Τη δημιουργία μιας οργανωμένης κυβερνητικής δομής, η οποία θα στελεχώνεται με μόνιμο προσωπικό, όχι απαραίτητα από ένστολους, και η οποία θα βρίσκεται κάτω από τον πρωθυπουργό, προτείνει ο Σύνδεσμος Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Εξοπλισμού (ΣΕΚΠΥ).
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΚΠΥ, Τάσο Ροζολή, το μοντέλο αυτό ακολουθούν όλοι οι ανταγωνιστές, αλλά και οι σύμμαχοι της χώρας. Η Τουρκία έχει δημιουργήσει τη Γενική Γραμματεία Εξοπλισμών (ΓΓΕ) κάτω από τον Ερντογάν, το Ισραήλ έχει τη SIBAT και η Γαλλία την DGA. Οι δύο τελευταίοι υπάγονται στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας κάθε χώρας, αλλά βασικός τους ρόλος είναι η χάραξη στρατηγικής, τόσο για την άμυνα της χώρας, όσο και για την αξιοποίηση της εγχώριας βιομηχανίας.
«Εμείς δεν διαφωνούμε με τη δημιουργία ενός οργάνου αντίστοιχου με εκείνο της DGA ή της SIBAT», παραδέχεται ο πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ, Τάσος Ροζολής. Ωστόσο, όπως σημειώνει, δεν μπορεί το βάρος προμηθειών 3 δισ. ευρώ ετησίως μόνον για την εθνική άμυνα να το σηκώσει η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών & Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ), στελεχωμένη με ένστολους, οι οποίοι σήμερα βρίσκονται στο Πεντάγωνο και λίγα χρόνια μετά μπορεί να βρεθούν στο Διδυμότειχο.
Ο ΣΕΚΠΥ προτείνει τη δημιουργία μιας Γενικής Γραμματείας, με αντικείμενο την άμυνα και την Εγχώρια Αμυντική Βιομηχανία, αρχικά κάτω από τον πρωθυπουργό, και αφού στελεχωθεί κατάλληλα και πατήσει στα πόδια της, στη συνέχεια να περάσει στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας. «Αυτό συνέβη το 2016 μία φορά, με τη δημιουργία της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, αρχικά υπό από τον πρωθυπουργό και στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε υπουργείο», σημειώνει ο κ. Ροζολής, υπογραμμίζοντας τον βασικό ρόλο που διαδραμάτισε το υπουργείο αυτό στη μεταρρύθμιση του κράτους, αλλά και στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Τα παραπάνω, βεβαίως, δεν σημαίνουν ότι το όργανο χάραξης στρατηγικής για την Εγχώρια Αμυντική Βιομηχανία θα εξελιχθεί σε υπουργείο. Ωστόσο, έχοντας κάθε χρόνο εθνικές προμήθειες 3 δισ. ευρώ και ενδεχομένως έργα πολλών εκατοντάδων εκατ. ευρώ από τα προγράμματα ReArm, Safe και πιθανώς νέα προγράμματα που θα παρουσιαστούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η χώρα χρειάζεται έναν μόνιμο μηχανισμό διαχείρισης αυτών των δαπανών. Και, όπως δείχνουν οι εξελίξεις στο γεωπολιτικό τοπίο, σύντομα θα έρθει και ένα αμυντικό… ΕΣΠΑ.
Κατά το ΣΕΚΠΥ, ήδη διαθέτουμε τέτοιους μηχανισμούς, όπως είναι η Γενική Γραμματεία στο υπουργείο Οικονομικών, που διαχειρίζεται τους πόρους του ΕΣΠΑ. «Η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών & Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ) ασχολείται με εξοπλισμούς και στελεχώνεται από στρατιωτικούς, άσχετους με τα θέματα βιομηχανίας, οι οποίοι μετατίθενται κάθε 2-3 χρόνια» συνεχίζει ο κ. Ροζολής. Και εξηγεί: «Εμείς χρειαζόμαστε μία δομή στελεχωμένη με έμπειρους και καταρτισμένους ανθρώπους σχετικούς με τη βιομηχανία, ειδικούς στις νομικές συμβάσεις, στα ευρωπαϊκά θέματα, στη διπλωματία και φυσικά στρατιωτικούς». Η απασχόλησή τους δε αυτή δεν θα είναι περιστασιακή, αλλά θα έχει μόνιμο ή αόριστο χαρακτήρα.
