«Συνασπισμός της Αριζόνα» αποκαλείται ο χαρακτηρισμός της συμμαχίας που κυβερνά, όχι την πολιτεία των ΗΠΑ αλλά το… Βέλγιο. Ο χαρακτηρισμός οφείλεται στα χρώματα των πέντε κομμάτων που απαρτίζουν το συνασπισμό και αντιστοιχούν στα χρώματα της σημαίας της αμερικανικής πολιτείας: Τα κόμματα είναι η Νέα Φλαμανδική Συμμαχία, οι Χριστιανοδημοκράτες, οι Σοσιαλιστές, οι Φιλελεύθεροι και οι Κεντρώοι. Μέχρι στιγμής, οι σύμμαχοι δυσκολεύονται να συνεννοηθούν στα βασικά, ακόμα και την κατάρτιση προϋπολογισμού και η συνοχή τους τίθεται εν αμφιβόλω μόλις 11 μήνες μετά τη συγκρότησή της συμμαχίας. Παλιότερα στη Γερμανία, άφησαν εποχή οι διεργασίες για το σχηματισμό της «Συμμαχίας της Τζαμάικα», των Χριστιανοδημοκρατών, των Φιλελεύθερων και των Πράσινων- και εδώ τα χρώματα των κομμάτων «έδειχναν» τη σημαία της χώρας της Καραϊβικής. Τελικά, η αποχώρηση των Φιλελεύθερων οδήγησε σε ναυάγιο τις προσπάθειες, με αποτέλεσμα να προκύψει κυβέρνηση CSU και SPD, με καγκελάριο την Μέρκελ.
Άραγε στη χώρα μας, ποια σημαία θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια ενδεχόμενη συμμαχία στην Ελλάδα για τη διακυβέρνηση του τόπου; Η συζήτηση αναζωπυρώθηκε εσχάτως και από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, που προδικάζει ότι η εποχή της αυτοδυναμίας έχει φτάσει στο τέλος της και είναι ώρα για τη διακυβέρνηση του τόπου από συμμαχικά σχήματα. Η εκτίμηση-πρόβλεψη του κ. Βενιζέλου μένει να επαληθευτεί στην πράξη, όταν έρθει η ώρα της κάλπης. Παράλληλα, η ΝΔ εξακολουθεί να προτάσσει ως βασικό στόχο την αυτοδυναμία και στις εκλογές του 2027. Προς το παρόν, εμφανίζεται ένας αξιοπρόσεκτος διχασμός στις προτιμήσεις της κοινής γνώμης. Στην έρευνα της Opinion Poll, το 49,2% θα προτιμούσε μεν μια κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά το όχι ευκαταφρόνητο 41,8% (που ας σημειωθεί, ευθυγραμμίζεται με το ποσοστό της ΝΔ στις βουλευτικές εκλογές του 2023) τάσσεται υπέρ της αυτοδυναμίας.
Τι όμως προσδοκά ο ένας στους δύο που προκρίνει τη λύση των κυβερνήσεων συνεργασίας; Εδώ το τοπίο παραμένει θολό, από όποια γωνία να δει κάποιος το ρευστό πολιτικό σκηνικό. Αν εξαιρέσει κανείς τη ΝΔ, με ποσοστά που κυμαίνονται στο 30%, το ΠΑΣΟΚ, που καταγράφει δυνάμεις της τάξης του 12-14%, το ΚΚΕ με 8%, το υπόλοιπο κομματικό πανόραμα παραμένει ένας άλυτος γρίφος. Τα ποσοστά ανεβοκατεβαίνουν σαν ασανσέρ.
Μιλώντας για το 2026, κάθε πρόβλεψη μπορεί να αποδειχτεί παρακινδυνευμένη. Και αυτό, γιατί θα κριθεί αν τελικά, δημιουργηθούν οι τρεις πολιτικοί σχηματισμοί που κυοφορούνται: Το κόμμα εν αναμονή του Αλέξη Τσίπρα-που συνεχίζει τις περιοδείες για την παρουσίαση της «Ιθάκης» του-, η πιθανή εξαγγελία φορέα από τον Αντώνη Σαμαρά και η δημιουργία πολιτικής κίνησης από την Μαρία Καρυστιανού, όπως η ίδια αφήνει να διαφανεί στις τελευταίες συνεντεύξεις της. Κι αυτό, την ώρα που το 53,1% θεωρεί ότι κανένα κόμμα δεν κάνει αποτελεσματική αντιπολίτευση (Opinion Poll).
