Μεγάλες μπίζνες στα Βαλκάνια και στην Ουκρανία βλέπουν οι ελληνικοί κατασκευαστικοί όμιλοι

Η χώρα διανύει μια περίοδο πρωτοφανούς κατασκευαστικής δραστηριότητας, με το ανεκτέλεστο των μεγάλων ομίλων να έχει εκτοξευθεί στα 17 δισ.

Κατασκευαστικός κλάδος © 123rf

Η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή πρόκληση των επόμενων ετών και οι ελληνικοί κατασκευαστικοί όμιλοι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Η χώρα μας διανύει σήμερα μια περίοδο πρωτοφανούς κατασκευαστικής δραστηριότητας, με το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των μεγάλων ομίλων να έχει εκτοξευθεί σε πάνω από 17 δισ. ευρώ, υπερτριπλάσιο σε σχέση με το 2019. Ωστόσο, όταν αυτός ο κύκλος ολοκληρωθεί, μετά το 2030, το ενδιαφέρον αναμένεται να στραφεί πέρα από τα ελληνικά σύνορα.

Έτσι, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η επόμενη μέρα για τον κλάδο δείχνει να βρίσκεται στα Βαλκάνια και την Ουκρανία, όπου διαμορφώνεται ένα νέο πεδίο δραστηριότητας για τις ελληνικές εταιρείες, που έχουν ήδη αποδείξει τη δυναμική τους. Το φιλόδοξο πρόγραμμα ανασυγκρότησης της Ουκρανίας εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ, με την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων να θεωρείται αναπόφευκτη. Όπως επισήμανε και ο Μανώλης Σιγάλας, ανώτερος αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Ευρώπης της Hill International στο 8ο Athens Investment Forum (AIF), η Ουκρανία σίγουρα τα επόμενα χρόνια θα προχωρήσει σε ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων για την αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας, ώστε να χρηματοδοτηθεί η ανοικοδόμηση, μετά τη λήξη του πολέμου.

Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ανοικοδόμησή της  θα μπορούσε να στηριχθεί σε τρεις βασικούς άξονες, που δείχνουν τον δρόμο για την επόμενη μέρα του κλάδου. Πρώτον, στην ανάδειξη μιας νέας γενιάς στελεχών και μηχανικών με διεθνή εμπειρία και τεχνική επάρκεια. Δεύτερον, στην ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών εταιρειών που έχουν ήδη παρουσία στα Βαλκάνια και μπορούν να επεκταθούν δυναμικά στην ουκρανική αγορά. Και τρίτον, στη σύνδεση των υποδομών με την καινοτομία, αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες και εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης στα έργα που έρχονται. Η συγκυρία, σύμφωνα με τον κ. Σιγάλα, είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή, αρκεί να υπάρξουν στρατηγικός σχεδιασμός και μεθοδική προσέγγιση, ώστε η εμπειρία των ελληνικών ομίλων να μετατραπεί σε πραγματικό πλεονέκτημα στο νέο κύμα έργων που ανοίγεται μπροστά.

Την ίδια στιγμή, το γεωοικονομικό τόξο που εκτείνεται από το Κίεβο έως τη Σόφια και το Βουκουρέστι βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας ευρωπαϊκής πολιτικής για τις υποδομές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση περνά σε μια νέα εποχή αμυντικής ετοιμότητας και ενισχυμένης κινητικότητας, προωθώντας έργα διττής χρήσης, όπως λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρομικά και οδικά δίκτυα, αλλά και τον εκσυγχρονισμό υπαρχουσών εγκαταστάσεων. Από το 2028 και μετά, το πρόγραμμα Connecting Europe Facility, με προϋπολογισμό περίπου 82 δισ. ευρώ, θα κατευθύνει σημαντικούς πόρους στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ενισχύοντας τη θέση του Νότου και εξισορροπώντας την προηγούμενη εστίαση στη Βόρεια Ευρώπη.

Σε αυτό το περιβάλλον, οι ελληνικοί κατασκευαστικοί όμιλοι έχουν ήδη δημιουργήσει σταθερό εφαλτήριο στη βαλκανική αγορά, αξιοποιώντας την εμπειρία και το μέγεθος που απέκτησαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Η ενίσχυση της παρουσίας τους στα δημόσια έργα σε Ρουμανία και Βουλγαρία λειτουργεί ως «εισιτήριο» για το επόμενο βήμα, που είναι η διεκδίκηση συμβάσεων παραχώρησης και έργων μέσω Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα. Πρόκειται για μια αγορά η οποία βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αλλά εμφανίζει σημαντικές προοπτικές, καθώς αυτήν την περίοδο σχεδιάζονται έργα παραχώρησης συνολικής αξίας 4 έως 5 δισ. ευρώ. Οι συνθήκες στις δύο χώρες βελτιώνονται σταδιακά, διευκολύνοντας τη συμμετοχή ξένων επενδυτών. Στη Βουλγαρία η είσοδος στη ζώνη του ευρώ περιορίζει τον συναλλαγματικό κίνδυνο και ενισχύει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ενώ στη Ρουμανία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει για την προώθηση των ΣΔΙΤ και των παραχωρήσεων, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση των μεγάλων επενδύσεων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Μέσα σε αυτό το τοπίο, οι ελληνικές εταιρείες διαθέτουν όλα τα χαρακτηριστικά για να βρεθούν στην πρώτη γραμμή των νέων έργων που σχεδιάζονται στη βαλκανική περιοχή.

