Στην Κοπεγχάγη ο Πλεύρης: Σκληρή γραμμή ζητά η Δανία για το μεταναστευτικό

Διαφωνίες μεταξύ των υπουργών Μετανάστευσης, για τις απελάσεις, τους κόμβους εκτός ΕΕ και τον ρόλο της Κομισιόν στη διαχείριση της κρίσης

Θάνος Πλεύρης ©InTime

«Μόνο με σκληρή στάση μπορεί να λυθεί το μεταναστευτικό πρόβλημα», αναμένεται να πει αργότερα ο Δανός υπουργός Μετανάστευσης Κάαρε Ντιμπβάντ στους Ευρωπαίους ομολόγους του (συμμετέχει και ο Θάνος Πλεύρης), καθώς συναντώνται στην Κοπεγχάγη για να συζητήσουν ζητήματα όπως η πρόταση της ΕΕ για κοινή πολιτική απελάσεων και «νέες λύσεις» για την ανάσχεση των παράτυπων μεταναστευτικών ροών προς την Ένωση, την ίδια που στις ΗΠΑ καταρρέει η στήριξη των Αμερικανών στον Τραμπ λόγω της πολιτικής των μαζικών απελάσεων μεταναστών.

Η Δανία, υπέρμαχος της αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής, σκοπεύει να εκμεταλλευθεί την προεδρία της ΕΕ, την οποία ανέλαβε την 1η Ιουλίου, για να προωθήσει τις απόψεις της και να σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη μεταναστευτική πολιτική του μπλοκ. Η μεταναστευτική πολιτική “συνδέεται με την ασφάλεια (…) πρέπει να έχουμε μια πιο ασφαλή, σταθερή και ισχυρή Ευρώπη και αυτό δεν θα συμβεί πραγματικά, αν δεν ελέγξουμε τις ροές προς την Ευρώπη”, δήλωσε η Δανή υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μαρί Μπιέρε στη διάρκεια της παρουσίασης των προτεραιοτήτων της προεδρίας της χώρας.

Η Δανή πρωθυπουργός Μέτε Φρέντερικσεν έδωσε τον τόνο στη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής της στο Βερολίνο και σκοπεύει να αναλάβει δράση σε δύο μέτωπα: την επεξεργασία των αιτημάτων για την παροχή ασύλου εκτός ΕΕ και τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). “Χρειαζόμαστε νέες λύσεις για να μειώσουμε την εισροή (μεταναστών) στην Ευρώπη και να στείλουμε πίσω με αποτελεσματικό τρόπο όσους δεν έχουν δικαίωμα να παραμείνουν στις χώρες μας”, είπε Φρέντερικσεν απευθυνόμενη στον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς ο οποίος επαίνεσε το δανικό “μοντέλο”.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου της Ελλάδας Θάνος Πλεύρης που παρευρίσκεται στη συνάντηση με τους Ευρωπαίους ομολόγους του στην Κοπεγχάγη, όπως δήλωσε μιλώντας στο Mega:

«Φεύγω για την Κοπεγχάγη, σήμερα βράδυ και αύριο είναι το συμβούλιο υπουργών μετανάστευσης. Για να καταλάβετε πώς αυτή τη στιγμή γίνεται η κουβέντα στην Ευρώπη, τα βασικά θέματα είναι δυο: αύξηση επιστροφών και κλειστά κέντρα πού; Σε τρίτες χώρες. Όλα αυτά είναι θέσεις που ο Μητσοτάκης τις έθετε από το 2019, αλλά τότε υπήρχε μια αντίληψη “πώς θα εντάξετε, πώς θα λύσετε θέματα”, δεν άκουγαν ότι είναι τόσο μεγάλες οι ροές, που θα πρέπει να πάμε σε λύσεις καινοτόμες. Και ναι, κέντρα εκτός της Ευρώπης, όπου θα χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε. και από εκεί θα γίνεται η όποια διαδικασία ασύλου. Η συνάντηση που κάναμε -που δεν επετεύχθη στην ανατολική Λιβύη, αλλά επετεύχθη στη δυτική Λιβύη, η κουβέντα ήταν εκεί – Ο στόχος μας είναι να επιτευχθεί συμφωνία που εμάς μας ενδιαφέρει πολύ περισσότερο, στην ανατολική Λιβύη. Γιατί οι ροές μας εμάς, είναι κυρίως από το Τομπρούκ – Όποιος απορρίπτεται το άσυλο του και παραμένει στην Ελλάδα, είναι ποινικό αδίκημα και θα πηγαίνει φυλακή».

