Με το βλέμμα στραμμένο στις διεθνείς αβεβαιότητες και τις εγχώριες πιέσεις στο καλάθι της νοικοκυράς βρίσκεται το οικονομικό επιτελείο καθώς τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό και τη βιομηχανική παραγωγή μόνο καθησυχαστικά δεν είναι.
Τον Ιούνιο, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αναρριχήθηκε στο 3,6%, το υψηλότερο ποσοστό στην ευρωζώνη, ξεπερνώντας με διαφορά τον μέσο όρο του «μπλοκ», που διαμορφώθηκε στο 2%, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Eurostat. Η χώρα καταγράφει τον πέμπτο υψηλότερο ετήσιο πληθωρισμό στην ευρωζώνη, όταν μόλις πριν έναν χρόνο βρισκόταν στη 11η θέση με 2,5%. Η επιτάχυνση του πληθωρισμού αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα στοιχεία των τελευταίων μηνών «σκαρφαλώνοντας» από το 2,7% τον Απρίλιο στο 3,3% τον Μάιο και πλέον στο 3,6% τον Ιούνιο.»
Αντίθετα, η ευρωζώνη κινείται με πολύ πιο ήπιους ρυθμούς με τις ανησυχίες να επικεντρώνονται στις εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις. Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή αναμένονται στις 9 Ιουλίου, με την αγορά να προεξοφλεί συνέχιση της ανοδικής τάσης. Ήδη τον Μάιο, ο εθνικός πληθωρισμός είχε φτάσει στο 2,5%, με βασικά προϊόντα διατροφής όπως ψωμί, γάλα, φρούτα και καφές να παρουσιάζουν αισθητές αυξήσεις.
Ακόμα πιο ανησυχητικές είναι οι ανατιμήσεις στους λογαριασμούς ενέργειας αφού τον Μάιο, οι τιμές του ρεύματος αυξήθηκαν κατά 18%, ενώ το φυσικό αέριο κινήθηκε στο +11,1%. Παράλληλα, τα ενοίκια διατηρούνται σε σταθερά ανοδική τροχιά, με ετήσια αύξηση 10,9%. Όλα αυτά, σε ένα περιβάλλον όπου οι μισθοί αυξάνονται με πιο συγκρατημένους ρυθμούς, προκαλώντας συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης και πιέσεις στη μέση ελληνική οικογένεια.
Την ήδη επιβαρυμένη εικόνα από τον επίμονο πληθωρισμό επιδεινώνει η «κόπωση» στον κλάδο της βιομηχανίας, ενισχύοντας τα σημάδια αστάθειας στην οικονομία. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία του ΙΟΒΕ υποχώρησε στις 107,6 μονάδες τον Ιούνιο, από 110,8 τον Μάιο. Η πτώση αυτή οφείλεται κυρίως στην εξασθένηση των εκτιμήσεων για την παραγωγή τους επόμενους μήνες.
Το ισοζύγιο παραγγελιών και ζήτησης καταγράφει επιδείνωση, με το 21% των επιχειρήσεων να δηλώνει χαμηλό επίπεδο νέων παραγγελιών. Ο κλάδος πλήττεται περισσότερο από την αβεβαιότητα του διεθνούς περιβάλλοντος και την ενίσχυση του εμπορικού προστατευτισμού, που δυσχεραίνει τις εξαγωγικές δραστηριότητες και φρενάρει την παραγωγή.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ, «η οικονομία διέρχεται μια περίοδο έντονων αβεβαιοτήτων», με τη βιομηχανία να είναι από τους πρώτους τομείς που αποτυπώνουν την εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην εξωστρέφεια και τις γεωοικονομικές αναταράξεις.
Σε αντιδιαστολή, οι τομείς των υπηρεσιών, του λιανεμπορίου και των κατασκευών συνεχίζουν να καταγράφουν θετικές προσδοκίες. Ο τουρισμός, η ισχυρή εσωτερική κατανάλωση και το σημαντικό ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων στις κατασκευές φαίνεται πως προσφέρουν ένα μαξιλάρι ανθεκτικότητας στην οικονομία, έστω και προσωρινά.
Ωστόσο, η δυναμική αυτών των τομέων δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τους δομικούς κινδύνους που διαμορφώνονται στο μέτωπο των τιμών και της βιομηχανικής παραγωγής. Η πιθανότητα επιδείνωσης του πληθωριστικού περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με εξασθένηση της παραγωγικής βάσης, εντείνει τον προβληματισμό για τις προοπτικές της οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του έτους.