Με την πρώτη ματιά, αυτή η καινοτομία φαίνεται αθώα. Θα μπορούσε όμως να αλλάξει ριζικά το τοπίο στην κινητή τηλεφωνία. Η «eSIM», ή εικονική κάρτα SIM, συνίσταται στην αποϋλοποίηση του φυσικού chip που τοποθετούμε στο smartphone μας, για να ταυτοποιηθούμε σε έναν πάροχο και να χρησιμοποιήσουμε το δίκτυό του. Με αυτή την τεχνολογία, τα χαρακτηριστικά της είναι ενσωματωμένα απευθείας στα ηλεκτρονικά του τηλεφώνου. Κάτι που απλοποιεί τη ζωή των πελατών: δεν είναι πλέον απαραίτητο να επισκεφθεί κανείς ένα κατάστημα για να αλλάξει πρόγραμμα ή να περιμένει την παραλαβή του chip του ταχυδρομικώς. Αφού αγοράσει ένα πρόγραμμα eSIM, ο συνδρομητής δεν έχει παρά να σαρώσει έναν κωδικό QR για να το ενεργοποιήσει. Επιπλέον, αυτή η τεχνολογία επιτρέπει την ενεργοποίηση όσων προγραμμάτων επιθυμεί κανείς στο τηλέφωνό του.
Όπως αναφέρει η γαλλική Le Monde, η eSIM εμφανίστηκε στην αγορά πριν από περίπου έξι χρόνια, συμπληρωματικά με τη φυσική θύρα SIM, αλλά η υιοθέτησή της παρέμεινε μάλλον περιορισμένη. Το 2023, αντιπροσώπευε μόλις το 10% των συνδέσεων σε smartphones παγκοσμίως, όπως σημείωνε η εταιρεία συμβούλων Roland Berger, σε έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2024. Αλλά η υιοθέτηση της eSIM, η οποία επιτρέπει στους κατασκευαστές συσκευών να κερδίζουν χώρο, για να τοποθετήσουν μια μεγαλύτερη μπαταρία ή ακόμα και μια καλύτερη κάμερα, επιταχύνεται: η Roland Berger θεωρεί ότι το 75% των χρηστών smartphone θα έχουν μεταβεί σε αυτήν μέχρι το 2030.
Η eSIM απειλεί τα έσοδα των παρόχων
Στις 9 Σεπτεμβρίου, η Apple ανακοίνωσε άλλωστε ότι το νέο της iPhone Air θα πωλείται για πρώτη φορά παγκοσμίως χωρίς φυσική θύρα SIM. Το ίδιο ισχύει – αλλά μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες – για το νέο Pixel 10 της Google. Σε ένα σημείωμα που δημοσιεύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου, η εταιρεία CCS Insight εκτιμά ότι ο αριθμός των ατόμων που κατέχουν smartphone συμβατό με eSIM θα αυξηθεί από 1,3 δισεκατομμύρια το 2025 σε πάνω από 3 δισεκατομμύρια στο τέλος της δεκαετίας.
Αυτή η καινοτομία επιτρέπει στους παρόχους να φανταστούν νέες υπηρεσίες. Στη Γαλλία, η Orange ξεκίνησε, στις 13 Σεπτεμβρίου, μια ενέργεια με στόχο να προσφέρει ένα πρόγραμμα eSIM 5G με 20 gigabytes δεδομένων σε 50.000 πελάτες, ώστε να μπορέσουν να δοκιμάσουν το δίκτυό της για ένα μήνα. Ο νούμερο ένα πάροχος τηλεπικοινωνιών της Γαλλίας ελπίζει να «κλέψει» πελάτες από τους ανταγωνιστές του.
