Οι αναποφάσιστοι, ο κύριος “Τίποτα” και η καθίζηση των κομμάτων

Η κρίση εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα μεταφράζεται σε «ψήφο αποδοκιμασίας». Ανεβαίνει σταθερό το ποσοστό των αναποφάσιστων στις δημοσκοπήσεις

Εκλογές, αναποφάσιστοι © Eurokinissi

Εκρηκτική άνοδο εμφανίζει η ομάδα των αναποφάσιστων, όπως καταγράφεται στην τελευταία δημοσκόπηση της ALCO. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι αναποφάσιστοι είναι πλέον δεύτερο… «κόμμα» με το θηριώδες ποσοστό του 21,5%, ανάμεσα στα ποσοστά πρόθεσης ψήφου για τη ΝΔ (23,3%) του ΠΑΣΟΚ (11,7%). Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σχέση με τον περασμένο Ιανουάριο του τρέχοντος έτους υπήρξε κατακόρυφη άνοδος σχεδόν δέκα ποσοστιαίων μονάδων-από το 11,9% στο 21,5% μόλις σε δέκα μήνες.

Το πρωτοφανές είναι πως η τάση αυτή συσχετίζεται με την πτώση ή τη στασιμότητα σχεδόν όλων των κομμάτων του πολιτικού φάσματος! Ενδεικτική είναι η σύγκριση των αποτελεσμάτων της δημοσκόπησης του Οκτωβρίου σε σχέση με αυτήν του Σεπτεμβρίου. Τι σημειώθηκε μέσα σε ένα μόλις μήνα; Ας δούμε την εικόνα στην πρόθεση ψήφου. Η ΝΔ είναι στο 23,3% (τον Σεπτέμβριο στο 24%). Το ΠΑΣΟΚ στο 11,7% (11,5%). Ο ΣΥΡΙΖΑ στο 5% (6,2%). Το ΚΚΕ 7,1% (7,1%). Η Ελληνική Λύση στο 8,9% (9,3%). Η Πλεύση Ελευθερίας στο 6,4% (7,1%). Το ΜΕΡΑ25 στο 2,4% (2,5%). Η Φωνή Λογικής στο 3,4% (3,6%). Το Κίνημα Δημοκρατίας στο 2,5% (2,3%). Η Νέα Αριστερά στο1,4% (1,3).

Με άλλα λόγια, η κρίση εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα μεταφράζεται σε «ψήφο αποδοκιμασίας» των πολιτικών κομμάτων, όχι μόνο των θεσμικών, αλλά ακόμα και των «αντισυστημικών». Μια καθολική απόρριψη που σχετίζεται και με τις απαντήσεις στο ερώτημα, εάν υπάρχει στην Ελλάδα κρίση θεσμών: το 83% απαντά καταφατικά…

Από το πρωτοφανές αυτό ποσοστό των αναποφάσιστων, ανιχνεύεται και ένα 23% που αυτοπροσδιορίζεται ως «τίποτα», χωρίς τάση ή προτίμηση σε κόμμα ή πολιτικό ρεύμα. Είναι και αυτή μια καθόλα εχθρική τάση στο υπάρχον πολιτικό στερέωμα.

Ωστόσο, η πλειοψηφία των αναποφάσιστων κινείται κατά βάση στον χώρο του Κέντρου. Υπό προϋποθέσεις αυτός ο χώρος είναι που ενδιαφέρει πρωτίστως τη Νέα Δημοκρατία-που εμφανώς καταγράφει απώλειες-αλλά και το ΠΑΣΟΚ, που παρά το ενδιαφέρον και την αντιπολιτευτική τακτική απέναντι στον Πρωθυπουργό, μέχρι στιγμής δεν κερδίζει έδαφος, κάτι που αποτυπώνεται στη στασιμότητα των ποσοστών του. Είναι όμως ζητούμενο,κατά τις ενδείξεις, και για το σενάριο ίδρυσης νέου πολιτικού φορέα από τον Αλέξη Τσίπρα, που επιθυμεί διείσδυση στον κεντρώο χώρο.

