«Η Ελλάδα έχει χαράξει μια εξαιρετική πορεία την τελευταία δεκαετία», επισημαίνει ο Κόλιν Έλις, παγκόσμιος στρατηγικός αναλυτής πιστώσεων στον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s. «Η διαφορά είναι τεράστια από το 2015, όταν η χώρα βρίσκονταν στα χαμηλότερα επίπεδα της πιστοληπτικής αξιολόγησης (Caa3) και οι συζητήσεις περιστρέφονταν γύρω από ένα προσωρινό Grexit».
«Έκτοτε, ωστόσο, η πορεία της Ελλάδας ήταν, πραγματικά, εντυπωσιακή αν και βαθύτατα επώδυνη», συμπληρώνει ο κ. Έλις στο πλαίσιο του τριήμερου συνεδρίου που ολοκληρώθηκε την περασμένη Πέμπτη. Λήφθηκαν δύσκολες και οδυνηρές αποφάσεις αλλά οι μεταρρυθμίσεις που δρομολογήθηκαν μέσα σε αυτό το διάστημα αποτελούν ένα από τα ισχυρά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, τονίζει ο ίδιος.
«Αποδεικνύει πόσο σημαντικό είναι για μια χώρα να είναι προβλέψιμη, με κλίμα σταθερότητας και κυβερνήσεις που να αποπερατώνουν τα σχέδια τους με συνέπεια». «Κανένας επενδυτής, καμία αγορά δεν θέλει την αβεβαιότητα». Ο κ. Έλις με την ομάδα του στην Moody’s αναλύουν και μελετούν επιχειρηματικές και τραπεζικές οντότητες σε κάθε γωνιά του κόσμου, αλλά ο ίδιος υπογραμμίζει πως οι κυβερνήσεις παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Λειτουργούν ως σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση των επιχειρήσεων καθώς έχουν τη δύναμη για περνούν νόμους, να ορίζουν πολιτικές, όπως είναι η φορολογία, και να διαμορφώνουν το οικονομικό κλίμα σε μια χώρα.
Ποια είναι τα επόμενα βήματα που πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να είναι βιώσιμη η ανάπτυξή της; «Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι μια δυναμική διαδικασία, μια διαρκής προσπάθεια. Υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης του συστήματος απονομής δικαιοσύνης για να είναι ταχύτερο, αποτελεσματικότερο και πιο προβλέψιμο ώστε να μην μπλοκάρουν οι εταιρικές συμβάσεις», υπογραμμίζει ο κ. Έλις. Υπάρχει μεγαλύτερη βεβαιότητα, ωστόσο, ότι η Ελλάδα μπορεί να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό έργο της.
Ο ίδιος τονίζει πως η δημοσιονομική ευελιξία παραμένει περιορισμένη λόγω της υποχρέωσης της χώρας να έχει πρωτογενή πλεονάσματα. Αν και αυτός ο όρος απέναντι τους πιστωτές της, οι οποίοι είναι οι Ευρωπαίοι εταίροι της, της προσδίδει μια σταθερότητα, περιορίζει τις επιλογές της. «Είναι ένα ζήτημα που παρακολουθούμε στενά», καθώς η Ελλάδα θα πρέπει πια να απεξαρτηθεί από τους Ευρωπαίους εταίρους και να έχει τη δυνατότητα να αντλεί κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές, όπως κάνουν άλλες χώρες.

O Κόλιν Έλις, παγκόσμιος στρατηγικός αναλυτής πιστώσεων στον οίκο Moody’s ,ε την δημοσιογράφο Ζωρζέτ Ζολώτα © Powergame.gr
ΗΠΑ και Ιταλία: μια παράδοξη σύγκριση που αποτελεί σημείο των καιρών
Πώς σχολιάζει το γεγονός ότι το 10ετές κόστος δανεισμού των ΗΠΑ (4,27%) είναι αρκετά υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ιταλίας (3,46%), ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης που επανειλημμένα έχει δεχτεί συστάσεις για τη μείωση του δημόσιου χρέους της; Ο κ. Έλις ναι μεν τονίζει πως ιστορικά οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ ξεπερνούσαν τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές λόγω της μεγαλύτερης αναπτυξιακής δυναμικής στην αμερικανική οικονομία. Ωστόσο, τα «σημερινά επίπεδα δεν αντικατοπτρίζουν απλά τα υψηλότερα επιτόκια από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, αλλά και κάποια νευρικότητα μεταξύ των επενδυτών για τη δημοσιονομική πορεία των ΗΠΑ» , δηλώνει ο κ. Έλις.
