία μιας Ελλάδας πιο ανθεκτικής, βιώσιμης και διασυνδεδεμένης, ικανής να αποτελέσει κόμβο μεταφορών και ανάπτυξης για ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.