Με αιχμή τη Ρουμανία, η Aktor ενισχύει δυναμικά τη διεθνή της παρουσία, αναλαμβάνοντας καίρια έργα υποδομής, που τη φέρνουν στο επίκεντρο του νέου μεταφορικού χάρτη της Ανατολικής Ευρώπης. Ξεχωρίζει η αναβάθμιση της σιδηροδρομικής γραμμής Brașov–Sighișoara, ενταγμένη στον Διάδρομο Ρήνου – Δούναβη, έναν από τους σημαντικότερους εμπορευματικούς άξονες της ηπείρου. Το έργο, που θα ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2026, θα επιτρέπει ταχύτητες έως 160 χλμ./ώρα, σε δίκτυο όπου σήμερα δεν ξεπερνούν τα 60 χλμ./ώρα. Η Ρουμανία έχει εξελιχθεί στη μεγαλύτερη διεθνή αγορά της AKTOR, αντιστοιχώντας στο 22% της συνολικής της δραστηριότητας, έναντι 15% το 2024. Ο ανεκτέλεστος φτάνει τα 4,3 δισ. ευρώ, τα έσοδα του πρώτου εξαμήνου του 2025 τα 623 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 17%, ενώ η εταιρεία διεκδικεί έργα 3,7 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με όσα είχε δηλώσει στο παρελθόν ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Αλέξανδρος Εξάρχου, στόχος έως το 2030 είναι η AKTOR να καθιερωθεί ως κορυφαία δύναμη στις υποδομές, τις παραχωρήσεις, τα ΣΔΙΤ, τις ΑΠΕ και την ανάπτυξη ακινήτων στη Ρουμανία, όπου δραστηριοποιείται ήδη από το 2004. Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, με το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο παραχωρήσεων στην Ελλάδα, στοχεύει σε έργα παραχωρήσεων και ΣΔΙΤ σε Ρουμανία και Βουλγαρία. Ήδη ο όμιλος μειοδότησε πρόσφατα σε δύο σιδηροδρομικά έργα στη Ρουμανία, προϋπολογισμού περί τα 800 εκατ. ευρώ. Αξιοσημείωτη αλλά και σταθερή είναι και η παρουσία της ΑΒΑΞ, με προσανατολισμό σε μεταφορικές και ενεργειακές υποδομές.

Στο εσωτερικό μέτωπο, η ελληνική κατασκευαστική αγορά διανύει εξαιρετικά δυναμική φάση. Ο εντεταλμένος σύμβουλος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Πέτρος Σουρέτης, τόνισε ότι «την τελευταία δεκαετία βιώνουμε μια πολύ καλή εποχή για τις κατασκευές».  Ο ρυθμός εκτέλεσης έργων κυμαίνεται την τελευταία τριετία μεταξύ 3 και 3,5 δισ. ευρώ ετησίως. Ακόμη και με άνοδο στα 4-4,5 δισ., διαμορφώνεται ορίζοντας έντονης δραστηριότητας έως το 2030 και πέραν αυτού, καθώς ο σχεδιασμός μεγάλων έργων επεκτείνεται χρονικά. Η επέκταση του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», τα έργα στο Ελληνικό και οι συνεχιζόμενες επεκτάσεις του μετρό συνθέτουν ένα χαρτοφυλάκιο που στηρίζει την παραγωγή έργων. Παρά τις προκλήσεις, οι προοπτικές παραμένουν θετικές, με την περίοδο 2026-2028 να προδιαγράφεται ως κορύφωση και την ανάγκη για στρατηγικό σχεδιασμό να καθίσταται επιτακτική, ώστε να αποφευχθεί «γκρεμός» μετά την κορύφωση. Ο ίδιος με τη σειρά του υπογράμμισε τρεις τάσεις που καθορίζουν το μέλλον του κλάδου: η τεχνολογία και η Τεχνητή Νοημοσύνη, ο ενεργειακός μετασχηματισμός και η ανθεκτικότητα των έργων απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.