Το νέο σχέδιο της Αμερικής για πόλεμο με την Κίνα

Προετοιμασία για μια αναμέτρηση στη ζούγκλα

Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ © facebook.com/the182AW

Θα μπορούσε να είναι μια γιγαντιαία αρχαιολογική ανασκαφή. Μπουλντόζες ρημάζουν τη ζούγκλα αναβιώνοντας την ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και το σκοτεινό φινάλε του: τον βομβαρδισμό με ατομική βόμβα της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι πριν από 80 χρόνια αυτό το μήνα. Οι εργασίες στη νήσο Τίνιαν, μια κουκίδα στον Ειρηνικό Ωκεανό, έχουν αποκαλύψει τους τέσσερις διαδρόμους προσγείωσης και απογείωσης του North Field. Ένα γυάλινο προστατευτικό καλύπτει τους τσιμεντένιους λάκκους όπου το Little Boy και ο Fat Man, οι πρώτες και μοναδικές ατομικές βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν στον πόλεμο, φορτώθηκαν στα αμερικανικά B-29. Για ένα διάστημα η Τίνιαν ήταν η μεγαλύτερη αεροπορική βάση στον κόσμο, αλλά σύντομα εγκαταλείφθηκε.

Έχοντας πλέον την Κίνα ως νέο της αντίπαλο, η Αμερική επανεκκινεί παλιές πολεμικές εγκαταστάσεις σε όλο τον Ειρηνικό. Η Τινιάν επέτρεπε κάποτε στα βομβαρδιστικά της να συντρίψουν ιαπωνικές πόλεις. Σήμερα, η Κίνα έχει οπλικά το πάνω χέρι: έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο απόθεμα πυραύλων που μπορούν να εξουδετερώσουν τις αμερικανικές βάσεις στην περιοχή. Οποιοσδήποτε πόλεμος μεταξύ των υπερδυνάμεων θα έχει κατακλυσμιαίες διαστάσεις. Και οι δύο διαθέτουν πλέον πυρηνικά όπλα.

Όπως και στον ψυχρό πόλεμο, οι πυρηνικές ανησυχίες συμβαδίζουν με τις προετοιμασίες για συμβατικές συγκρούσεις. Η πολεμική αεροπορία επεκτείνει το μικρό εμπορικό αεροδρόμιο της Τίνιαν ως εφεδρικό σημείο προσγείωσης. Την ημέρα που ο υπογράφων το άρθρο επισκέφθηκε το σημείο, δύο αεροσκάφη F-22 – τα πιο ικανά μαχητικά της Αμερικής – απογειώθηκαν με εκκωφαντικό θόρυβο. Τα πληρώματα συνωστίζονταν σε σκηνές καθώς τα μεταγωγικά C-130 έφερναν εξοπλισμό.

Τα μαχητικά είχαν αναπτυχθεί από την Αλάσκα για την άσκηση REFORPAC που ολοκληρώθηκε πρόσφατα – μέρος του μεγαλύτερου πολεμικού παιχνιδιού της πολεμικής αεροπορίας στον Ειρηνικό μετά τον ψυχρό πόλεμο – στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 400 αεροσκάφη και 50 τοποθεσίες που απείχαν μεταξύ τους χιλιάδες μίλια. Η άσκηση κατέδειξε την ικανότητα της Αμερικής να μεταφέρει γρήγορα δυνάμεις από την αμερικανική ενδοχώρα. Ήταν επίσης μια δοκιμή της «Ευέλικτης Μαχητικής Ανάπτυξης» (Agile Combat Employment – ACE), ένα δόγμα κρυφτού, σύμφωνα με το οποίο τα αμερικανικά αεροσκάφη διασκορπίζονται σε μικρές βάσεις για να επιβιώσουν από τις επιθέσεις της Κίνας, επανενώνονται στον αέρα για να αντεπιτεθούν και στη συνέχεια διασκορπίζονται και πάλι – σαν σχηματισμός πουλιών στον αέρα.

Λόγω της αυξημένης εμβέλειας της Κίνας, η πολεμική αεροπορία δεν μπορεί πλέον να συγκεντρώνει τα αεροπλάνα της σε μεγάλες βάσεις κοντά στα σημεία σύρραξης, όπως έκανε τις τελευταίες δεκαετίες. Πρέπει να σχεδιάσει πώς θα επιβιώσει και θα πολεμήσει σε όλη τη βαθιά “ζώνη θανάτου” της Κίνας, αντλώντας διδάγματα από τις μετακινήσεις από νησί σε νησί στον πόλεμο του Ειρηνικού και από τις πιο πρόσφατες συγκρούσεις. Η Ουκρανία έχει δείξει πώς, ακόμα και κάτω από ανελέητη επίθεση, τα αεροπλάνα της μπορούν να συνεχίσουν να πολεμούν κρυπτόμενα και μετακινούμενα. Η Αμερική σκοπεύει να κάνει το ίδιο σε μεγάλη κλίμακα. «Σε μια σύγκρουση μεταξύ ομότιμων οι αεροπόροι μας θα βρίσκονται υπό συνεχή απειλή», εξηγεί ο στρατηγός David Allvin, ο αρχηγός της Πολεμικής Αεροπορίας. «Πρέπει να είμαστε θανατηφόροι και ευέλικτοι, να αθροιζόμαστε ώστε να είμαστε αποτελεσματικοί και να διαχωριζόμαστε για να επιβιώσουμε».

