Το μόνο που δεν πρέπει να συμβεί απ’ εδώ και στο εξής, είναι οι φορολογούμενοι να πληρώσουν τα σπασμένα της συμμορίας του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αντίθετα, τόσο η εθνική, όσο και η κοινοτική νομοθεσία, έχουν προβλέψει τη διαδικασία επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων και τον καταλογισμό ευθυνών σε όσους έκαναν λάθη, παραλείψεις και σκόπιμη διασπάθιση κοινοτικού χρήματος.
Όπως αναφέρουν νομικές πηγές, η εμπειρία που έχει αποκτηθεί έως σήμερα τόσο από την Ελλάδα, όσο και από άλλες χώρες της Ε.Ε. στο θέμα των κοινοτικών επιδοτήσεων, έχει διαμορφώσει ένα σαφές και στέρεο νομικό πλαίσιο διεκδίκησης των… κλεμμένων.
Η Ελληνική κυβέρνηση έχει επιφορτίσει την ΑΑΔΕ και η Οικονομική Αστυνομία για την επιστροφή των κλεμμένων. Είναι μια δύσκολη άσκηση καθώς ο ΟΠΕΚΕΠΕ βρίσκεται σε μια μεταβατική κατάσταση, ενώ η ΑΑΔΕ που θα αναλάβει στο μέλλον το έργο του ΟΠΕΚΕΠΕ, θα πρέπει να ζητεί κάθε φορά την πρόσβαση στα στοιχεία τους και ο υπηρεσιακός μηχανισμός του να το υλοποιεί. Στο παρελθόν αυτό δεν ήταν εύκολο, αλλά τώρα εκτιμάται ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει.
Τα βήματα ωστόσο, που πρέπει να ακολουθηθούν υποχρεωτικά εκ του νόμου είναι τα εξής:
1. Ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ενισχύσεων
Η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ενισχύσεων αποτελεί κρίσιμο κομμάτι της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Βασίζεται στο ενιαίο θεσμικό πλαίσιο των Κανονισμών 2021/2116, 2022/127 και 2022/128 και περιλαμβάνει εντοπισμό παρατυπιών, επίσημη απόφαση ανάκτησης, συμψηφισμό ποσών, ενημέρωση της Επιτροπής και δυνατότητα προσφυγών.
Η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ενισχύσεων στον αγροτικό τομέα διέπεται σήμερα από το νέο σύστημα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), το οποίο βασίζεται κυρίως:
- στον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/2116 για τη «Χρηματοδότηση, διαχείριση και παρακολούθηση της ΚΑΠ»
- στον εκτελεστικό Κανονισμός (ΕΕ) 2022/128 για λεπτομέρειες στον συμψηφισμό και τις γνωστοποιήσεις
- στον εκτελεστικό Κανονισμό (ΕΕ) 2022/127 (Delegated) για την πιστοποίηση φορέων πληρωμής, ελέγχους, εγγυήσεις κ.λπ
Τα ειδικότερα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν, σύμφωνα με τους νομικούς, είναι τα εξής:
Ανεξάρτητο όργανο που συγκροτείται από την Διαχειριστική Αρχή της ΚΑΠ 2023-2027 του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης (https://www.agrotikianaptixi.gr/diacheiristiki-archi-efd/) με απόφαση Υπουργού να κάνει έλεγχο σε όλες τις περιπτώσεις χρηματοδοτήσεων ή γεωγραφικά ή θεματικά (π.χ. κτηνοτρόφοι στην Κρήτη), που υπάρχει πρόβλημα.
Γι’ αυτό τον λόγο, πέραν όλων των άλλων υπάρχει η ευθύνη του υπουργού/ών γιατί έπρεπε μόλις έχει διαπιστωθεί το όποιο πρόβλημα, έπρεπε για να εκκινήσει η διαδικασία ελέγχων των επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη, παρόλο που η διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ, είδε προειδοποιήσει την ηγεσία του υπουργείου για «παράτυπες» ενισχύσεις.
