Την ανησυχία του για το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη να παραμείνει κάτω από τον στόχο του 2% για παρατεταμένο χρονικό διάστημα εξέφρασε ο Όλι Ρεν, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Φινλανδίας. Όπως δήλωσε στο συνέδριο της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας, υπάρχει κίνδυνος να παγιωθούν οι χαμηλές προσδοκίες των πολιτών για τις μελλοντικές τιμές.
«Είμαι αρκετά ανήσυχος για το γεγονός ότι ο πληθωρισμός είναι κάτω από τον στόχο για εκτεταμένο χρονικό διάστημα», είπε. «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα γίνει μόνιμο και δεν θα περάσει στις προσδοκίες των ανθρώπων».
Η ΕΚΤ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να κινείται κάτω από τον στόχο του 2% για τους επόμενους 18 μήνες. Σύμφωνα με τον Όλι Ρεν, αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες: οι οικονομίες των 20 χωρών της Ευρωζώνης δυσκολεύονται να αναπτυχθούν, ενώ παράλληλα το διεθνές εμπόριο επηρεάζεται αρνητικά από τους αμερικανικούς δασμούς και τις γεωπολιτικές εντάσεις.
Αν ο πληθωρισμός μείνει για καιρό χαμηλά, υπάρχει ο φόβος ότι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα συνηθίσουν σε αυτό και θα περιμένουν μικρές ή καθόλου αυξήσεις τιμών στο μέλλον – κάτι που μπορεί να περιορίσει ακόμα περισσότερο την ανάπτυξη.
Αν και ο πληθωρισμός πλησίασε πρόσφατα τον στόχο του 2%, η ΕΚΤ εξακολουθεί να είναι σε επιφυλακή. Όπως εξήγησε ο Ρεν, «είμαστε σε καλό σημείο, αλλά δεν υπάρχει λόγος για εφησυχασμό».
Οι επενδυτές προβλέπουν ότι το βασικό επιτόκιο καταθέσεων θα παραμείνει στο 2% αυτόν τον μήνα, αλλά αναμένουν ότι ίσως υπάρξει μία ακόμα μείωση μέχρι το τέλος του έτους. Αν η πορεία των τιμών δεν βελτιωθεί, η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να χαλαρώσει ξανά τη νομισματική της πολιτική.
Ένα άλλο ζήτημα που απασχολεί την ΕΚΤ είναι η ισοτιμία του ευρώ. Ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας, Λουίς ντε Γκίντος, δήλωσε ότι αν το ευρώ ξεπεράσει το 1,20 δολάριο, τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα για τον πληθωρισμό. Όσο πιο ισχυρό είναι το ευρώ, τόσο φθηνότερες γίνονται οι εισαγωγές – και αυτό μπορεί να μειώσει την αύξηση των τιμών στην Ευρώπη.
Ο Όλι Ρεν τόνισε ότι η ΕΚΤ δεν στοχεύει συγκεκριμένη ισοτιμία για το ευρώ, αλλά παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Παραδέχτηκε επίσης ότι η φετινή άνοδος του ευρώ βοήθησε στο να πλησιάσει ο πληθωρισμός τον στόχο:
«Η ανατίμηση του ευρώ μας βοήθησε να φτάσουμε τον στόχο του 2% προς το παρόν. Παρακολουθούμε στενά την πορεία της ισοτιμίας».
Για τον Ρεν, το μεγαλύτερο ρίσκο είναι η αλλαγή στις προσδοκίες των πολιτών. Αν όλοι αρχίσουν να θεωρούν ότι οι τιμές δεν πρόκειται να αυξηθούν σημαντικά, τότε οι μισθοί θα πιέζονται, οι επιχειρήσεις δεν θα επενδύουν και η οικονομία θα κινδυνεύει να «κολλήσει». Αυτός είναι και ο λόγος που η ΕΚΤ επιμένει να υπενθυμίζει ότι ο στόχος του 2% παραμένει σταθερός και δεν αλλάζει, ακόμη και αν οι πραγματικές τιμές μένουν πίσω.