Η Ελλάδα outsider στο “Τσάμπιονς Λιγκ” της ευρωπαϊκής καινοτομίας

Ουραγός η Ελλάδα στο EIC Accelerator, τη «ναυαρχίδα» χρηματοδότησης της καινοτομίας στην ΕΕ. Μόλις τρεις εθνικές επιτυχίες

Startups Καινοτομία, funds© Unsplash

Από τον Ιούνιο του 2021, όταν ξεκίνησε η πλήρης λειτουργία το EIC Accelerator, το πιο εμβληματικό και απαιτητικό πρόγραμμα χρηματοδότησης startups και μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ΕΕ, σχεδόν 11.000 εταιρείες κατέθεσαν αίτηση. Μόνο το 7% εξασφάλισε τελικά χρηματοδότηση.

Μέχρι σήμερα, 742 εταιρείες έχουν επιλεγεί, αποσπώντας συνολικά 5 δισ. ευρώ, με την πλειονότητα να ανήκει σε ώριμα startups και scale-ups που ήδη προσελκύουν ιδιωτικούς επενδυτές. Στην κορυφή βρίσκονται η Γαλλία και η Γερμανία, που έχουν συγκεντρώσει πάνω από 100 επιτυχίες η καθεμία, ενώ ακολουθούν η Ολλανδία, η Ισπανία και το Ισραήλ.

Σε αυτό το άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, η Ελλάδα παραμένει στην κατηγορία των ουραγών, με μόλις τρεις εταιρείες να έχουν λάβει χρηματοδότηση στα τέσσερα χρόνια λειτουργίας του προγράμματος, όταν η Βουλγαρία έχει επτά, η Πορτογαλία δεκαέξι, η Αυστρία δεκαπέντε και η Εσθονία εννέα. Χώρες με παρόμοιο ή ακόμη και μικρότερο πληθυσμό, όπως το Λουξεμβούργο και η Ισλανδία, βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ή και υψηλότερα.

Οι τρεις ελληνικές επιτυχίες δείχνουν, ωστόσο, τον δρόμο. Η PhosPrint, spin-off του ΕΜΠ, αξιοποιεί την τεχνολογία laser bioprinting για ιατρικές εφαρμογές. Η Solmeyea μετατρέπει εκπομπές CO₂ σε πρωτεΐνες από μικροφύκη, προτείνοντας λύσεις τόσο για την κλιματική αλλαγή όσο και για την επισιτιστική ασφάλεια και η Argo Semiconductors, που αναπτύσσει ολοκληρωμένα κυκλώματα RF για τις υποδομές 5G, βελτιώνοντας την απόδοση και την αποδοτικότητα των ασύρματων επικοινωνιών.

Γαλλο-γερμανική πρωτιά

Η κατανομή των αποτελεσμάτων δείχνει ότι η Γερμανία, μετά τα ισχυρά αποτελέσματα του Μαρτίου, πέρασε πρώτη σε αριθμό επιλεγμένων εταιρειών, αν και η Γαλλία εξακολουθεί να προηγείται σε συνολική χρηματοδότηση. Η Ολλανδία, η Ισπανία και η Σουηδία έχουν εδραιωθεί στις πρώτες θέσεις, ενώ το Ισραήλ αναδεικνύεται κορυφαία συνδεδεμένη χώρα.

Το Ηνωμένο Βασίλειο, παρότι παραμένει στην πρώτη δεκάδα, περιορίζεται πλέον σε χρηματοδότηση μόνο μέσω grant-only. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου καμία από τις 82 επιτυχίες δεν ήταν grant-only, γεγονός που υποδηλώνει την προσαρμογή του οικοσυστήματος στη νέα λογική συνδυασμού δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων.

Σε επίπεδο χρηματοδοτικών μεγεθών, το Ισραήλ, η Γαλλία και η Φινλανδία καταγράφουν τις υψηλότερες μέσες επιχορηγήσεις ανά εταιρεία, πάνω από τον συνολικό μέσο όρο.

Ποιοι κλάδοι σηκώνουν κεφάλαια

Σε ό,τι αφορά τους κλάδους, οι επιστήμες ζωής κυριαρχούν, με τη βιοτεχνολογία να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εντός του τομέα. Η τάση αυτή συμπληρώνεται από αυξημένα έργα σε στρατηγικούς τομείς της ΕΕ, όπως η ενέργεια, η μεταποίηση, οι ημιαγωγοί και οι κβαντικές τεχνολογίες.

Οι περισσότερες εταιρείες που επιλέγονται έχουν ηλικία μικρότερη των πέντε ετών, στηρίζονται όμως σε πολλά χρόνια ερευνητικής και τεχνολογικής προεργασίας. Το EIC δείχνει να προτιμά ώριμες startups και πρώιμα scale-ups με εμπειρία, επενδυτική στήριξη ήδη στο cap table και ξεκάθαρο πλάνο για follow-on ή Series A γύρους και πέραν αυτών.

Ο προσανατολισμός προς τέτοιες εταιρείες υποδηλώνει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει όχι μόνο την ανάδειξη καινοτομιών αλλά και την επιτάχυνση της εμπορικής τους κλιμάκωσης.

Η εικόνα στην Ευρώπη

Το EIC Accelerator έχει πλέον στραφεί κατά κύριο λόγο στο μοντέλο blended finance, που συνδυάζει επιχορηγήσεις με επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου. Στόχος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας είναι να κινητοποιήσει 30–50 δισ. ευρώ ιδιωτικών κεφαλαίων προς την ευρωπαϊκή deep-tech καινοτομία.

Τα στοιχεία φωτίζουν και μια άλλη διάσταση: περίπου το 15% των εταιρειών που χρηματοδοτήθηκαν έχουν γυναίκες CEOs. Η Γαλλία προηγείται σε απόλυτους αριθμούς, με 20 γυναικοκέφαλες εταιρείες (18% του συνόλου της), ενώ η Ισπανία αναδεικνύεται πρωταθλήτρια αναλογικά, με το 30% των επιτυχιών της να προέρχεται από γυναίκες επικεφαλής. Ωστόσο, η μέση χρηματοδότηση για αυτές τις εταιρείες, στα 6,2 εκατ. ευρώ, παραμένει χαμηλότερη του συνολικού μέσου όρου.