Το ξεκαθάρισμα των αιτήσεων χρηματοδότησης το απαιτεί το Ανεξάρτητο Όργανο από τη Δ/νση Πληροφορικής του ΟΠΕΚΕΠΕ ή από τον ανάδοχο του Ολοκληρωμένου Σύστηματος Διαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣΔΕ), οι οποίοι μπορούν να δώσουν τα φιλτραρισμένα στοιχεία σύμφωνα με τα κριτήρια που έχουν οριστεί. Π.χ. δώσε μου τους κτηνοτρόφους στην Κρήτη που εμφανίζονται να έχουν πάνω από 100 ζώα και έχουν λάβει μεγαλύτερη από Χ ευρώ επιδότηση ανά ζωντανό και οι ίδιοι δεν είναι ιδιοκτήτες γαιών.
Τα παραπάνω καλύπτεται νομικά από τον Κανονισμού 2021/2116 της ΕΕ, (άρθρο 59(1)(c)) όπου ορίζεται ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να προλαμβάνουν, να εντοπίζουν και να διορθώνουν παρατυπίες και απάτες. Όταν διαπιστωθεί αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό, ο φορέας πληρωμής (εν προκειμένω ο ΟΠΕΚΕΠΕ) εκδίδει επίσημη απόφαση είσπραξης, με καθορισμό του κύριου ποσού και των τόκων. Επίσης ο ίδιος κανονισμός (άρθρο 59(1)(e)), ορίζει ότι τα κράτη-μέλη οφείλουν να ανακτούν τις αχρεωστήτως καταβληθείσες πληρωμές μαζί με τους τόκους
Οι άμεσες ενισχύσεις (EAGF) προς αγρότες, όπως οι μη νόμιμες του ΟΠΕΚΕΠΕ, τα ποσά που ανακτώνται πιστώνονται στο Ταμείο άμεσα και ο φορέας πληρωμής μπορεί να τα συμψηφίσει με μελλοντικές πληρωμές προς τον ίδιο δικαιούχο (άρθρο 56(1)–(2)). Το κράτος-μέλος μπορεί να διατηρήσει ως αποθετική ζημιά ποσοστό 20% ως κάλυψη κόστους διαχείρισης (άρθρο 56(3)).
Τα κράτη-μέλη οφείλουν να ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μη συμμορφωθέντα περιστατικά και τα βήματα ανάκτησης που έλαβαν (άρθρο 50(3) του Κανονισμού 2021/2116). Επίσης οι δικαιούχοι αγρότες έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν ενστάσεις ή προσφυγές σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται από τα κράτη-μέλη.
Οι λεπτομέρειες για τον τρόπο και τον χρόνο συμψηφισμού καθορίζονται από τον Κανονισμό ΕΕ 2022/128 (άρθρο 58). Ο όρος «παρατυπία» ορίζεται στο άρθρο 2 του Κανονισμού 2021/2116 με παραπομπή στον Κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95.
2. Καταλογισμός προστίμων και άλλων διοικητικών και χρηματικών ποινών & ευθυνών σε κράτη
Εάν ένα κράτος-μέλος δεν λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση των ενισχύσεων, η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία παράβασης (infringement) βάσει άρθρου 258 ΣΛΕΕ. Εφόσον το Δικαστήριο της ΕΕ διαπιστώσει παράβαση, μπορεί να επιβάλει χρηματική κύρωση – είτε «lump sum» (εφάπαξ), είτε καθημερινή ποινή – δυνάμει του άρθρου 260 ΣΛΕΕ, με στόχο την αποτροπή νέων παραβιάσεων.
Επίσης οι Κανονισμοί που διέπουν την ΚΑΠ (2021/2116, 2022/127, 2022/128), προβλέπουν ότι μη ρυθμισμένες ή μη ανακτηθείσες πληρωμές μπορεί να αφαιρεθούν από μελλοντικές ενισχύσεις. Επίσης το άρθρο 108(3) ΣΛΕΕ (State aid) προβλέπει ότι όταν το Δικαστήριο κρίνει ότι μια κρατική ενίσχυση είναι ασύμβατη, το κράτος-μέλος οφείλει να την ανακτήσει «χωρίς καθυστέρηση» και να παρακάμψει κάθε εθνική διάταξη που εμποδίζει την εκτέλεση της απόφασης ανάκτησης.