Ήδη οι εταιρείες ερευνών μετρούν τη δυναμική αυτών των τριών νέων συνιστωσών στον αντιπολιτευτικό χώρο. Στην τελευταία μέτρηση της MRB, η μέτρηση για ένα κόμμα Τσίπρα είναι στο 23,2% (σίγουρα ναι 8,3%, ίσως 14,9%). Για πιθανό κόμμα Σαμαρά έχουμε ένα 15,6% (σίγουρα ναι 2,8%, ίσως 12,8%). Για τη Μαρία Καρυστιανού η μέτρηση φτάνει στο 31,8% (σίγουρα ναι 10,2%, πιθανόν 21,6%), υπερακοντίζοντας τα εν δυνάμει ποσοστά των Τσίπρα, Σαμαρά.
Αυτό σημαίνει, πρώτον, δραστικές ανακατατάξεις στο αντιπολιτευτικό φάσμα. Ήδη η δυναμική του Αλέξη Τσίπρα έρχεται να αποτελειώσει τον ήδη συρρικνωμένο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο Στέφανος Κασσελάκης συγκαλεί τον Φεβρουάριο Συνέδριο για το Κίνημα Δημοκρατίας, για το αν θα συνεχίσει ή όχι την παρουσία του. Σε δεινή θέση θα βρεθεί και η Νέα Αριστερά. Παράλληλα, ένας νέος πολιτικός σχηματισμός υπό τον Αντώνη Σαμαρά, θα ταράξει τα νερά στο χώρο δεξιά της ΝΔ, με πιθανές τις απώλειες τόσο για την Ελληνική Λύση όσο και για τη Φωνή Λογικής, την ώρα που η Νίκη κινείται σταθερά κάτω από το όριο του 3%. Μια πολιτική πρωτοβουλία της Μαρίας Καρυστιανού ενδέχεται να προσελκύσει δυνάμεις από όλους τους χώρους, κυρίως όμως θα αναμετρηθεί με την Πλεύση Ελευθερίας.
Το συμπέρασμα είναι πως αντί να βαδίζουμε προς μια σταθεροποίηση δυνάμεων στο χώρο της αντιπολίτευσης, με προοπτικές σύγκλισης, θα έχουμε μια διαταραχή των υπαρχόντων σχηματισμών με την εμφάνιση νέων. Καμία από αυτές τις ανατροπές όμως δεν αποτελεί προς το παρόν ικανή και αναγκαία συνθήκη για συγκλίσεις. Το αντίθετο, αυτό που καταγράφεται είναι μια αποκλίνουσα αντιπολιτευτική πρακτική από κάθε κόμμα, έντονα ανταγωνιστική και εξόχως προσωποκεντρική. Αν προστεθεί στο «μίγμα» αυτό και η παντελής έλλειψη κουλτούρας συνεργασιών-εκτός από εξαιρετικές περιόδους κρίσης και αδιεξόδων, όπως στη μνημονιακή περίοδο-τότε το τοπίο γίνεται ακόμα πιο θολό. Με άλλα λόγια, στη νέα χρονιά θα κριθεί αν θα έχουμε έστω προθέσεις συγκλίσεων ή-το πιθανότερο-αν θα καταγραφεί ένας περαιτέρω κατακερματισμός των δυνάμεων, με την εμφάνιση νέων συνιστωσών και την παρουσία νέων ή «νέων» προσώπων, που όμως αδυνατούν να επιτύχουν συγκλίσεις ικανές να δημιουργήσουν έναν εναλλακτικό πόλο «κυβερνησιμότητας». Από την άποψη αυτή, τροφοδοτούν τις ελπίδες τόσο της ΝΔ για τρίτη αυτοδυναμία όσο και του ΠΑΣΟΚ για ενίσχυση της παρουσίας του ως δεύτερο κόμμα-αν και ήδη νιώθει τις πιέσεις από τα αριστερά του…