Το μεταναστευτικό διχάζει τους Ευρωπαίους υπουργούς, αναζητούν κοινή πολιτική απελάσεων

Οποιοδήποτε βήμα προόδου της ΕΕ στο μεταναστευτικό πρέπει να ικανοποιεί τόσο τις σκληρές θέσεις ηγετών όπως η Ιταλίδα Τζόρτζια Μελόνι και ο Πολωνός Ντόναλντ Τουσκ, όσο και τις κεντροαριστερές δυνάμεις που κατηγορούν την Κομισιόν ότι ενδίδει στην ακροδεξιά, υιοθετώντας πολιτικές καταστολής, αναφέρει το Politico.

Επικίνδυνο πολιτικό παιχνίδι: Οποιαδήποτε πρόταση για «υποχώρηση» της Επιτροπής στο μεταναστευτικό ώστε να μην ενισχυθούν οι ακροδεξιοί είναι «παράλογη σε επίπεδο που δεν μπορώ να κατανοήσω» και θα συνιστούσε «την πιο επικίνδυνη πολιτική πορεία», δήλωσε ο Ντιμπβάντ στο Politico. Ο ίδιος ανήκει στους Σοσιαλδημοκράτες της Δανίας — ένα κεντροαριστερό κόμμα με αυστηρή γραμμή στη μετανάστευση.

«Συμβαίνει το αντίθετο. Η ακροδεξιά μεγάλωσε επειδή δεν λύσαμε τα μεταναστευτικά προβλήματα», υπογράμμισε ο Ντιμπβάντ, προσθέτοντας ότι «αν δεν τα λύσουμε, τότε δεν θα μπορέσουμε να προωθήσουμε καμία ουσιαστική προοδευτική πολιτική στην ΕΕ».

Aτζέντα: Υπουργοί Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, μαζί με ανώτερους αξιωματούχους ευρωπαϊκών οργανισμών και στελέχη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (IOM), θα συζητήσουν την πρόταση της Επιτροπής για τις «επιστροφές» (δηλαδή τις απελάσεις) των μεταναστών που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής στην ΕΕ. Ο Ντιμπβάντ εξέφρασε την ελπίδα να επιτευχθεί «κάποια μορφή συναίνεσης» επί της πρότασης, εκτιμώντας ότι υπάρχει «αν όχι υποστήριξη, τουλάχιστον κατανόηση» από την πλειοψηφία των κρατών-μελών.

Κόμβοι επιστροφής: Δυσκολότερο προς επίλυση είναι το σχέδιο δημιουργίας «κόμβων επιστροφής» σε τρίτες χώρες, κατά το πρότυπο της αμφιλεγόμενης συμφωνίας Ιταλίας–Αλβανίας ή του βραχύβιου βρετανικού σχεδίου για τη Ρουάντα. Το σχέδιο προκαλεί πολιτικές και νομικές αντιδράσεις, όμως ο Ντιμπβάντ δήλωσε ότι θα ήθελε «τουλάχιστον να ξεκινήσει μια ανοιχτή συζήτηση» επί του θέματος. Παρότι προσδοκά πολιτική συμφωνία για τις απελάσεις κατά τη διάρκεια της δανικής προεδρίας — που ολοκληρώνεται τον Δεκέμβριο — εκτίμησε ότι για τους κόμβους επιστροφής «θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος» λόγω της ευαισθησίας του ζητήματος.

Η ομάδα του Ζουγκσπίτσε: Έξι σκληροπυρηνικά κράτη-μέλη συναντήθηκαν την Παρασκευή στην κορυφή του όρους Ζουγκσπίτσε στη Γερμανία για να καθορίσουν κοινή θέση υπέρ πιο σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής. Ζήτησαν περισσότερες απελάσεις προς τη Συρία και το Αφγανιστάν, ενίσχυση της Frontex και «σημαντική επέκταση» των συνεργασιών με τρίτες χώρες για την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης. Σύμφωνα με τον Ντιμπβάντ, η σημερινή συζήτηση θα συνεχιστεί, ενώ η υποστήριξη από χώρες-κλειδιά όπως η Γαλλία και η Γερμανία δημιουργεί «πραγματικές δυνατότητες» συμφωνίας για την πολιτική επιστροφών.

