Αναφορικά με τη δυνητικά επιλέξιμη υπό προϋποθέσεις συμμετοχή της Τουρκίας στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης SAFE που αποσκοπεί στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μίλησε ο Παύλος Μαρινάκης. Ερωτηθείς σχετικά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι «πρέπει, όπως ρητώς αναφέρεται, τα προγράμματα αυτά -να το γνωρίζουν και οι εταιρείες και τα τρίτα κράτη- να μην στρέφονται εναντίον των συμφερόντων των κρατών μελών της ΕΕ».
Υπάρχουν όροι για τις τρίτες χώρες που συμμετέχουν στο SAFE και μας κατοχυρώνουν πλήρως επεσήμανε ο κ. Μαρινάκης. Όπως εξήγησε «υπάρχει ρητός όρος, ούτως ώστε να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον συμμάχων, γενικός όρος και ρητός όρος, τον οποίον μπορούμε να επικαλεστούμε και μάλιστα είναι το άρθρο 16 του Κανονισμού SAFE σχετικά με τους κανόνες επιλεξιμότητας εταιρειών και οντοτήτων τρίτων χωρών, ως προϋπόθεση η συνεκτίμηση των συμφερόντων ασφαλείας και άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών – μελών.
Άρα υπάρχει ρητός όρος, πέραν της απαραίτητης ύπαρξης ομοφωνίας και σε επίπεδο εταιρειών, όχι μόνο σε επίπεδο κρατών. Άρα αυτό είναι καθαρό και προβλέπεται -σας είπα- και από το άρθρο 16… Άρα είναι καθαρό, δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Και το ξαναλέω, όλα αυτά μπήκαν συνολικά και ειδικά το ζήτημα της ομοφωνίας μετά από ενέργειες της ελληνικής πλευράς, χωρίς να ήταν αυτή η πλειοψηφούσα άποψη των υπολοίπων κρατών – μελών της Ευρώπης. Γιατί δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτό τον κόσμο. Όμως καταφέραμε και μπήκε αυτό το οποίο μας συνέφερε και μας κατοχυρώνει πλήρως».
Σε άλλο σημείο ανέφερε « «έβγαλε μία, νομίζω, πολύ κατατοπιστική ανακοίνωση χθες το υπουργείο Εξωτερικών, μέσω διπλωματικών πηγών, που απαντάει σε μια σειρά από αιτιάσεις. Θα ήθελα να σταθώ σε τρεις εξ αυτών, απαντώντας και σε όσα είπε και χθες ο κύριος Ανδρουλάκης και συνολικά τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Δεν ήταν αυτονόητος ο όρος της ύπαρξης απαραιτήτως ομοφωνίας, για συμφωνίες με τρίτες χώρες στο Πρόγραμμα SAFE. Δεν ήταν η κρατούσα άποψη στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό ήταν μια ελληνική διπλωματική επιτυχία. Δηλαδή, το ν’ αποφασίζουμε εμείς για εμάς, ως ένα κυρίαρχο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να μπορεί, έστω κι ένα κράτος να μη δώσει τη συμφωνία του, για τη διαδικασία αυτή με μια τρίτη χώρα, όπως είναι η Τουρκία, είναι αποτέλεσμα χειρισμών της ελληνικής πλευράς. Και είναι πολύ μίζερο και πάρα πολύ μικρό πολιτικά, το να το απαξιώνει αυτό η αντιπολίτευση. Δεύτερον, αυτό το οποίο συμβαίνει με το Πρόγραμμα SAFE, δεν σημαίνει ότι θα συμβεί στα υπόλοιπα, ούτε σημαίνει, ούτε προβλέπεται από πουθενά. Είναι κάτι το οποίο ισχύει μόνο για το συγκεκριμένο Πρόγραμμα, με τους όρους αυτούς που δεν είναι μόνο η απαραίτητη ομοφωνία, με τους όρους που έχει βάλει η Ελλάδα.
Πρέπει, όπως ρητώς αναφέρεται, τα προγράμματα αυτά, να το γνωρίζουν και οι εταιρείες και τα τρίτα κράτη, να μη στρέφονται εναντίον των συμφερόντων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρα, δεν είναι και μοναδικός ο όρος. Η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται, ούτε με ευχολόγια, ούτε με ψευτο-πατριωτικές κορώνες. Η εξωτερική πολιτική ασκείται στο πεδίο και η ελληνική πλευρά, η ελληνική κυβέρνηση, όπως ανέλυσε πριν από μία εβδομάδα ο πρωθυπουργός σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, πέραν του ότι κατάφερε κάτι τέτοιο να μπορεί γίνει μόνο και με τη δική μας σύμφωνη γνώμη, βρήκε και μία ευκαιρία ν’ αναδείξει ένα θέμα το οποίο ξέρουμε ότι μας πληγώνει όλους για 30 χρόνια, το casus belli.
Τελικά, είναι ή δεν είναι σημαντικό η άρση του casus belli από την τουρκική πλευρά; Γιατί σε μια συνέντευξή του πριν από ένα μήνα, ο κύριος Ανδρουλάκης μιλούσε για την Τουρκία του casus belli και σωστά το έλεγε, ότι εν πάση περιπτώσει, όλο αυτό είναι προβληματικό. Τριάντα χρόνια προσπαθούμε να βρούμε μία λύση σε αυτό και να το πάρει πίσω η Τουρκία. Και έρχεται η στιγμή που αν θέλει η γείτονα χώρα να προχωρήσει μια τέτοια διαδικασία, μεταξύ άλλων που προβλέπονται, πρέπει να πάρει αυτήν την απόφαση. Ας μην υποτιμούμε, λοιπόν, κάποια πράγματα τα οποία είναι δεδομένα και σας παραπέμπω και για περισσότερες λεπτομέρειες στη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών».