Τα χριστουγεννιάτικα markets έχουν εξελιχθεί από καθαρά εορταστικά γεγονότα σε έναν από τους ισχυρότερους μηχανισμούς χειμερινού τουρισμού στην Ευρώπη. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της The Data Appeal Company και της Mabrian (Almawave Group), τα επτά δημοφιλέστερα Christmas markets της Κεντρικής Ευρώπης αναμένεται να προσελκύσουν 17,3 εκατ. επισκέπτες και να δημιουργήσουν οικονομικό αποτύπωμα €986,8 εκατ. ευρώ το 2025. Πρόκειται για μια επίδοση που αποτυπώνει τη δυναμική των πόλεων να ενεργοποιούν την τοπική οικονομία σε μια παραδοσιακά «νεκρή» τουριστικά περίοδο.
Η Γερμανία κυριαρχεί απόλυτα στον ευρωπαϊκό χάρτη των Christmas markets, φιλοξενώντας έξι από τα επτά markets της ανάλυσης. Η παράδοση αιώνων, η πυκνότητα διοργανώσεων, οι σιδηροδρομικές συνδέσεις και η ισχυρή γαστρονομική ταυτότητα δημιουργούν ένα ολοκληρωμένο προϊόν city break χαμηλής εποχικότητας. Χαρακτηριστικά, Κολωνία και Αμβούργο συγκεντρώνουν το 44% της συνολικής δαπάνης, με οικονομικό αντίκτυπο €229,4 εκατ. και €207 εκατ. αντίστοιχα.
Η Κολωνία καταγράφει την κορυφαία επίδοση: 4 εκατ. επισκέπτες και το υψηλότερο οικονομικό αποτέλεσμα μεταξύ όλων των αγορών που εξετάστηκαν. Η επιτυχία της δεν οφείλεται μόνο στο μέγεθος, αλλά και στη σαφή τοποθέτηση της πόλης ως εμβληματικού χριστουγεννιάτικου προορισμού. Αντίστοιχα, το Βερολίνο αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς δύο αγορές του (Spandau και Breitscheidplatz) περιλαμβάνονται στην πρώτη επτάδα, με συνολικό αποτύπωμα €191,4 εκατ., σε μια πόλη που φιλοξενεί πάνω από 90 χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις. Την επτάδα συμπληρώνει το Στρασβούργο στη Γαλλία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατανομή της δαπάνης. Το 58% κατευθύνεται σε φαγητό και ποτό, το 28% στις μεταφορές και μόλις το 14% στη διαμονή. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι τα Christmas markets απευθύνονται κυρίως σε τοπικούς και περιφερειακούς επισκέπτες ημερήσιας εκδρομής, μετατρέποντας τα κέντρα των πόλεων σε υπαίθριους χώρους κοινωνικής συνεύρεσης και κατανάλωσης εμπειριών.
Για τους DMOs και τους δήμους, το μήνυμα είναι σαφές: τα Christmas markets λειτουργούν ως άγκυρες χειμερινού τουρισμού, εργαλεία branding και μοχλοί στήριξης της τοπικής επιχειρηματικότητας. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο η προσέλευση, αλλά η διασύνδεσή τους με ευρύτερα προϊόντα φιλοξενίας, πολιτισμού και γαστρονομίας που παρατείνουν τη διάρκεια παραμονής.
Τα ελληνικά χριστουγεννιάτικα πάρκα
Σε αντίθεση με την Κεντρική Ευρώπη, η Ελλάδα δεν ανέπτυξε κλασικά Christmas markets, αλλά επένδυσε σε θεματικά χριστουγεννιάτικα πάρκα, τα οποία λειτουργούν κυρίως με ελεύθερη είσοδο και έντονο οικογενειακό χαρακτήρα. Παρά τη διαφορετική δομή, ο οικονομικός τους αντίκτυπος είναι πλέον μετρήσιμος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, εντυπωσιακός.
Μύλος των Ξωτικών – Τρίκαλα: το ελληνικό case study χειμερινού τουρισμού
Ο «Μύλος των Ξωτικών» αποτελεί το πιο ώριμο και χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η διοργάνωση έχει καθιερώσει τα Τρίκαλα ως κορυφαίο χειμερινό προορισμό, προσελκύοντας πάνω από 1 εκατ. επισκέπτες ετησίως. Αν και δεν υπάρχουν επίσημα συγκεντρωτικά στοιχεία για το σύνολο της οικονομικής συνεισφοράς, εκτιμήσεις που έχουν δημοσιευθεί σε οικονομικά και ενημερωτικά μέσα ανεβάζουν το συνολικό αποτύπωμα σε βάθος χρόνου πάνω από τα €100 εκατ.