Αλλά η eSIM αποτελεί επίσης μια απειλή για τα έσοδα των παρόχων. Η εξαφάνιση των φυσικών chips διευκολύνει την εμφάνιση ενός νέου ανταγωνισμού, ικανού να προσφέρει τις υπηρεσίες του απευθείας στους καταναλωτές. Αυτό συμβαίνει ήδη στον τομέα της διεθνούς περιαγωγής (roaming) – όταν ένας συνδρομητής χρησιμοποιεί, στο εξωτερικό, ένα δίκτυο-συνεργάτη του παρόχου του. Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο, η Juniper Research αξιολόγησε αυτή την αγορά στα 9 δισεκατομμύρια δολάρια (7,66 δισεκατομμύρια ευρώ) το 2024.
Εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης – όπου τα τέλη περιαγωγής καταργήθηκαν το 2017 για τους συνδρομητές της Γηραιάς Ηπείρου –, οι πάροχοι κινητής τηλεφωνίας συχνά χρεώνουν βαριά τους συνδρομητές τους όταν επικοινωνούν σε άλλη χώρα. Ενώ οι ταξιδιώτες μερικές φορές επιλέγουν να διακόψουν τις επικοινωνίες τους (ενεργοποιώντας τη λειτουργία πτήσης) ή χρησιμοποιούν το WhatsApp όταν βρίσκουν σύνδεση Wi-Fi, η eSIM επιτρέπει πλέον σε μια πλειάδα νέων παικτών να προσφέρουν φθηνότερα προγράμματα, προσαρμοσμένα σε διαμονές μικρής διάρκειας. Η μέθοδός τους: αγοράζουν συνδεσιμότητα χονδρικής σε μια χώρα για να την μεταπωλήσουν λιανικώς στους ξένους επισκέπτες.
Αυτή είναι η περίπτωση της αμερικανικής start-up Airalo: ιδρύθηκε το 2019 και επιτρέπει, με λίγα κλικ, την αγορά προπληρωμένων προγραμμάτων eSIM σε περισσότερες από 200 χώρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Airalo προσφέρει 3 gigabytes δεδομένων, με δυνατότητα χρήσης για τριάντα ημέρες, έναντι 8 ευρώ, χάρη σε συμφωνίες με τους παρόχους T-Mobile και Verizon. Αφού άντλησε 60 εκατομμύρια δολάρια το 2023, η start-up ισχυρίζεται σήμερα ότι έχει πάνω από 20 εκατομμύρια χρήστες. Στον ίδιο τομέα, η ισπανική Holafly ανέφερε, σε δελτίο τύπου στις 24 Ιουλίου, ότι ξεπέρασε τα 10 εκατομμύρια πωληθέντα προγράμματα eSIM παγκοσμίως. Η εταιρεία, που ιδρύθηκε το 2018, στοχεύει σε επιχειρήσεις που επιθυμούν να «βελτιστοποιήσουν τη διαχείριση των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας για τις διεθνείς ομάδες τους».
Το μαύρο σενάριο
Λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση του τουρισμού παγκοσμίως, αυτό το τμήμα της αγοράς εξάπτει την όρεξη παικτών που μέχρι πρότινος ήταν πολύ μακριά από τον κόσμο των τηλεπικοινωνιών, υπογραμμίζει η Le Monde. Από τις 25 Μαρτίου 2024, η βρετανική online τράπεζα Revolut προσφέρει στους ταξιδιώτες τη δυνατότητα αγοράς προγραμμάτων eSIM. Γνωστή για την υπηρεσία εικονικού ιδιωτικού δικτύου (VPN), η οποία επιτρέπει τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας της διαδικτυακής δραστηριότητας, η NordVPN μπήκε επίσης σε αυτόν τον τομέα τον Φεβρουάριο του 2024. Η αγορά των ταξιδιωτικών eSIM βρίσκεται σε πλήρη άνθηση: αναμένεται να αυξηθεί από 1,3 σε 4,4 δισεκατομμύρια δολάρια μεταξύ 2025 και 2030, σύμφωνα με τη μελέτη της CCS Insight.
