Οι ανακοινώσεις της Attica Group την εβδομάδα που πέρασε για μεγάλες επενδύσεις σε ταχύπλοα προκειμένου να μικρύνει τις αποστάσεις και να βελτιώσει το επίπεδο υπηρεσιών για όσους ταξιδεύουν με καράβι στο Αιγαίο μάλλον πρέπει να ανησυχήσουν τις αεροπορικές εταιρείες. Η διοίκηση της Attica θεωρεί πως με ποιοτικές υπηρεσίες και ταχύτητα μπορεί να ανταγωνιστεί κατά μέτωπο τις αεροπορικές εταιρείες π.χ. στις Κυκλάδες. Ένας επιβάτης που θέλει να ταξιδέψει στα κοντινά νησιά του Αιγαίου με αεροπλάνο θέλει σχεδόν την ίδια ώρα με ένα ταχύπλοο, αρκεί οι υπηρεσίες του πλοίου να μη θυμίζουν άλλες δεκαετίες…
Όμως για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει η Attica και οι ανταγωνιστές της να προχωρήσουν όχι μόνο στις αγορές νέων ταχύπλοων, αλλά και σε μεγάλες επενδύσεις για να βελτιώσουν το επίπεδο υπηρεσιών σε όλους τους τομείς. Από αναβάθμιση της υποδομής και των υπηρεσιών που απολαμβάνουν οι επιβάτες της πρώτης θέσης («αντίστοιχες με αυτές του αεροπλάνου» έλεγε προ ημερών ο επικεφαλής ακτοπλοϊκού ομίλου) μέχρι επενδύσεις για καλύτερες συνδέσεις στο Διαδίκτυο.
Η Attica Group προχώρησε προ μηνών σε συμφωνία με διεθνή τηλεπικοινωνιακό όμιλο (την Telenor) προκειμένου να παρέχει αδιάλειπτη πρόσβαση στο Διαδίκτυο στους επιβάτες των πλοίων της. Ήδη η υπηρεσία έχει αρχίσει να λειτουργεί σε κάποια πλοία του στόλου και επεκτείνεται σταδιακά. Μέσω της πρόσβασης στο Διαδίκτυο η εταιρεία έχει στόχο να παρέχει και πρόσθετες υπηρεσίες (π.χ. να κλείσουν ένα εστιατόριο ή ξαπλώστρες σε δημοφιλή παραλία) και περιεχόμενο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους. Επενδύσεις προωθούνται και για την εκπαίδευση του προσωπικού όλων των βαθμίδων, αλλά και για την ψηφιοποίηση λειτουργιών, την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης, κ.α.
Παράλληλα οι ακτοπλοϊκές ζητούν να συνοδευτούν οι δικές τους επενδύσεις από επενδύσεις αναβάθμισης των λιμανιών, τουλάχιστον στα πλέον τουριστικά νησιά, γιατί σε διαφορετική περίπτωση η εμπειρία των τουριστών θα παραμείνει δυσάρεστη. Όμως οι αναβαθμίσεις των λιμανιών μένουν επί χρόνια στα χαρτιά όχι μόνο επειδή δεν υπάρχουν κονδύλια. Από τη σημερινή τριτοκοσμική κατάσταση επωφελούνται και μικροσυμφέροντα. Σε αυτά τα μικροσυμφέροντα σκοντάφτουν κάποιες φορές και σχέδια αναβάθμισης των μεγάλων λιμανιών της χώρας όπως ο Πειραιάς, η Ηγουμενίτσα και η Πάτρα.
Μία από τις προτάσεις που έχουν ρίξει στο τραπέζι οι ακτοπλοϊκές είναι να υπάρξουν υποπαραχωρήσεις σε προβλήτες των μεγάλων λιμένων στις εταιρείες οι οποίες μέσω πολυετών συμβάσεων θα αναλάβουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις στην ξηρά (εστιατόρια, φυσούνες εισόδου και εξόδου από τα πλοία όπως σε πολλά λιμάνια της Ευρώπης για να μην βγαίνουν μαζί επιβάτες, φορτηγά και ΙΧ…). Κάποιοι προτείνουν να αξιοποιηθεί η εμπειρία των περιφερειακών αεροδρομίων και να γίνουν «πακέτα» (cluster) παραχωρήσεων λιμανιών σε επενδυτές.
Μέχρι να αποφασίσει η πολιτεία με ποιον τρόπο θα αναβαθμίσει τα λιμάνια στα τουριστικά νησιά, οι διοικήσεις των ακτοπλοϊκών εταιρειών έχουν άλλους πονοκεφάλους. Πρέπει μέσα στην επόμενη πενταετία να προχωρήσουν, παράλληλα με τις επενδύσεις σε ποιοτικές υπηρεσίες γιατί αλλάζουν οι απαιτήσεις των επιβατών και σε πολύ μεγάλες επενδύσεις για το πρασίνισμα του στόλου τους ώστε να καλύπτουν τις κοινοτικές απαιτήσεις μείωσης των εκπομπών αερίων, ενεργειακής απόδοσης, κ.α. Και οι μεγάλοι του χώρου, όπως η Attica Group, έχουν κάποια δύναμη πυρός για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων. Οι μικρότεροι, όμως, πως θα πρασινίσουν το στόλο, κυρίως συμβατικών πλοίων;
Εδώ είναι που μπαίνει ο παράγοντας «συγχωνεύσεις» αλλά ακόμα αναζητείται το σχήμα που μπορεί να προχωρήσει σε εξαγορές μικρότερων ακτοπλοϊκών εταιρειών και να δημιουργήσει έναν τρίτο πόλο απέναντι στις Attica Group και Sea Jets. Κινήσεις γίνονται τον τελευταίο καιρό από μικρότερους ακτοπλόους οι οποίοι έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται πως είναι δύσκολο να προχωρήσουν οι επενδύσεις σε πράσινα πλοία αν δεν δημιουργηθούν νέα ισχυρότερα σχήματα στον κλάδο.
Σήμερα τα νησιά και την ηπειρωτική χώρα της Ελλάδας εξυπηρετούν 155 πλοία που συνδέουν 115 λιμάνια και ανήκουν σε 33 εταιρείες. Μπορούν άραγε όλες αυτές οι εταιρείες να σηκώσουν το βάρος των επενδύσεων για ποιοτικότερες υπηρεσίες και, κυρίως, για την πράσινη μετάβαση και το αυξημένο κόστος των «πράσινων» καυσίμων; Και τι θα σημαίνει για την εξυπηρέτηση δεκάδων νησιών τυχόν κατάρρευση μικρών εταιρειών; Με ποιον τρόπο θα δημιουργηθούν βιώσιμα σχήματα που θα εξακολουθήσουν, όμως, να έχουν ως προτεραιότητα την κάλυψη των αναγκών των νησιωτών; Το σίγουρο είναι πως η αγορά αλλάζει και πως οι επιβάτες απαιτούν πλέον καλύτερες υπηρεσίες, ταχύτερα ταξίδια, κ.ά. Και θα επικρατήσουν όσοι μπορούν να κάνουν τις επενδύσεις για αναβάθμιση στόλου και υπηρεσιών.