Η επίδραση είναι άμεση και πολυεπίπεδη: Πληρότητες ξενοδοχείων και καταλυμάτων (ξενοδοχεία και Airbnb) που αγγίζουν το 95%-97%, αύξηση τιμών διαμονής κατά την περίοδο λειτουργίας, ενίσχυση εστίασης, λιανεμπορίου και υπηρεσιών, διάχυση της ζήτησης στην ευρύτερη Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων και τους όμορους νομούς.
Ο Μύλος δεν λειτουργεί απλώς ως event, αλλά ως σταθερός μηχανισμός τουριστικής ζήτησης, με τη δημοτική αρχή να τον αντιμετωπίζει πλέον ως στρατηγικό αναπτυξιακό εργαλείο.
Ονειρούπολη – Δράμα: Κοινωνικό πρόσημο με καθαρό δημοτικό κόστος
Διαφορετικό είναι το οικονομικό μοντέλο της Ονειρούπολης στη Δράμα. Σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό του Δήμου, η περσινή διοργάνωση έκλεισε με έξοδα €514.000 και άμεσα έσοδα €230.000. Το ισοζύγιο είναι αρνητικό σε επίπεδο δημοτικού ταμείου, ωστόσο η πραγματική οικονομική επίδραση μεταφέρεται εκτός προϋπολογισμού.
Η Ονειρούπολη λειτουργεί ως εργαλείο τόνωσης της τοπικής αγοράς, αυξάνοντας την επισκεψιμότητα, την κατανάλωση στην εστίαση και τη διαμονή, ενώ διατηρεί ισχυρό κοινωνικό χαρακτήρα μέσω της δωρεάν πρόσβασης. Το μοντέλο της Δράμας αναδεικνύει το δίλημμα πολλών δήμων: άμεση δημοσιονομική απόδοση ή έμμεση τοπική ανάπτυξη.
Πεδίον του Άρεως: Μαζικότητα και αστική οικονομία
Το χριστουγεννιάτικο χωριό στο Πεδίον του Άρεως καταγράφει εντυπωσιακά μεγέθη. Πέρυσι υποδέχθηκε περίπου 1,1 εκατ. επισκέπτες, καθιστώντας το σημείο αναφοράς σε πανελλαδικό επίπεδο. Η ελεύθερη είσοδος, σε συνδυασμό με δεκάδες εμπορικά περίπτερα, παγοδρόμιο, εκδηλώσεις και συναυλίες, μετατρέπει το πάρκο σε ισχυρό κόμβο κατανάλωσης.
Η Περιφέρεια Αττικής τοποθετεί συνειδητά τη διοργάνωση ως εργαλείο κοινωνικής συνοχής, αλλά και ενίσχυσης της τοπικής αγοράς. Ένα σημαντικό μέρος του κόστους του καλύπτεται από χορηγούς. Το οικονομικό όφελος δεν αποτυπώνεται άμεσα σε έσοδα διοργάνωσης, αλλά σε αυξημένη εμπορική κίνηση, προβολή της Αθήνας ως city break προορισμού και επαναφορά των δημόσιων χώρων στο οικονομικό προσκήνιο.
ΔΕΗ Christmas Factory: Ψυχαγωγία με εισιτήριο
Το Christmas Factory στην Τεχνόπολη διαφοροποιείται, καθώς λειτουργεί με εισιτήριο και με έντονη εμπλοκή ιδιωτικών χορηγιών. Η διοργάνωση δημιουργεί εποχικές θέσεις εργασίας, στηρίζει τοπικούς προμηθευτές, καλλιτέχνες και επιχειρήσεις εστίασης, ενώ ενισχύει την επισκεψιμότητα στο κέντρο της Αθήνας.
Παράλληλα, μέσω της ΔΕΗ, ενσωματώνει δράσεις εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, προσδίδοντας στο event διπλό αποτύπωμα: οικονομικό και κοινωνικό. Πρόκειται για ένα πιο «αγοραίο» μοντέλο, με άμεση κατανάλωση και σαφέστερη σύνδεση με την αστική οικονομία.
Τα ελληνικά χριστουγεννιάτικα πάρκα δεν έχουν ακόμη το οικονομικό αποτύπωμα των μεγάλων ευρωπαϊκών Christmas markets. Ωστόσο, εξελίσσονται σε κρίσιμα εργαλεία τοπικής ανάπτυξης, με ισχυρή επίδραση στη διαμονή, την εστίαση και το λιανεμπόριο. Το επόμενο βήμα για τις ελληνικές πόλεις είναι η συστηματική μέτρηση του οικονομικού τους αντίκτυπου και η στρατηγική τους ένταξη στον χειμερινό τουριστικό σχεδιασμό, όχι ως κόστος, αλλά ως επένδυση.