«Πράσινο φως» για δημοσιονομική ανάσα άνω των 500 εκατ. ευρώ «ανάβει» το Eurogroup σήμερα και το Ecofin αύριο, μέσω της ειδικής ρήτρας διαφυγής που εξαιρεί τις αμυντικές δαπάνες από τους αυστηρούς περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας. Η εξαίρεση αφορά 16 χώρες -μεταξύ αυτών και η Ελλάδα- και επιτρέπει πρόσθετες δαπάνες έως 1,5% του ΑΕΠ για εξοπλιστικά προγράμματα χωρίς να προσμετρώνται στο έλλειμμα. Ωστόσο, οι σχετικές επιβαρύνσεις θα καταγράφονται στο δημόσιο χρέος.
Η ρήτρα θα ισχύσει για την περίοδο 2025-2028, με δυνατότητα παράτασης για έναν επιπλέον χρόνο, ενώ τα κράτη-μέλη θα υπόκεινται σε ετήσιο έλεγχο εφαρμογής. Για την Ελλάδα, η πρόβλεψη αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς ευθυγραμμίζεται με το νέο Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικού Εξοπλισμού 2025–2036. Οι δαπάνες αυξάνονται από 2,2% του ΑΕΠ το 2024 σε 2,3% το 2025 και 2,5% το 2026.
Καθοριστικής σημασίας είναι η αλλαγή του έτους βάσης για τις στρατιωτικές δαπάνες: από το 2021 μεταφέρεται στο 2024. Αν είχε διατηρηθεί το 2021 – όταν οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες ξεπερνούσαν το 3% του ΑΕΠ– δεν θα υπήρχε περιθώριο ευελιξίας. Με τη νέα βάση, η αύξηση κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο περίπου 500 εκατ. ευρώ.
Το ποσό αυτό θα κατευθυνθεί στον «κουμπαρά» του 1 δισ. ευρώ που έχει δημιουργηθεί από τη συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών και των πρόσθετων εσόδων από τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, διαμορφώνοντας έτσι ένα «πακέτο» ελαφρύνσεων συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ που θα ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ.
Η Κομισιόν προειδοποιεί ότι η ρήτρα διαφυγής δεν αποτελεί «λευκή επιταγή». Υπενθυμίζει πως πρόκειται για προσωρινή χαλάρωση και επιμένει στη διατήρηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, ώστε να αποφευχθεί εκτροχιασμός ελλείμματος και χρέους από το 2029 και μετά.
Ειδικά για την Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η επίπτωση από την αξιοποίηση της ρήτρας διαφυγής θα είναι 1,2% του ΑΕΠ στο έλλειμμα και 1,8% στο χρέος έως το 2028. Αυτό σημαίνει πως χωρίς προσαρμογές, η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική σταθερότητα μπορεί να κλονιστεί σοβαρά μετά το τέλος της περιόδου ευελιξίας.
Σύμφωνα με τις συστάσεις της Κομισιόν, η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε ετήσιες δημοσιονομικές παρεμβάσεις ύψους 0,2% του ΑΕΠ (500 εκατ. ευρώ) για τέσσερα έτη ή, εναλλακτικά, 0,1% για επτά έτη, εφόσον επιλεγεί μεγαλύτερος χρονικός ορίζοντας στο επόμενο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα.
Η αξιολόγηση των σχεδίων έγινε σε δύο κύκλους. Ο πρώτος που καλύπτει την περίοδο 2025-2028 και αφορά την ενεργοποίηση της ρήτρας και την προσωρινή χαλάρωση. Ο δεύτερος που ξεκινά από το 2029 και εστιάζει στην αποκατάσταση των δημοσιονομικών ισορροπιών, με αυστηρότερους στόχους για το έλλειμμα και το χρέος.
Η ρήτρα προβλέπει ανώτατο όριο 1,5% του ΑΕΠ με βάση το έτος 2021 και αφορά τις εξής χώρες: Βέλγιο, Βουλγαρία, Τσεχία, Δανία, Γερμανία, Εσθονία, Κροατία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβενία, Σλοβακία, Φινλανδία και Ελλάδα.