Για να προστατεύσουν τα έσοδά τους, οι πάροχοι κινητής τηλεφωνίας ανάβουν «αντι-πυρά». Στη Γαλλία, η Bouygues Telecom λάνσαρε, τον Μάιο, μια υπηρεσία με την ονομασία International-SIM, με μια γκάμα προπληρωμένων προγραμμάτων eSIM σε περισσότερες από 200 χώρες. Στόχος της: να εμποδίσει τους «ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο», όπως διευκρινίζει σε δελτίο τύπου που εξέδωσε στις 13 Μαΐου, να φύγουν στον ανταγωνισμό.
Όμως, με την άνοδο της eSIM, μια μεγαλύτερη απειλή πλανάται πάνω από τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών. Χάρη σε αυτή την τεχνολογία, οι κατασκευαστές smartphone και οι γίγαντες του Διαδικτύου θα μπορούσαν, μια μέρα, να προσπαθήσουν να επιβληθούν ως ο βασικός διαμεσολαβητής για τον τελικό πελάτη. «Η Apple ή η Google θα μπορούσαν να επιτρέψουν στους πελάτες τους να επιλέγουν το πρόγραμμα κινητής τηλεφωνίας τους απευθείας από τη συσκευή τους», φοβάται ένα στέλεχος γαλλικού παρόχου, υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Αυτό θα μείωνε τις δυνατότητες των παρόχων να αλληλεπιδρούν με τους συνδρομητές τους και να τους πωλούν νέα προϊόντα και υπηρεσίες», σημειώνει ο Kester Mann, αναλυτής της CCS Insight.
Οι κατασκευαστές smartphone θα μπορούσαν ακόμη και να «κάνουν συμφωνία με έναν μοναδικό πάροχο για να προωθούν τα προγράμματά του, αν και οι αρχές θα είχαν τον λόγο τους δεδομένων των σχετικών κινδύνων για τον ανταγωνισμό», συνεχίζει το στέλεχος του γαλλικού παρόχου. Αυτή η κατάσταση θα προκαλούσε αναμφίβολα την έντονη αντίδραση «των λιγότερο ευνοημένων παρόχων», προσθέτει ο Kester Mann, υπενθυμίζοντας ότι η Apple και η Google χρειάζονται σήμερα τα καταστήματα των παρόχων για να πωλούν τα smartphone τους. «Έχουμε συζητήσεις με τους κατασκευαστές, ώστε να μην μπούμε σε τέτοιου είδους πόλεμο», διευκρινίζει ο Bona Ung, διευθυντής μάρκετινγκ κινητής τηλεφωνίας για ιδιώτες της Orange France. «Φροντίζουμε να μην πατούν στα δικά μας χωράφια».
Οι κατασκευαστές και οι γίγαντες του Διαδικτύου θα μπορούσαν να πάνε ακόμα παραπέρα, και να πωλούν τα δικά τους προγράμματα eSIM. «Θα μπορούσαν να αγοράζουν χωρητικότητα χονδρικής από τους παρόχους και να δημιουργήσουν ένα οικοσύστημα ψηφιακών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, κάνοντας έτσι μια σημαντική είσοδο στην αγορά των τηλεπικοινωνιών», υποστηρίζει η Strategy&, που ανήκει στην εταιρεία συμβούλων PwC, σε μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2024.
Αυτό το μαύρο σενάριο, όπου οι πάροχοι τηλεφωνίας θα μετατρέπονταν σε απλούς παρόχους δικτύου, απασχολεί τον κλάδο. Πολλοί φοβούνται μια ανατροπή παρόμοια με την είσοδο του WhatsApp και των υπηρεσιών άμεσων μηνυμάτων στις αρχές της δεκαετίας του 2010. «Αυτές οι εφαρμογές», υπενθυμίζει η Strategy&, «εξαφάνισαν τις υπηρεσίες SMS σε όλο τον κόσμο και προκάλεσαν απώλειες εσόδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στους παρόχους». Η eSIM κινδυνεύει, υπό αυτό το πρίσμα, να οξύνει περαιτέρω τις εντάσεις μεταξύ των γιγάντων του Διαδικτύου και εκείνων των τηλεπικοινωνιών.