OpenEvidence: Ποια είναι η startup που θεωρείται το ChatGPT των γιατρών

Η startup για γιατρούς, OpenEvidence, φιλοδοξεί να γίνει για την υγειονομική περίθαλψη ό,τι ήταν η Google για το Ίντερνετ

OpenEvidence © openevidence.com

Για τους γιατρούς που προσπαθούν να παρακολουθούν τις τελευταίες εξελίξεις του κλάδου το καθημερινό κυνήγι όλων των ειδήσεων και ερευνών μοιάζει αδύνατο, την ίδια ώρα που καλούνται να εξετάσουν δεκάδες ασθενείς σε κάθε βάρδια. Είναι χαρακτηριστικό πως ένα νέο επιστημονικό άρθρο δημοσιεύεται κάθε 30 δευτερόλεπτα. «Μιλάμε για τη χρυσή εποχή της βιοτεχνολογίας, όπου αναπτύσσονται συνεχώς νέα και καλύτερα φάρμακα. Αλλά για τους γιατρούς είναι σαν να ζουν στον Μεσαίωνα, λόγω της εξουθένωσης», δήλωσε στο Forbes ο Daniel Nadler, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της OpenEvidence, της startup που θεωρείται από πολλούς το ChatGPT των γιατρών. «Υπάρχει αυτός ο τεράστιος χείμαρρος πληροφοριών που πρέπει να παρακολουθούν, και ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει περιορισμένη ικανότητα να διαβάζει εκατομμύρια μελέτες».

Ο Daniel Nadler, κάτοχος διδακτορικού από το Χάρβαρντ, που πούλησε την προηγούμενη εταιρεία του για 550 εκατ. δολάρια το 2018, αποφάσισε να λύσει το πρόβλημα με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης. Πλέον οι ιδιόκτητοι αλγόριθμοι της OpenEvidence αναζητούν εκατομμύρια επιστημονικές δημοσιεύσεις, συμπεριλαμβανομένων κορυφαίων περιοδικών, όπως το New England Journal of Medicine και το Journal of the American Medical Association, για να βοηθήσουν τους γιατρούς να βρίσκουν τις καλύτερες απαντήσεις γρήγορα, με πλήρεις βιβλιογραφικές αναφορές, ώστε να μπορούν να διαβάσουν περισσότερα μόνοι τους. Το λογισμικό είναι δωρεάν για επαληθευμένους ιατρούς και αποφέρει έσοδα μέσω διαφημίσεων -με παρόμοιο μοντέλο με αυτό της Google.

«Πιστεύω ότι το OpenEvidence θα γίνει για την υγειονομική περίθαλψη ό,τι ήταν η Google για το Ίντερνετ,» δήλωσε ο δισεκατομμυριούχος πρόεδρος της Kleiner Perkins, John Doerr, ο οποίος επένδυσε στην εταιρεία τόσο προσωπικά, όσο και μέσω του fund του, προσθέτοντας: «Το μοντέλο “δωρεάν για τους γιατρούς” είναι αυτό που κάνει τη διαφορά εδώ».

Από την ίδρυσή της το 2022, η OpenEvidence με έδρα το Μαϊάμι έχει εγγράψει το 40% των γιατρών στις Ηνωμένες Πολιτείες -δηλαδή πάνω από 430.000- και προσθέτει νέους με ρυθμό 65.000 τον μήνα. Τα έσοδά της από διαφημίσεις έχουν φτάσει πλέον σε ετήσια βάση περίπου τα 50 εκατομμύρια δολάρια. Αν και δεν είναι τεράστιο ποσό, χάρη στη ραγδαία υιοθέτηση του λογισμικού, οι επενδυτές ποντάρουν μεγάλα ποσά: η OpenEvidence έχει συγκεντρώσει 210 εκατομμύρια δολάρια με επικεφαλής την GV (το επενδυτικό σκέλος της Google) και την Kleiner Perkins, αποτιμώμενη στα 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια -από 1 δισεκατομμύριο στην τελευταία της χρηματοδότηση τον Φεβρουάριο, όπως δήλωσε ο Nadler στο Forbes. Στο επενδυτικό σχήμα συμμετείχαν επίσης γνωστά VC funds, όπως τα Coatue, Conviction και Thrive Capital.

Η νέα επένδυση καθιστά τον Nadler, που κατέχει περίπου το 60% της εταιρείας, δισεκατομμυριούχο, με καθαρή περιουσία που το Forbes εκτιμά στα 2,3 δισ. δολάρια. Ο συνιδρυτής Zack Ziegler, 30 ετών και Chief Technology Officer της εταιρείας, κατέχει περίπου το 10% της επιχείρησης, αξίας περίπου 350 εκατ. δολαρίων. Ο Nadler κατάφερε να διατηρήσει τόσο μεγάλο ποσοστό επειδή ήταν ο πρώτος seed επενδυτής της εταιρείας, επενδύοντας περίπου 10 εκατομμύρια δολάρια από τα δικά του χρήματα πριν ζητήσει κεφάλαια από VC.

«Ένα από τα σπουδαία πράγματα στο να είσαι δεύτερη φορά επιχειρηματίας είναι ότι δεν είμαι ηλίθιος» είπε ο Nadler. «Πίστευα ότι το δεύτερο εγχείρημα θα είναι μεγαλύτερο από το πρώτο, οπότε ίσως τα πρώτα 10 εκατομμύρια θα έπρεπε να τα βάλω εγώ. Αυτή ήταν με διαφορά η πιο έξυπνη οικονομική απόφαση της ζωής μου… Ήθελα να στοιχηματίσω στον εαυτό μου».

Το πρόβλημα που προσπαθεί να επιλύσει η OpenEvidence είναι τεράστιο -και διαρκώς επιδεινώνεται. Η ιατρική βιβλιογραφία αυξάνεται με αστρονομικό ρυθμό -διπλασιάζεται κάθε πέντε χρόνια- καθώς αναπτύσσονται νέες θεραπευτικές επιλογές, όπως οι γονιδιακές θεραπείες, και οι επιστήμονες μαθαίνουν συνεχώς περισσότερα για τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ ασθενειών και φαρμάκων. Η ταξινόμηση όλων αυτών των πληροφοριών αποτελεί ένα τιτάνιο έργο: κάποια άρθρα είναι εξαιρετικά, άλλα κακής ποιότητας και πολλά είναι πλέον ξεπερασμένα (με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης στη συγγραφή και αξιολόγηση επιστημονικών άρθρων, το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο).

Παράλληλα, οι γιατροί στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν όλο και λιγότερο χρόνο στη διάθεσή τους, λόγω της αυξανόμενης έλλειψης ιατρικού προσωπικού -δημιουργώντας μια ευκαιρία για startups να αναπτύξουν τεχνολογίες που θα συμβάλουν στην παροχή καλύτερης φροντίδας και θα ανακουφίσουν τους γιατρούς από την πίεση.