Η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως σχέδιο δεκαετίας, οργανωμένες επενδύσεις και την ικανότητα να μάθει από χώρες όπως η Ισπανία. Αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα της συζήτησης που είχε ο επικεφαλής του Sani/Ikos Group, Ανδρέας Ανδρεάδης, με τη δημοσιογράφο Ελένη Βαρβιτσιώτη, στο πλαίσιο του συνεδρίου Reimagine Tourism της Καθημερινής, στο επίκεντρο του οποίου βρέθηκε η στρατηγική πορεία του ελληνικού τουρισμού.
Παράλληλα, ο κ. Ανδρεάδης ανέλυσε πώς ο ελληνικός τουρισμός έχει πλέον αποκτήσει εξαγώγιμη τεχνογνωσία, πώς η φιλοξενία αποτελεί «DNA» της χώρας, αλλά και γιατί η συζήτηση περί «υπερτουρισμού» είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα ελλείψεων στη στρατηγική, στην οργάνωση και στις υποδομές.
Η αυθεντικότητα ως εξαγώγιμο προϊόν
Ο κ. Ανδρεάδης ξεκίνησε τη συζήτηση από το ανθρώπινο στοιχείο. Η Ελλάδα, όπως τόνισε, διαθέτει ένα μοναδικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο πλεονέκτημα: την έμφυτη φιλοξενία.
«Το πιο πολύτιμο που έχει η χώρα μας και δεν το έχουμε αντιληφθεί όσο θα έπρεπε, είναι η φιλοξενία του Έλληνα… η αγάπη να δίνουν υπηρεσίες με συναισθηματικό τρόπο», ανέφερε. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό το χαρακτηριστικό εμφανίζεται στο 15% των νέων στην Ελλάδα, όταν στην Ισπανία, μια ώριμη τουριστική δύναμη, αγγίζει μόλις το 5%.
Η φιλοσοφία αυτή αποτυπώνεται και στο αποκαλούμενο Ikos Magic, μια εμπειρία που στηρίζεται στην εμμονή με την εξυπηρέτηση και στη δυνατότητα του προσωπικού να λύνει άμεσα κάθε πρόβλημα, ακόμη και σε απαιτητικούς επισκέπτες. Η επιτυχία, ωστόσο, δεν προέρχεται από αυστηρά πρωτόκολλα, αλλά από ελευθερία έκφρασης.
«Έχουμε μια βίβλο, αλλά δεν λέει τα βήματα… αφήνουμε τον νέο άνθρωπο να εκφραστεί με τον δικό του τρόπο. Αυτό είναι αυθεντικό και πιο δυνατό», είπε, αντιπαραβάλλοντας τη δική τους προσέγγιση με τον μηχανικό, αυτοματοποιημένο χαρακτήρα των ασιατικών μοντέλων εξυπηρέτησης.
Πώς «εξάγεται» η ελληνική φιλοξενία
Η μεταφορά αυτού του μοντέλου στο εξωτερικό, όπως στην Ισπανία όπου λειτουργούν πλέον μονάδες Ikos, έγινε με σημαντικές ελληνικές ομάδες: περίπου 250 Έλληνες σε κάθε ξενοδοχείο, οι οποίοι λειτουργούν ως φορείς κουλτούρας.
Σε συνεργασία με 500-600 εργαζόμενους από την Ισπανία και τρίτες χώρες, εφαρμόστηκε ένα στοχευμένο μοντέλο επιλογής προσωπικού μέσω ψυχομετρικών τεστ, ώστε οι νέοι στον κλάδο να είναι δεκτικοί και εύπλαστοι στη φιλοσοφία της αυθεντικής εξυπηρέτησης.
Η επιτυχία αυτής της εξαγωγής; Περίπου 60–70%, όπως εκτιμά ο κ. Ανδρεάδης. Όμως το μοντέλο είναι απαιτητικό, προϋποθέτει πάθος, αντοχές και μια βαθιά εσωτερική ικανοποίηση από τη δημιουργία εμπειρίας στους επισκέπτες. «Πρέπει να είσαι obsessed», τόνισε χαρακτηριστικά.
Υπερτουρισμός: Ένα σύμπτωμα, όχι η αιτία
Η συζήτηση για τον υπερτουρισμό, που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, αντιμετωπίστηκε από τον κ. Ανδρεάδη υπό ένα διαφορετικό πρίσμα. «Υπερτουρισμός υπάρχει όταν δεν υπάρχουν σωστές υποδομές και πάνω απ’ όλα σωστό σχέδιο», είπε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ελλάδα πάσχει από έλλειψη ξεκάθαρης στόχευσης, απουσία μακροπρόθεσμου σχεδίου και αδυναμία χωροταξικού σχεδιασμού σε επίπεδο περιοχής.
