Στα φουρτουνιασμένα νερά του διεθνούς εμπορίου, η ευρωπαϊκή λιμενική βιομηχανία βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν πολύ κρίσιμο παράγοντα, που αποδυναμώνει τη θέση της έναντι των λοιπών λιμανιών που βρίσκονται εκτός Ε.Ε., αλλά κοντά στα χωρικά ύδατα της Ευρώπης, και αυτός δεν είναι άλλος από τον «πράσινο φόρο», τα «πράσινα» δικαιώματα ρύπων, που έχουν επιβληθεί με την ένταξη της Ναυτιλίας στο Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών Ρύπων, το EU ETS.
Στην πολύ σημαντική αυτήν εξέλιξη, που προβληματίζει ακόμη εντονότερα τα λιμάνια της Νότιας Ευρώπης, άρα και τα ελληνικά, που θέλουν να αναπτυχθούν περαιτέρω πάνω στους θαλάσσιους δρόμους των διεθνών μεταφορών, στάθηκε η κ. Isabelle Ryckbost, η ισχυρή κυρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Λιμένων ESPO, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο powergame.gr, με την ευκαιρία πραγματοποίησης στη Θεσσαλονίκη του 21ου συνεδρίου του φορέα εκπροσώπησης των ευρωπαϊκών λιμανιών.
Η νομικός Isabelle Ryckbost, γενική γραμματέας της ESPO από το 2013, γνωρίζει όσο λίγοι τα θέματα της Διεθνούς Ναυτιλίας και της Λιμενικής Βιομηχανίας λόγω της μακράς της πορείας σε όργανα και φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τις μεταφορές και τη λειτουργία των λιμένων. Πριν αναλάβει γ.γ. της ESPO, η κ. Ryckbost ήταν διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Λιμένων (EFIP για inland ports) και senior advisor της ESPO, ενώ προηγουμένως είχε εργαστεί στην Ε.Ε. για σχεδόν 20 χρόνια, με κύρια αντικείμενα τους λιμένες και τις μεταφορές.

Η Isabelle Ryckbost © powergame.gr
Ακριβά τα ευρωπαϊκά λιμάνια
«H επιβολή του ΕΤS στη Ναυτιλία καταλήγει να κάνει τα ευρωπαϊκά λιμάνια πιο ακριβά για τις ναυτιλιακές εταιρείες, οι οποίες ήδη αναζητούν τρόπους αποφυγής ή έστω μείωσης, μέσω της πρακτικής της μεταφόρτωσης (transshipment) των σημαντικών χρεώσεων από την αγορά δικαιωμάτων εμπορίας ρύπων. Και, όπως συνηθίζω να λέω, τα πλοία μπορούν να αλλάξουν ρότα, όμως τα λιμάνια δεν μπορούν να αλλάξουν θέση. Η Ναυτιλία συμπεριλήφθηκε στο σύστημα ETS, το 2024 και τα αποτελέσματα της πλήρους προσαρμογής, με την υποχρεωτική αγορά δικαιωμάτων στο 100% των ρύπων που εκπέμπουν τα πλοία, θα τα δούμε το 2026.
«Ωστόσο, ήδη μπορούμε να προβλέψουμε τις επιπτώσεις του ΕΤS, καθώς μεγάλες ναυτιλιακές επεκτείνουν τη χωρητικότητά τους σε terminals, σε λιμάνια της Αιγύπτου, του Μαρόκου, της Ιορδανίας. Επενδύουν για αύξηση της χωρητικότητας των υποδομών στα λιμάνια αυτά, κάτι που συνεπάγεται αλλαγές στα δρομολόγια των πλοίων, αλλαγές στο διεθνές εμπόριο», επισήμανε η γ.γ. της ESPO.
Σε μία χρονική περίοδο που η παγκόσμια κοινότητα προσπαθεί να προβλέψει τις αλλαγές που θα επιφέρει στο διεθνές εμπόριο η δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, όπως και η γεωπολιτική αστάθεια, που αντί να περιορίζεται, εντείνεται, λόγω της εκδήλωσης νέων εστιών συγκρούσεων, το θέμα του ETS δεν αποτελεί πρώτο θέμα συζήτησης, αλλά ίσως και να είναι το πλέον σημαντικό για τα λιμάνια της Ευρώπης.
