Μηνύματα για την ελληνική οικονομία από Παρίσι και Βρυξέλλες

Στην υπουργική σύσκεψη του ΟΟΣΑ στο Παρίσι ο Πιερρακάκης. Παρουσιάζονται οι νέες προβλέψεις για την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία

Η ελληνική σημαία με φόντο την Ακρόπολη © Eurokinissi

Μηνύματα με πολλούς αποδέκτες αναμένεται να εκπέμψουν σήμερα και αύριο τόσο ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την ελληνική οικονομία να βρίσκεται στο επίκεντρο των προβλέψεων, των συστάσεων και των πολιτικών πρωτοβουλιών.

Η αρχή γίνεται σήμερα από το Παρίσι, όπου παρουσιάζονται οι νέες προβλέψεις του ΟΟΣΑ για την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία, σε μια συγκυρία αυξημένης γεωπολιτικής έντασης και αναδιατάξεων στο παγκόσμιο εμπόριο. Στο επίκεντρο θα βρεθεί και η Ελλάδα, με την αποτίμηση της ανθεκτικότητάς της να αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένης της πρόσφατης εκτίμησης της Κομισιόν για ανάπτυξη 2,3% το 2025 και 2,2% το 2026.

Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, συμμετέχει στην υπουργική διάσκεψη του ΟΟΣΑ, η οποία έχει ως βασική θεματική την ανάγκη υιοθέτησης νέων εργαλείων πολιτικής για βιώσιμη ανάπτυξη, με έμφαση στην καινοτομία και τις επενδύσεις. Στο πλαίσιο αυτό, ο Έλληνας υπουργός θα είναι βασικός ομιλητής σε ειδική συνεδρίαση για την ενίσχυση της ψηφιακής οικονομίας, όπου θα συζητηθούν τρόποι ενθάρρυνσης ιδιωτικών και ξένων επενδύσεων, μεταρρυθμίσεις και καλές πρακτικές για την προώθηση της καινοτομίας. Παράλληλα, είναι προγραμματισμένη συνάντησή του με τον γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ, Μάθιας Κόρμαν.

Αύριο το επίκεντρο μεταφέρεται στις Βρυξέλλες, με την Κομισιόν να δημοσιοποιεί τις εαρινές της συστάσεις προς τα κράτη-μέλη, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην πρόταση για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους αυστηρούς κανόνες του νέου ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου. Το κρίσιμο τεχνικό σημείο αφορά την επιλογή του «έτους βάσης», με το οποίο θα υπολογίζεται το όριο αύξησης των δαπανών. Αρχικά η Κομισιόν προσανατολιζόταν στο 2021, όταν οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας είχαν εκτιναχθεί στο 2,7% του ΑΕΠ λόγω των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Η επιλογή εκείνης της χρονιάς θα περιόριζε σχεδόν στο μηδέν τα περιθώρια μελλοντικών αυξήσεων, στερώντας από την κυβέρνηση κρίσιμη ευελιξία.

Ωστόσο, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, για την Ελλάδα έχει πλέον «κλειδώσει» ως έτος βάσης το 2024 -όταν οι αμυντικές δαπάνες διαμορφώθηκαν στο 2,2% του ΑΕΠ-, κάτι που ενισχύει σημαντικά τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο από το 2026 και μετά. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, το 2026 εκτιμάται ότι οι δαπάνες για εξοπλιστικά θα φτάσουν στο 2,5% του ΑΕΠ, οπότε η διαφορά αυτή κατά 0,3% του ΑΕΠ σε σχέση με το 2024 αντιστοιχεί σε περίπου 600 εκατ. ευρώ, τα οποία όχι μόνο δεν θα «φορτωθούν» στο έλλειμμα, αλλά θα λειτουργήσουν προσθετικά στη «μαγιά» των διαθέσιμων εσόδων, που θα αποτελέσουν τη νέα «δύναμη πυρός» για τις φοροελαφρύνσεις στη μεσαία τάξη.

Αύριο αναμένονται, επίσης, τα μηνύματα της Επιτροπής για την πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης. Η Κομισιόν αναμένεται να ξεκαθαρίσει ότι δεν θα υπάρξει παράταση πέραν της προγραμματισμένης λήξης του προγράμματος, δηλαδή τον Αύγουστο του 2026. Η απόφαση αυτή προκαλεί ήδη αντιδράσεις σε χώρες με σημαντικές καθυστερήσεις στα έργα, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Ωστόσο, η Επιτροπή αναμένεται να προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία εντός του ισχύοντος πλαισίου, π.χ. με ταχύτερες αξιολογήσεις, παρατάσεις στην τεκμηρίωση οροσήμων και πιθανές προσαρμογές στους ελέγχους.

Για την Ελλάδα, που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών όσον αφορά την εκταμίευση των πόρων, η πρόκληση δεν αφορά την πρόσβαση στα κονδύλια, αλλά την επιτάχυνση της απορρόφησης, καθώς οι ρυθμοί σε αυτό σκέλος είναι κατώτεροι των εκτιμήσεων. Ήδη έχει υποβληθεί η αναθεώρηση του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0», το οποίο περιλαμβάνει και το σκέλος του RepowerEU. Αμέσως μετά την έγκρισή του, αναμένεται να υποβληθεί το αίτημα για την έκτη δόση του Ταμείου, ύψους 3,9 δισ. ευρώ. Από τα συνολικά 30,5 δισ. ευρώ που δικαιούται η Ελλάδα, απομένουν προς εκταμίευση 14,7 δισ. ευρώ, με 258 ορόσημα να πρέπει να επιτευχθούν έως τον Αύγουστο του 2026.