3. Καταλογισμός ποινικών και αστικών ευθυνών
Ποινικές κυρώσεις για απάτη ή κακόβουλη παράλειψη: O Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95, θεσπίζει ελάχιστους κανόνες για ποινικές ή διοικητικές κυρώσεις σε περιπτώσεις απάτης ή άλλων «παρατυπιών» που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ. Οι λεπτομέρειες και η εφαρμογή των κυρώσεων (π.χ. πρόστιμα, αφαίρεση επαγγελματικών δικαιωμάτων) υπάγονται στο εθνικό ποινικό δίκαιο των κρατών-μελών. Επίσης η Οδηγία 2017/1371 («PIF Directive»), εναρμονίζει στα εθνικά πλαίσια τα ποινικά αδικήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ (π.χ. απάτη, διαφθορά, ξέπλυμα), εξασφαλίζοντας ότι τα κράτη-μέλη επιβάλλουν επαρκείς ποινικές κυρώσεις στο επίπεδο των φυσικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.
Ευρωπαϊκό Γραφείο Καταπολέμησης Απάτης (OLAF) & EPPO: Ο OLAF διερευνά απάτες στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Η EPPO όπου συμμετέχουν 22 κράτη-μέλη, αναλαμβάνει την ποινική δίωξη σοβαρών αδικημάτων κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της απάτης σε αγροτικές ενισχύσεις.
Αστική ευθύνη – πρόσθετες προσφυγές ατόμων: Ισχύει η αρχή της κρατικής ευθύνης για παραβιάσεις του Δικαίου της ΕΕ. Εάν κράτος-μέλος παραλείψει να εφαρμόσει υποχρέωση ανάκτησης, φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ζημιώθηκαν μπορούν να αξιώσουν αποζημίωση, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις (σοβαρότητα παράβασης, άμεση σύνδεση ζημίας, ποσοτικοποιήσιμη ζημία). Συνεπώς το 95% των αγροτών μέσω Ενώσεων και Συνεταιρισμών που θίχτηκαν και δεν έλαβαν τις αναλογούσες επιδοτήσεις επειδή κάποιοι τις διοχέτευσαν αλλού, μπορεί να κάνει αγωγές για αποζημιώσεις (όπως και κάθε ευρωπαίος πολίτης). Αγωγή αστικής αποζημίωσης μπορεί να κάνει και κάθε Έλληνας πολίτης που θα ζημιωθεί από την επιβολή των προστίμων που τελικά θα κληθεί να πληρώσει έμμεσα ο ίδιος.
Συνεπώς δεν προβλέπεται ποινική δίωξη αυτόματα από το Δίκαιο της ΕΕ μόνο για αμέλεια στην ανάκτηση αγροτικών ενισχύσεων. Υφίστανται χρηματικές κυρώσεις σε επίπεδο κράτους (άρθρ. 260 ΣΛΕΕ), διοικητικές/χρηματοοικονομικές προσαρμογές (Κανονισμοί ΚΑΠ, άρθρ. 108 ΣΛΕΕ) και – εφόσον πρόκειται για απάτη ή κακόβουλη αποδοχή – ποινικές κυρώσεις βάσει εθνικών νόμων που πρέπει να εναρμονίζονται μέσω του Κανονισμού 2988/95 και της Οδηγίας 2017/1371.
Σε σχέση με τις ποινικές ευθύνες που καθορίζονται στο Κοινοτικό δίκαιο, ισχύουν τα εξής:
- Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 («PIF Directive»): Επιβάλλει στα κράτη-μέλη να ποινικοποιήσουν ως αυτοτελή εγκλήματα τη διάθεση ψευδών στοιχείων ή την παράλειψη στοιχείων με σκοπό τη νόθευση των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (π.χ. απάτη, υπεξαίρεση, διαφθορά, ξέπλυμα). Η ενσωμάτωση – ενοποίηση της Οδηγίας στο Εθνικό Δίκαιο έγινε με το ν. 4689/2020.
- Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939 (EPPO): Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) είναι αρμόδια για σοβαρές, διασυνοριακές απάτες εις βάρος του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού (π.χ. απώλειες άνω των 10 εκατ. ευρώ ή παράνομες δραστηριότητες σε δύο ή περισσότερα κράτη-μέλη). Λειτουργεί από 20 Νοεμβρίου 2017, με δυνατότητα «αποκλεισμού» εθνικών υποθέσεων όταν εμπίπτουν στο πεδίο της Οδηγίας PIF. Η OLAF διενεργεί προκαταρκτικές έρευνες για απάτη ή διαφθορά. Όταν προκύπτει ποινικό αδίκημα, παραπέμπει τις υποθέσεις στην EPPO ή στις εθνικές αρχές.
Σε σχέση με τις ποινικές ευθύνες που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, ισχύουν τα εξής:
- Το 2020 έγινε η ενσωμάτωση της PIF Directive με το ν. 4689/2020. Με το άρθρο 1 του ν. 4689/2020 ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο η Οδηγία 2017/1371, και συνεπώς ακολουθείται σε εθνικό επίπεδο τα όσα ορίζει η Οδηγία
- Ποινικός Κώδικας (ν. 4619/2019)
* Άρθρο 386Β (Απάτη σχετική με επιχορηγήσεις). Όποιος, κατά την υποβολή αιτήματος για επιχορήγηση (π.χ. αγροτική ενίσχυση), δηλώσει εν γνώσει του ψευδή ή ελλιπή στοιχεία και πετύχει την απονομή ή τη διατήρηση της επιχορήγησης, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή. Αν το ποσό υπερβαίνει συνολικά 120.000 ευρώ, επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα ετών και χρηματική ποινή
* Άρθρο 386 (Γενική απάτη). Καλύπτει την πρόκληση ζημίας σε ξένη περιουσία με ψευδή παράσταση γεγονότων ή απόκρυψη πληροφοριών, με σκοπό παράνομο περιουσιακό όφελος. Αν η ζημία υπερβαίνει 120.000 ευρώ, προβλέπεται κάθειρξη έως δέκα ετών
* Άρθρο 375 (Υπεξαίρεση). Αφορά την παράνομη κατάχρηση δημοσίου ή κοινωφελούς πόρου από δημόσιο υπάλληλο ή τρίτο πρόσωπο που έχει εμπιστευτεί πόρους. - Διαδικασία και αρμόδιες αρχές: Οι ποινικές υποθέσεις κατατίθενται από την Οικονομική Αστυνομία ή/και τον αρμόδιο Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώνει η αρμόδια αρχή (π.χ. ΟΠΕΚΕΠΕ, ελεγκτικά όργανα). Εάν συγκεντρωθούν επαρκή στοιχεία απάτης ή υπεξαίρεσης, ασκείται ποινική δίωξη και η υπόθεση εισάγεται σε τακτικά Τριμελή ή Πενταμελή Κακουργιοδικεία, αναλόγως του ύψους ζημίας.
Συνοψίζοντας, το Κοινοτικό δίκαιο επιβάλλει την ποινική δίωξη μόνο εφόσον συμβούν εγκλήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ, όπως αυτά ορίζονται στην PIF Directive (2017/1371) και εντοπίζονται/διερευνώνται από OLAF ή EPPO. Στο Ελληνικό δίκαιο η ποινική δίωξη όταν διαπραχθούν εντός της ελληνικής επικράτειας οι πράξεις των άρθρων 386Β, 386 ή 375 του Ποινικού Κώδικα – π.χ. ψευδείς δηλώσεις για αγροτικές ενισχύσεις ή υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος – όπως αυτές ποινικοποιήθηκαν με τον ν. 4689/2020.