Ποιος έχει τον έλεγχο; Η Επιτροπή δέχθηκε έντονες επικρίσεις από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες στις αρχές του μήνα, ύστερα από την προβληματική επίσκεψη του επιτρόπου Μετανάστευσης Μάγκνους Μπρουνερ στη Λιβύη, στο πλαίσιο προσπαθειών περιορισμού των μεταναστευτικών ροών από τη χώρα. Ο Ντιμπβάντ υπερασπίστηκε τον Μπρουνερ, λέγοντας ότι είναι «απολύτως φυσιολογικό οι επίτροποι να επισκέπτονται τρίτες χώρες» και ότι ο ίδιος «δεν έκανε τίποτα αμφιλεγόμενο» κατά την επίσκεψη.

Ο Μπρουνερ δήλωσε στην δημοσιογράφο Νέτε Νέστλινγκερ ότι εξακολουθεί να είναι πρόθυμος να συνεργαστεί με τη Λιβύη, παρά το διπλωματικό φιάσκο, σημειώνει το Politico. Όπως είπε, η ΕΕ «πρέπει επίσης να εμπλακεί» με τη Λιβύη, λόγω φόβων ότι η Ρωσία μπορεί να χρησιμοποιήσει τη μετανάστευση ως εργαλείο πίεσης κατά των Βρυξελλών.

«Επιστροφή ή φυλακή»

Στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να τιμωρεί με φυλάκιση τριών ετών όσους μετανάστες αρνούνται να επιστρέψουν εθελοντικά αναφέρεται η γερμανική εφημερίδα  Berliner Morgenspost, ενώ η αριστερή Neues Deutschland εμβαθύνει στο πρόβλημα που δημιουργεί το νέο μεταναστευτικό ρεύμα στη σχέση Ελλάδας-Λιβύης. Καταρχάς διευκρινίζει ότι ο πραγματικός αριθμός αφίξεων μεταναστών είναι με βάση την οργάνωση Refugee Support Aegean 7.336. Σημειώνει τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη: «Η διαδρομή προς την Ελλάδα είναι κλειστή – αυτό είναι το μήνυμα προς τους λαθρέμπορους».

Στη συνέχεια η εφημερίδα αναλύει την κατάσταση: «Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να κρατήσει τους πρόσφυγες και να τους επιστρέψει στις χώρες προέλευσης ή διέλευσης το συντομότερο δυνατό. Στην πράξη, ωστόσο, αυτό δεν είναι εφικτό, καθώς οι περισσότερες χώρες προέλευσης αρνούνται να τους δεχτούν πίσω. Από τα τέλη Ιουνίου, η ελληνική κυβέρνηση περιπολεί επίσης με πολεμικά σκάφη κοντά στις ανατολικές ακτές της Λιβύης. Δύο φρεγάτες αναπτύχθηκαν στη θαλάσσια περιοχή νότια της Κρήτης για να κάνουν αισθητή την παρουσία τους εκεί μαζί με την ακτοφυλακή. Σύμφωνα με την Αθήνα, οι αποστολές αποσκοπούν στο να χρησιμεύσουν ως αποτρεπτικό μέσο και να αποτρέψουν περαιτέρω διελεύσεις. Ωστόσο, δεν είναι σαφές τι πρέπει να κάνει η ελληνική ακτοφυλακή με τα σκάφη που βλέπει – η αναχαίτιση ή η επιστροφή των επιβαινόντων στη Λιβύη απαγορεύεται από το διεθνές δίκαιο και τις ευρωπαϊκές αρχές. Και σε αντίθεση με την Ιταλία, δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ της ελληνικής ακτοφυλακής και των ναυτικών μονάδων από την ανατολική Λιβύη».

Επισημαίνει όμως και ένα άλλο πρόβλημα: «Οι περιπολίες του Ελληνικού Ναυτικού στα ανοικτά των ακτών της Λιβύης θα μπορούσαν να κλιμακώσουν περαιτέρω τις εντάσεις με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης στη δυτική Λιβύη. Η κυβέρνηση πρόσφατα διαμαρτυρήθηκε επίσημα στα Ηνωμένα Έθνη κατά των ελληνικών ισχυρισμών για θαλάσσια εδάφη νότια και δυτικά της Κρήτης. Ο λόγος για αυτό είναι μια συνεχιζόμενη διαμάχη για τα θαλάσσια σύνορα και τα δικαιώματα εξερεύνησης ενέργειας στην ανατολική Μεσόγειο. Η Αθήνα έχει χορηγήσει άδειες σε εταιρείες όπως η ExxonMobil και η Total. Η Τρίπολη το θεωρεί αυτό ως παραβίαση των ναυτικών δικαιωμάτων της και επικαλείται μια ναυτιλιακή συμφωνία του 2019 με την Τουρκία, την οποία η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούν αντίθετη με το διεθνές δίκαιο».