Ας μείνουμε ωστόσο ακόμα στο προφίλ των αναποφάσιστων. Με βάση τον αυτοπροσδιορισμό τους, το 23% δηλώνουν Κεντρώοι, ένα 23% ακόμα δηλώνουν Κεντροδεξιοί και ένα 13% Κεντροαριστεροί. Η μερίδα του λέοντος δηλαδή, πάνω από ένας στους δύο, ανήκουν στον ευρύτερο φάσμα του Κέντρου-Κεντροδεξιάς. Δεν θέλει και πολλή σκέψη για να συμπεράνει κανείς ότι οι βασικές μετακινήσεις των πολιτών αυτών προς τους αναποφάσιστους προέρχονται από απώλειες της ΝΔ. Σε συνολική αποτίμηση, μιλάμε για ένα ποσοστό αναποφάσιστων της τάξης του 10% στην πρόθεση ψήφου. Είναι ποσοστό που «ταιριάζει» με τις απώλειες του κυβερνώντος κόμματος σε σχέση με το 41% των γενικών εκλογών του 2023. Κι αν οι πολίτες αυτοί περιμένουν στην άκρη, κρίνοντας τα έργα και ημέρες της κυβέρνησης, είναι φανερό πώς κάθε μέρα που περνάει γίνεται όλο και πιο δύσκολος ο «επαναπατρισμός» τους. Ωστόσο, άλυτο είναι ακόμα και το πρόβλημα στρατηγικής για το ΠΑΣΟΚ, ώστε να αποκομίσει κέρδη από τον χώρο των αναποφάσιστων, για να «ξεκολλήσει η βελόνα» δημοσκοπικά.

Αν επιχειρηθεί πάντως μια «ενδοσκόπηση» αυτών που δηλώνουν «τίποτα», τότε προκύπτει μια νέα τάση που έχει να κάνει με τα όσα εκτυλίχθηκαν από την αρχή του χρόνου. Η κόπωση και η απογοήτευση δεν αφορά μόνο στα θεσμικά κόμματα, αλλά ακόμα και αυτά που πρωτοστάτησαν με τις θεωρίες των ξυλολίων, με τις αντισυστημικές τους τακτικές. Ενδεικτική από την άποψη αυτή είναι η περαιτέρω κάμψη των ποσοστών της Πλεύσης Ελευθερίας αλλά και της Ελληνικής Λύσης. Παράλληλα, η συνεχιζόμενη και βαθιά κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ συμπαρασύρει τα ποσοστά του στα όρια του 5%, με περαιτέρω καθοδικές τάσεις. Ωστόσο, η βασική αδυναμία της αντιπολίτευση φαίνεται με την ανεπάρκεια διατύπωσης μιας εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης της χώρας. Στο σχετικό ερώτημα της ALCO για το ποιο κόμμα της αντιπολίτευσης μπορεί να προσφέρει αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική προοπτική, το 54% απαντά κανένα, το 11% το ΠΑΣΟΚ (14% στη μέτρηση του περασμένου Ιουνίου), στάσιμος ο ΣΥΡΙΖΑ με το αναιμικό 4%.

Η κρίση εμπιστοσύνης στα κόμματα και το έλλειμα πολιτικής που να δίνει διεξόδους αποτυπώνονται στον ένα στους πέντε ψηφοφόρους που δηλώνει αναποφάσιστος και στη οριζόντια πτώση των ποσοστών των κομμάτων, με τρόπο που κανένα να μην κερδίζει από τις απώλειες του άλλου. Όπως συνόψιζε ο Στράτος Φαναράς της Metron Analysis σε συνέντευξή του, «υπάρχει μια διασπορά απόψεων, μια διασπορά προτιμήσεων, μια μεγάλη ομάδα η οποία δεν ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στα κοινά, γιατί θεωρεί ότι δεν υπάρχουν πολιτικές λύσεις. Άρα, όλο αυτό δημιουργεί ένα πρόβλημα το οποίο δεν έχει τα χαρακτηριστικά που παλιά είχαμε στη μεταπολιτευτική Δημοκρατία. Δηλαδή δεν έχουμε εναλλακτικές μέσα στο ίδιο το πολιτικό σύστημα για να διαλέγουμε και να προχωράμε στην επόμενη ημέρα».