Μια τέτοια δομή, σύμφωνα με τον κ. Ροζολή, είναι μάλλον προτιμότερο να μην υπάγεται στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αλλά απευθείας στον πρωθυπουργό, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια, μέχρι να ορθοποδήσει. Στη συνέχεια η δομή αυτή μπορεί είτε να παραμείνει στον πρωθυπουργό, όπως π.χ. συμβαίνει στην Τουρκία, ή και να επιστρέψει στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, όπως συμβαίνει στη Γαλλία και το Ισραήλ. Μάλιστα, επειδή αυτές οι χώρες έχουν ισχυρές αμυντικές εξαγωγές, τόσο η SIBAT, όσο και DGA, έχουν και έναν ισχυρό εξωστρεφή χαρακτήρα.
Η συγκυρία για τον ΣΕΚΠΥ είναι μοναδική. Με τα χρήματα που θα πέσουν στις επόμενες δύο δεκαετίες, η Eγχώρια Aμυντική Bιομηχανία έχει μια σημαντική ευκαιρία, που αν την εκμεταλλευτεί σωστά θα έχει:
- Ουσιαστικά οικονομικά έσοδα,
- ισχυρά αμυντικά οφέλη (π.χ. ασφάλεια εφοδιασμού),
- σημαντικά κοινωνικά οφέλη (όπως επιστροφή επιστημόνων και αύξηση απασχόλησης) και
- πολιτικά οφέλη.
Η εκτίμηση είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να απορροφήσει εύκολα το 25% του συνόλου των επόμενων εξοπλιστικών και συγχρόνως να εκμεταλλευτεί με επιτυχία τα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα. Στο παρελθόν η λεγόμενη Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) έφτανε το 40%. Με το 25%, ωστόσο, η εγχώρια προστιθέμενη αξία θα ανέλθει σε 6 δισ. ευρώ μόνον για τις εγχώριες αμυντικές δαπάνες, οι οποίες προγραμματίζεται να ανέλθουν στην επόμενη 12ετία σε 25 δισ. ευρώ.
Ο νέος δρόμος για τα εξοπλιστικά και το παράδειγμα της Νορβηγίας
Ο κ. Ροζολής αναφέρει το παράδειγμα της Νορβηγίας, που τώρα διαπραγματεύεται την προμήθεια 4 έως 5 φρεγατών, με τους ίδιους προμηθευτές που διαπραγματεύτηκε η χώρα. Η σκανδιναβική χώρα έβαλε ως όρο το 100% της δαπάνης που θα γίνει να αποτελέσει βιομηχανικές επιστροφές για την ίδια. Στη χώρα μας οι επιστροφές αυτές ήταν σχεδόν μηδενικές.
Η νέα δομή από μόνη της φυσικά δεν θα λύσει το πρόβλημα της χώρας στην άμυνα. Χρειάζεται η χάραξη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής, που θα κατευθύνει τη χώρα σε συγκεκριμένες αγορές και συστήματα, στα οποία θα αποκτήσει εξειδίκευση. Παράλληλα, θα πρέπει να εισέλθει σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές συμπαραγωγές μεγάλων οπλικών συστημάτων, όπως για παράδειγμα είναι οι πύραυλοι Meteor, τα F-16, οι φρεγάτες, οι κορβέτες, τα υποβρύχια κ.λπ. Το πρώτο, όμως, βήμα για να γίνουν όλα αυτά, όπως αναφέρει ο πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ, είναι η δημιουργία της νέας κυβερνητικής μονάδας για τους αμυντικούς εξοπλισμούς και την εγχώρια αμυντική βιομηχανία.