Περιβάλλον και οικονομικός ρεαλισμός
«Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που στοχεύει στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, βεβαίως και είναι ορθή, απ’ όποια πλευρά και αν εξετασθεί. Ωστόσο, στο διεθνές πεδίο, η Ευρώπη, αν και αναμφίβολα είναι μία μεγάλη αγορά, μία υπολογίσιμη οικονομική δύναμη, δεν βρίσκεται μόνη της. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία, ακόμη και αν υπηρετεί τις πλέον ηθικές επιδιώξεις για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, δεν εφαρμόζεται σε άλλα μέρη του κόσμου.
«Το ΕΤS έχει μεν ως στόχο να κάνει τη ναυτιλία πιο πράσινη, αλλά οι εταιρείες του κλάδου δεν έχουν να διαλέξουν μεταξύ δύο επιλογών, δηλαδή είτε να γίνουν πιο πράσινες (σ.σ. τα πλοία), είτε να πληρώσουν. Έχουν και μία τρίτη επιλογή, να αποφύγουν τις χρεώσεις που προβλέπονται από το ΕU ETS ή να τις περιορίσουν, μειώνοντας τις αποστάσεις προς ευρωπαϊκά λιμάνια, μέσω transshipment από λιμάνια εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό λοιπόν βλέπουμε ότι θα συμβεί, επειδή τα λιμάνια της Ευρώπης καταλήγουν να είναι πιο ακριβά για τις ναυτιλιακές εταιρείες», επισήμανε η κ. Ryckbost.
Τα δύο μεγάλα ελληνικά λιμάνια, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, είχαν πολύ καλές επιδόσεις το 2024, τις οποίες και επιδοκίμασε η γ.γ. της ESPO, εντούτοις, όπως είπε, την Ένωση απασχολούν και άλλοι παράγοντες, που επηρεάζουν τη λειτουργία και ανάπτυξη των ευρωπαϊκών λιμανιών.
«Τα λιμάνια δεν είναι απλώς χώροι υποδοχής και διακίνησης, μέσω αυτών, εμπορευμάτων. Τα λιμάνια βρίσκονται κοντά σε βιομηχανικές περιοχές, οπότε ό,τι επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργία της βιομηχανίας, όπως η αύξηση του ενεργειακού κόστους, επιδρά αναπόφευκτα στη διακίνηση φορτίων και στη λειτουργία των λιμανιών».
Επενδύσεις με το βλέμμα στο μέλλον
«Πέραν αυτού, τα λιμάνια είναι ευαίσθητα στις γεωπολιτικές εντάσεις, στις συρράξεις. Είναι δύσκολο σε συνθήκες αστάθειας να αποφασιστούν επενδύσεις σε λιμάνια, ακόμη και αν αυτές χρειάζονται, καθώς πρόκειται για βαριές υποδομές που απαιτούν χρόνο για να υλοποιηθούν και ακόμη μεγαλύτερο για να αποδώσουν οφέλη. Ωστόσο, αυτές οι υποδομές πρέπει να υπάρχουν, να έχουμε χωρητικότητες που θα μας επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε μελλοντικές προκλήσεις. Τέτοιες ανάγκες γεννήθηκαν με το κλείσιμο των λιμανιών της Ουκρανίας, με την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα λόγω των επιθέσεων σε πλοία», υπογράμμισε η κ. Ryckbost.
Στα παραπάνω προστίθενται και μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ευρωπαϊκά λιμάνια, οι οποίες προκύπτουν από την ανάγκη για ψηφιοποίηση των λειτουργιών τους, τη μετάβαση της Ναυτιλίας σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας και από φλέγοντα ζητήματα ασφαλείας.
«Η ESPO προσπαθεί να πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις εθνικές κυβερνήσεις ότι χρειαζόμαστε επενδύσεις στα λιμάνια, όπως και υποστήριξη των ιδιωτών που θέλουν να επενδύσουν σε αυτά, αλλά και στην ενδοχώρα των λιμανιών».
«Επίσης, καταβάλλουμε προσπάθεια ώστε μέσω του ΙΜΟ, του Διεθνούς Οργανισμού Ναυσιπλοΐας, να βρεθεί μία λύση για τις χρεώσεις που αφορούν δικαιώματα εμπορίας ρύπων, προκειμένου έστω σε έναν σημαντικό βαθμό να μειωθούν οι διαφορές που υπάρχουν σήμερα μεταξύ του Ευρωπαϊκού ΕΤS και των όσων επικρατούν στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν μπορούμε να αγνοούμε την οικονομική πραγματικότητα, όπως δεν μπορούμε να αγνοούμε και την περιβαλλοντική προστασία», κατέληξε η ισχυρή κυρία του ESPO.