Η κατάσταση περιπλέκεται από την έλλειψη δεδομένων, master planners υψηλού επιπέδου και μιας δομημένης δεκαετούς στρατηγικής που θα προσδιορίσει από το ΑΕΠ της χώρας το 2035 έως την ανάπτυξη δεύτερης κατοικίας, τις ανάγκες των υποδομών και την κατεύθυνση των επενδύσεων.
Το αποτέλεσμα; «Η Ελλάδα χάνει 20-30% σε όλα – στην αξία της γης, στην αξία των ακινήτων, στις υπηρεσίες», επειδή δεν έχει σταθερότητα και οργάνωση ανάλογη της Ισπανίας.
Το ισπανικό μοντέλο: Μαθήματα για την Ελλάδα
Ο κ. Ανδρεάδης ήταν σαφής: η Ισπανία υπερέχει σε υποδομές, θεσμική ωριμότητα και φορολογικό πλαίσιο – και η Ελλάδα πρέπει να αντλήσει μαθήματα από εκεί.
Κύριες διαφορές που ανέδειξε:
- Πολύ καλύτερες υποδομές (αεροδρόμια, οδικά δίκτυα, δίκτυα ύδρευσης-αποχέτευσης, πάρκα).
- Ωριμότερη τοπική αυτοδιοίκηση με ισχυρή τεχνογνωσία και φορολογική αυτοτέλεια.
- Χαμηλότερο ΦΠΑ στην τουριστική δραστηριότητα κατά 5 μονάδες, που ενισχύει την ανταγωνιστικότητα.
- Πολύ υψηλότερο κόστος κατασκευής μονάδων, αλλά τα χρήματα αυτά επιστρέφουν στις τοπικές κοινωνίες μέσω επενδύσεων.
- Χαμηλότερη φορολογία στην εργασία, που επιτρέπει στους εργαζόμενους να λαμβάνουν έως 60% υψηλότερο καθαρό μισθό σε σχέση με την Ελλάδα, παρά το υψηλότερο κόστος για τις επιχειρήσεις.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών αποτυπώνεται και στις τιμές: «Ένα Ikos στη Μαρμπέγια έχει 30% καλύτερο ADR από την Κέρκυρα και 20% από την Κρήτη, με φυσική ομορφιά χαμηλότερου επιπέδου», εξήγησε, υπογραμμίζοντας πως η διαφορά δημιουργείται από την ποιότητα των υποδομών και τη σταθερότητα των υπηρεσιών.
Οι προοπτικές της επόμενης χρονιάς και η ανάγκη για νέο σχέδιο
Για τη χρονιά που έρχεται, ο κ. Ανδρεάδης εμφανίστηκε επιφυλακτικός. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει επιβράδυνση, οι φορολογικές πιέσεις σε Γερμανία και Αγγλία περιορίζουν τη ζήτηση, ενώ η ενίσχυση του ευρώ καθιστά την Ευρώπη ακριβότερη για τους Αμερικανούς.
«Με δυσκολία θα προσεγγίσουμε τα περσινά νούμερα», είπε, τονίζοντας ότι η τάση αύξησης των εσόδων “επιπεδώνει”. Για να ανακτήσει η Ελλάδα ανοδική πορεία, απαιτείται νέο σχέδιο, με σαφείς στόχους για την επόμενη δεκαετία.
Το μήνυμα προς την κυβέρνηση
Ο κ. Ανδρεάδης ήταν κατηγορηματικός: αυτό που αποθαρρύνει τους επενδυτές δεν είναι ο υπερτουρισμός, αλλά η απουσία σχεδίου. Η Ελλάδα έχει μοναδικά ισχυρά χαρακτηριστικά, από το ανθρώπινο δυναμικό μέχρι την ομορφιά και τη γαστρονομία της, αλλά χωρίς στρατηγική, οι δυνατότητες μένουν αναξιοποίητες. Η δυσπιστία προς το πολιτικό σύστημα εντείνεται, ενώ το έλλειμμα σχεδιασμού οδηγεί σε στρεβλώσεις που εκφράζονται ως «υπερτουρισμός».
Η συζήτηση στο Reimagine Tourism κατέστησε σαφές ότι ο ελληνικός τουρισμός έχει φτάσει σε ένα σημείο καμπής. Μπορεί να εξάγει τεχνογνωσία, να δημιουργεί σχολή στην αυθεντική φιλοξενία και να αναπτύσσεται διεθνώς. Όμως το μέλλον του απαιτεί σοβαρό χωροταξικό, φορολογικό και αναπτυξιακό σχεδιασμό.
Και, όπως επανέλαβε ο Ανδρέας Ανδρεάδης, η Ισπανία προσφέρει ένα πρότυπο από το οποίο η Ελλάδα έχει πολλά να διδαχθεί, ιδίως στον τρόπο που συνδυάζει την ποιότητα των υποδομών με τη σταθερότητα, την οργάνωση και τον επενδυτικό προσανατολισμό.
Μέχρι τότε, το μεγάλο ζητούμενο παραμένει: ένα πραγματικό εθνικό σχέδιο για τον τουρισμό και την οικονομία γενικώς.