Οι περικοπές στη φορολογία που περιλαμβάνει το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ» ελήφθησαν υπόψη ως πιθανότητα στην απόφαση της Moody’s να αφαιρέσει το τριπλό άλφα από τη βαθμολογία των ΗΠΑ τον περασμένο Μάιο, «αφού ο Τραμπ είχε προαναγγείλει πως σκόπευε να το κάνει». Εντούτοις, η Moody’s είχε προειδοποιήσει τις ΗΠΑ για αύξηση του δημόσιου χρέους από τα τέλη του 2023, δηλαδή μια διετία πριν ξεκινήσει η 2η θητεία του Τραμπ. Κάποια στιγμή, όμως, θα ενταθούν οι πιέσεις και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του διογκούμενου δημοσιονομικού ελλείμματος στις ΗΠΑ. Με αυτά τα δεδομένα, ο κ. Έλις αμφιβάλει εάν η μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική θα παραμείνει στο 3%, εκτιμώντας πως θα κινείται σε βραδύτερους ρυθμούς.
Η Ευρώπη ως αντίπαλο δέος των ΗΠΑ για τους επενδυτές
Η άνοδος των ευρωπαϊκών αγορών μήπως επιβεβαιώνει ότι οι διεθνείς επενδυτές εκτιμούν την πολιτική σταθερότητα των κρατών-μελών της Ε.Ε σε σχέση τους δασμούς και τις περικοπές φόρων του Τραμπ; Και πόσο εκτεθειμένη είναι η βαθμολογία των κρατών-μελών της Ε.Ε από την αύξηση των αμυντικών δαπανών τους; «Είναι πολύ σημαντικό για κάποιον στη θέση μου να διαχωρίζει τους παράγοντες που επηρεάζουν τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, δηλαδή αν είναι διαρθρωτικοί ή κυκλικοί ή ιδιοσυγκρασιακοί», εξηγεί ο ίδιος. «Πράγματι, οι επενδυτές επανεξετάζουν τις επενδυτικές επιλογές τους καθώς η πολιτική στις ΗΠΑ είναι πιο αβέβαιη. Δεν ήταν έκπληξη για εμάς».
Σ’ ότι αφορά την αύξηση των αμυντικών δαπανών στην Ε.Ε, «θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι κάθε χώρα-μέλος έχει τη δική της δημοσιονομική εμβέλεια». Ο κ. Έλις επισημαίνει πως για την Πολωνία, τη Σουηδία, τη Γερμανία και τις χώρες της Βαλτικής υπάρχουν περιθώρια για αύξηση των αμυντικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ αλλά όχι για τη Γαλλία και τη Βρετανία που ήδη αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές προκλήσεις. «Θα πρέπει να ληφθούν ορισμένες δύσκολες αποφάσεις για το πώς θα καλυφθούν αυτές οι δαπάνες ή αν υπάρχει κοινή συναίνεση για μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες».
Ο κ. Έλις αναμένει παράταση της προθεσμίας της 9ης Ιουλίου που έθεσε ο Τραμπ για την επίτευξη εμπορικών συμφωνιών με τις χώρες που συμπεριέλαβε στη μακρά λίστα των αμοιβαίων δασμών. Στην κυβέρνηση των ΗΠΑ επικρατεί η πεποίθηση πως αυτή η ασάφεια για τις επόμενες κινήσεις της προσφέρει ευελιξία αλλά «δεν μπορώ να σκεφτώ ούτε μια εταιρεία που να μου έχει δηλώσει πως επιθυμεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα». Μια από τις ιδανικές αγορές είναι η Σουηδία. Το οικονομικό περιβάλλον διακρίνεται από «σαφήνεια και σταθερότητα», ανεξάρτητα από το κυβερνών κόμμα, και έτσι οι εταιρείες μπορούν να χαράξουν μακροπρόθεσμα σχέδια, καταλήγει ο κ. Έλις.