Μια startup με ελληνικό DNA, που γεννήθηκε από δύο πρώην ερευνητές της DeepMind, συγκαταλέγεται πλέον στις πιο «καυτές» εταιρείες της τεχνητής νοημοσύνης παγκοσμίως. Η Reflection AI, που ιδρύθηκε μόλις το 2024 από τον Ιωάννη Αντώνογλου και τον Misha Laskin, ανακοίνωσε νέο γύρο χρηματοδότησης-ρεκόρ 2 δισ. δολαρίων με επικεφαλής τη Nvidia, ανεβάζοντας την αποτίμησή της στα 8 δισ. δολάρια, βαδίζοντας στα χνάρια των OpenAI και Anthropic.
Στον νέο γύρο συμμετείχαν σημαντικά ονόματα της τεχνολογικής και επενδυτικής σκηνής, όπως ο πρώην CEO της Google Eric Schmidt, η Citi, καθώς και το 1789 Capital, το private equity fund που υποστηρίζεται από τον Donald Trump Jr. Οι Sequoia και Lightspeed Venture Partners, που είχαν στηρίξει τη Reflection AI από τα πρώτα της βήματα, επανήλθαν δυναμικά και σε αυτό τον γύρο χρηματοδότησης.
Από το ΑΠΘ στην καρδιά της Silicon Valley
Η πορεία του Ιωάννη Αντώνογλου, γέννημα-θρέμμα Θεσσαλονίκης αποτελεί πραγματικό success story. Απόφοιτος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, συνέχισε στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και στη συνέχεια εντάχθηκε στη DeepMind του Λονδίνου – την εταιρεία που έγραψε ιστορία με τα προγράμματα AlphaGo και AlphaZero.
Εκεί, ο Αντώνογλου συμμετείχε σε πρωτοποριακές ερευνητικές ομάδες που ανέπτυξαν τις πρώτες μορφές «ενισχυτικής μάθησης» (reinforcement learning). Όταν η DeepMind πέρασε υπό τον έλεγχο της Google, ανέλαβε την ηγεσία ομάδας του project Gemini, που εργαζόταν πάνω στην τεχνολογία RLHF (Reinforcement Learning from Human Feedback) – το θεμέλιο των σύγχρονων γλωσσικών μοντέλων, όπως το ChatGPT.
Το 2024, μαζί με τον επίσης πρώην ερευνητή της DeepMind Misha Laskin, ίδρυσαν τη Reflection AI, με στόχο να δημιουργήσουν την επόμενη γενιά «υπερ-ευφυών» συστημάτων.
Η «υπερ-νοημοσύνη» που γράφει κώδικα
Η Reflection AI έχει ως αποστολή να επιταχύνει την αυτοματοποίηση της δημιουργίας λογισμικού. Ο βασικός της «πρωταγωνιστής» είναι το Asimov, ένα σύστημα AI agent, που μπορεί να αναλύει δεδομένα επιχειρήσεων και να παράγει αυτόνομα λειτουργικό κώδικα – χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση.
Η τεχνολογία αυτή εντάσσεται στο επόμενο στάδιο της Τεχνητής Νοημοσύνης, την «superintelligence», δηλαδή την ικανότητα των αλγορίθμων να συνδυάζουν κατανόηση, προγραμματισμό και απόφαση. Όπως εξηγούν οι ιδρυτές, «στόχος μας δεν είναι η απλή αυτοματοποίηση, αλλά η οικοδόμηση συστημάτων που μπορούν να μαθαίνουν, να ερμηνεύουν και να δημιουργούν λύσεις από άκρο σε άκρο».
Σύμφωνα με το Reuters, ο νέος γύρος χρηματοδότησης σηματοδοτεί τεράστια άνοδο από τον προηγούμενο, όταν η Reflection AI είχε αντλήσει 130 εκατ. δολάρια με αποτίμηση 545 εκατ. δολαρίων. Η αύξηση της αξίας της σχεδόν δεκαπλασιάστηκε μέσα σε λιγότερο από ένα έτος, καθιστώντας την μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες εταιρείες του πλανήτη.
Η έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης
Το ενδιαφέρον των επενδυτών για τον χώρο της AI παραμένει αμείωτο. Μόνο το τρίτο τρίμηνο του 2025, η παγκόσμια χρηματοδότηση venture capital στον κλάδο αυξήθηκε κατά 38% σε ετήσια βάση, φθάνοντας τα 97 δισ. δολάρια – εκ των οποίων σχεδόν τα μισά κατευθύνθηκαν σε εταιρείες AI.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Reflection AI βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ανταγωνισμού, πλάι σε κολοσσούς, όπως η OpenAI και η κινεζική DeepSeek. Η διαφορά της έγκειται στην εξειδίκευσή της στην αυτοματοποιημένη ανάπτυξη λογισμικού, μια αγορά που εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 100 δισ. δολάρια έως το 2030.
Η ελληνική υπογραφή στο μέλλον της AI
Η επιτυχία της Reflection AI δεν είναι μόνο επιχειρηματικό επίτευγμα, αλλά και μια ιστορία ελληνικής παρουσίας στην τεχνολογική πρωτοπορία. Ο Ιωάννης Αντώνογλου εκπροσωπεί μια νέα γενιά Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς, που γεφυρώνουν τη γνώση και την καινοτομία μεταξύ Ελλάδας και Silicon Valley.
Όπως δήλωσε πρόσφατα σε συνέντευξή του: «Η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απλώς ένα εργαλείο. Είναι μια νέα μορφή συνεργασίας ανθρώπου και μηχανής. Και αυτή η συνεργασία μπορεί να ξεκινήσει από οπουδήποτε – ακόμη κι από τη Θεσσαλονίκη».