Μια πιο σύνθετη και ώριμη εικόνα για τον ελληνικό τουρισμό αποτυπώνουν τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) για το εντεκάμηνο Ιανουαρίου–Νοεμβρίου 2025. Πέρα από το συνολικό ρεκόρ επιβατικής κίνησης, τα δεδομένα δείχνουν ότι η ζήτηση δεν αυξάνεται απλώς ποσοτικά, αλλά αναδιατάσσεται γεωγραφικά και χρονικά, δημιουργώντας νέα δεδομένα για προορισμούς, επενδύσεις και υποδομές.
Τα στοιχεία των αεροδρομίων της ΥΠΑ, της Fraport και του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών δείχνουν ότι το 2025 δεν ήταν απλώς «μια ακόμη καλή χρονιά», αλλά έτος επιβεβαίωσης μιας βαθύτερης μετατόπισης.
Οι μεγάλοι κόμβοι παραμένουν ο βασικός μοχλός
Το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών εξακολουθεί να λειτουργεί ως ο βασικός επιταχυντής της συνολικής ανόδου, ενισχύοντας τον ρόλο του ως μητροπολιτικού και διαμετακομιστικού hub για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η αύξηση της επιβατικής κίνησης στο εντεκάμηνο δεν συνδέεται μόνο με τον τουρισμό, αλλά και με επαγγελματικά ταξίδια, city breaks και συνδέσεις μεγάλων αποστάσεων, στοιχείο κρίσιμο για τη διαφοροποίηση του ελληνικού προϊόντος.
Αντίστοιχα, η Θεσσαλονίκη ενισχύει σταθερά τη θέση της ως περιφερειακό κέντρο για τη Βόρεια Ελλάδα και τα Βαλκάνια, ενώ μεγάλοι τουριστικοί προορισμοί όπως η Ρόδος, το Ηράκλειο, η Κέρκυρα, τα Χανιά και η Κως καταγράφουν διψήφιες αυξήσεις στο εντεκάμηνο. Η εικόνα αυτή υποδηλώνει ότι οι ώριμοι προορισμοί όχι μόνο αντέχουν στις πιέσεις κορεσμού, αλλά συνεχίζουν να απορροφούν αυξημένη ζήτηση, κυρίως από το εξωτερικό.
Η άνοδος των «δευτερευόντων» προορισμών
Το πιο ενδιαφέρον όμως στοιχείο των φετινών δεδομένων αφορά τα κρατικά αεροδρόμια της ΥΠΑ, τα οποία εμφανίζουν εντυπωσιακές επιδόσεις σε ποσοστιαία βάση. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Νέα Αγχίαλος καταγράφει άνοδο 46,3% στο εντεκάμηνο, η Σύρος 39,6% και η Νάξος 17,8%.
Οι αυξήσεις αυτές δεν είναι συγκυριακές. Αντίθετα, συνδέονται με τη βελτίωση της συνδεσιμότητας, την ενίσχυση των εσωτερικών δρομολογίων και –σε ορισμένες περιπτώσεις– τη σταδιακή είσοδο επιλεγμένων διεθνών πτήσεων. Παράλληλα, αντικατοπτρίζουν τη στρατηγική επιλογή μέρους της ζήτησης να στραφεί σε λιγότερο κορεσμένους, μικρότερης κλίμακας προορισμούς, με χαμηλότερο λειτουργικό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Επιμήκυνση της σεζόν και «εξομάλυνση» της ζήτησης
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει και η χρονική κατανομή της κίνησης. Τα στοιχεία της ΥΠΑ δείχνουν ότι η άνοδος δεν περιορίζεται στους μήνες αιχμής του Ιουλίου και του Αυγούστου, αλλά επεκτείνεται στην άνοιξη και το φθινόπωρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Νοέμβριο, οι επιβάτες που πέρασαν από το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν περίπου 196.000 περισσότεροι από τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, άνω των 42.000 ήταν οι επιπλέον επιβάτες στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης και άνω των 20.000 οι επιπλέον επιβάτες στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου. Ενώ ταυτόχρονα, οι επιβάτες στη Σάμο αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 200% (από 4.450 πέρυσι τον Νοέμβριο, σε 13.463 τον ίδιο μήνα φέτος) και κατά 113% στο αεροδρόμιο Ιωαννίνων “Βασιλεύς Πύρρος” (από 4.156 πέρυσι σε 8.856 φέτος).
Η τάση αυτή ενισχύει την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και μειώνει την ακραία συγκέντρωση επισκεπτών, στοιχείο με σαφές οικονομικό και επιχειρησιακό αποτύπωμα.
Για τις τοπικές οικονομίες, η εξέλιξη αυτή μεταφράζεται σε σταθερότερες ροές εσόδων, καλύτερη αξιοποίηση υποδομών και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε εξωτερικά σοκ. Για τους επενδυτές, δημιουργεί προϋποθέσεις για projects με πιο ισορροπημένο cash flow και μικρότερη εξάρτηση από λίγες εβδομάδες αιχμής.
Τι δείχνει η μεγάλη εικόνα
Συνολικά, το εντεκάμηνο του 2025 επιβεβαιώνει ότι ο ελληνικός τουρισμός περνά σε μια φάση ωρίμανσης. Η αύξηση της επιβατικής κίνησης συνδυάζεται με ανακατανομή της ζήτησης, ενίσχυση της περιφέρειας και σταδιακή αποδυνάμωση του ακραία εποχικού μοντέλου.
Η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία της ΥΠΑ δεν αφορά μόνο τον τουρισμό, αλλά αγγίζει άμεσα τις επενδύσεις, τις μεταφορές και τη χωρική ανάπτυξη. Εφόσον οι τάσεις αυτές διατηρηθούν, το στοίχημα για την επόμενη ημέρα δεν θα είναι απλώς η περαιτέρω αύξηση των αριθμών, αλλά η ποιοτική διαχείριση της ανάπτυξης και η καλύτερη ισορροπία μεταξύ ζήτησης, υποδομών και τοπικών κοινωνιών.