Μικρές αλλά ουσιαστικές μεταβολές καταγράφονται στη δύναμη και τη συνολική χωρητικότητα του ελληνικού εμπορικού στόλου, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ για τον Οκτώβριο 2025. Ενώ ο αριθμός των πλοίων άνω των 100 ΚΟΧ αυξάνεται για δεύτερη συνεχή χρονιά, η συνολική ολική χωρητικότητα (ΚΟΧ) συνεχίζει τη φθίνουσα πορεία της, αποτυπώνοντας μια δομική αναδιάρθρωση στη σύνθεση του στόλου.
Συνολικά, ο ελληνικός στόλος αριθμεί 1.846 πλοία, σημειώνοντας άνοδο 0,6% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2024, όταν είχε καταγραφεί αντίστοιχη αύξηση 0,4% έναν χρόνο νωρίτερα. Η έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνει την τάση σταδιακής ενίσχυσης του αριθμού των ποντοπόρων και παράκτιων εμπορικών πλοίων, όμως η εικόνα διαφοροποιείται όταν εξετάζεται η χωρητικότητα.
Η ολική χωρητικότητα του στόλου υποχώρησε κατά 3,2% έναντι του Οκτωβρίου 2024, συνεχίζοντας την πτωτική πορεία που είχε καταγραφεί και την προηγούμενη χρονιά, όταν η μείωση ήταν ακόμη μεγαλύτερη (-3,9%). Η νέα κάμψη στη χωρητικότητα αποδίδεται τόσο στη σταδιακή απόσυρση μεγαλύτερων πλοίων όσο και στην αντικατάστασή τους από μικρότερα ή νεότερα σκάφη με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά.
Μειώσεις στα φορτηγά και τα δεξαμενόπλοια – αύξηση στα επιβατηγά
Το 2025 ο αριθμός των φορτηγών μειώθηκε σε 352 πλοία από 356 την προηγούμενη χρονιά (-1,1%), ενώ η χωρητικότητα κατέγραψε πιο έντονη υποχώρηση (-4,3%). Πρόκειται για συνέχεια της πτωτικής τάσης που είχε εμφανιστεί και το 2024, με τη συνολική μείωση στη χωρητικότητα να ξεπερνά το 10% μέσα σε δύο χρόνια. Η εξέλιξη σχετίζεται με την ανανέωση στόλων και την απόσυρση παλαιότερων bulk carriers και γενικά μικρότερων φορτηγών.
Μία από τις σημαντικότερες κατηγορίες της ελληνικής ναυτιλίας καταγράφει επίσης μείωση. Τα δεξαμενόπλοια μειώθηκαν σε 407 από 411, ενώ η χωρητικότητά τους υποχώρησε κατά 2,9%. Η κάμψη αυτή αποτυπώνει την εξισορρόπηση στη διεθνή αγορά πετρελαϊκών μεταφορών, αλλά και την απόφαση αρκετών εταιρειών να επενδύσουν σε πλοία νέας τεχνολογίας, αποσύροντας παλαιότερους τόνους χωρητικότητας.
Σε αντίθεση με τις άλλες κατηγορίες, τα επιβατηγά πλοία ενισχύονται. Ο αριθμός τους αυξήθηκε από 787 σε 804, σημειώνοντας άνοδο 2,2%. Παρά την ενίσχυση όμως της παρουσίας τους, η χωρητικότητα παρουσιάζει μικρή μείωση (-2,0%). Η τάση αυτή συνδέεται πιθανώς με τον εκσυγχρονισμό ακτοπλοϊκών πλοίων, την είσοδο περισσότερων μικρότερων ταχύπλοων και την αποχώρηση κάποιων μεγάλων πλοίων παλαιάς τεχνολογίας.
Τα πλοία στις υπόλοιπες κατηγορίες αυξήθηκαν οριακά (283 από 281), ενώ η χωρητικότητα σημείωσε μικρή άνοδο (+0,8%). Πρόκειται κυρίως για βοηθητικά, ρυμουλκά και ειδικού τύπου πλοία.
Μεταβολές στη χωρητικότητα ανά κλιμάκιο
Η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει σημαντικές ανακατατάξεις και στα κλιμάκια χωρητικότητας:
- Στα πλοία 100–500 ΚΟΧ, ο αριθμός αυξάνεται στα 921, συνεχίζοντας ανοδική τριετία.
- Τα μικρομεσαία κλιμάκια (500–7.000 ΚΟΧ) εμφανίζουν μικρές αυξομειώσεις, που όμως συνολικά οδηγούν σε θετική τάση.
- Σημαντική μείωση παρουσιάζεται στο κλιμάκιο 20.000–30.000 ΚΟΧ, όπου τα πλοία μειώνονται κατά 12% (2024) και παραμένουν στάσιμα το 2025.
- Το μεγαλύτερο κλιμάκιο, των πλοίων άνω των 30.000 ΚΟΧ, καταγράφει συνεχή κάμψη: από 401 πλοία το 2023, σε 372 το 2025. Αυτό το τμήμα ευθύνεται για το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής απώλειας χωρητικότητας.
Η εξέλιξη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η ελληνική ναυτιλία είναι διεθνώς κυρίαρχη στον στόλο μεγάλων χωρητικοτήτων (δεξαμενόπλοια και bulk carriers). Η μείωση συνδέεται με τη σταδιακή απόσυρση παλιών σκαφών και με τη μετατόπιση εταιρειών προς «πράσινες» επενδύσεις – μια διαδικασία που συχνά απαιτεί κενά έτη στις παραγγελίες νέων πλοίων.
Τρεις γενιές πλοίων στο ίδιο σύστημα
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο ελληνικός στόλος παραμένει πολυηλικιακός, με ισχυρή παρουσία τόσο νεότερων όσο και μεγαλύτερης ηλικίας πλοίων.
Τα πλοία ηλικίας 0–5 ετών αυξάνονται, γεγονός που υποδηλώνει συνεχή ανανέωση. Παράλληλα όμως, παραμένει υψηλό το ποσοστό των πλοίων ηλικίας 30+ ετών, το οποίο αν και μειώνεται ελαφρά, εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό τμήμα της συνολικής δύναμης. Η διπλή αυτή πραγματικότητα αντικατοπτρίζει την πολυστρωματική δομή της ελληνικής ναυτιλίας, όπου συνυπάρχουν υπερσύγχρονα tankers νέας γενιάς με παλαιότερα επιβατηγά και βοηθητικά πλοία.