Ακόμα κι έτσι, υπάρχουν τρομερές δυσκολίες, όπως η απεραντοσύνη του Ειρηνικού, η πυκνότητα της δύναμης πυρός της Κίνας, η ανεπάρκεια χρησιμοποιήσιμων αεροδρομίων, η έλλειψη βομβαρδιστικών υπόστεγων, η ευπάθεια των αεροπλάνων ανεφοδιασμού, η πολυπλοκότητα της διοικητικής μέριμνας και η διακοπή των δικτύων δεδομένων.

Η Κίνα θα πολεμήσει κυρίως στην πίσω αυλή της, εντός της «πρώτης νησιωτικής αλυσίδας» που εκτείνεται από την Ιαπωνία έως τη Μαλαισία – με την Ταϊβάν, περίπου 100 μίλια μακριά, στην καρδιά της (βλ. χάρτη). Οι περισσότερες αμερικανικές δυνάμεις θα εισέρχονται από την άλλη πλευρά του απέραντου ωκεανού, χιλιάδες μίλια μακριά. Πολλοί από τους βαλλιστικούς πυραύλους της Κίνας έχουν μεγαλύτερο βεληνεκές από τη συνήθη ακτίνα μάχης των αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών (συνήθως 500-600 ναυτικά μίλια ή ν.μ.).

Οι υπολογισμοί του Timothy Walton του Ινστιτούτου Hudson, ενός αμερικανικού κέντρου μελετών, για το The Economist απεικονίζουν την πρόκληση. Το μοντέλο του υποδεικνύει ότι η Κίνα θα μπορούσε να ρίχνει περίπου 2.000 βόμβες ή πυραύλους την ημέρα σε στόχους που βρίσκονται σε ακτίνα 500 ν.μ., συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων στην Kadena, μια μεγάλη αμερικανική αεροπορική βάση στην Οκινάουα. Ταυτόχρονα θα μπορούσε να ρίχνει περίπου 450 πυρομαχικά την ημέρα πάνω από τη δεύτερη νησιωτική αλυσίδα, συμπεριλαμβανομένου του Γκουάμ και του ζωτικού συγκροτήματος βάσεων του, σε απόσταση 1.600 ν.μ., 60 περίπου πάνω από σημαντικές μετόπισθεν βάσεις στην Αλάσκα και ίσως να πετυχαίνει έναν σημαντικό στόχο την ημέρα πάνω από μακρινά μέρη όπως η Χαβάη, η έδρα της αμερικανικής Διοίκησης Ινδο-Ειρηνικού (INDOPACOM), σε βάθος 3.600 ν.μ.. Οι πύραυλοι μπορούν να χτυπήσουν γρήγορα και με ακρίβεια, αν και στην πραγματικότητα τα περισσότερα χτυπήματα θα πραγματοποιούνταν από αεροσκάφη. (Αυτά τα θεωρητικά στοιχεία προϋποθέτουν ότι δεν καταρρίπτονται αεροπλάνα ή πύραυλοι και ότι οι κινεζικές εγκαταστάσεις δεν δέχονται επίθεση).

Βόλτα στην επικίνδυνη ζώνη

Υπάρχουν σχετικά ελάχιστα καλά σημεία προσγείωσης ανατολικά της πρώτης νησιωτικής αλυσίδας πριν φτάσει κάποιος στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Ο κ. Walton μετρά μόλις 21 σε αμερικανικά και συμμαχικά εδάφη με διαδρόμους προσγείωσης, ιμάντες και προμήθειες καυσίμων για να δεχτούν δεξαμενόπλοια, βομβαρδιστικά και μεγαλύτερα αεροσκάφη. Τα μικρότερα μαχητικά αεροσκάφη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν έως και 125 αεροδρόμια, αλλά τα περισσότερα βρίσκονται πιο μακριά από την Κίνα από τη συνήθη εμβέλειά τους, ακόμα και με ανεφοδιασμό αέρος-αέρος. Όλα αυτά προϋποθέτουν ότι οι χώρες υποδοχής θα παραχωρούσαν άδεια για «ABO» -πρόσβαση, βάση και υπερπτήση- προκαλώντας την οργή της Κίνας.

Τα αεροπλανοφόρα, τα οποία βοήθησαν να κερδηθεί ο πόλεμος στον Ειρηνικό και συμβολίζουν έκτοτε την αμερικανική ισχύ, είναι όλο και πιο ευάλωτα στους πυραύλους «δολοφόνους αεροπλανοφόρων» μεγάλου βεληνεκούς της Κίνας, όπως ο DF-26B με βεληνεκές άνω των 2.000 ν.μ. Σε αντίθεση με τα αεροπλανοφόρα, τα οποία μπορεί να βυθιστούν όταν χτυπηθούν, τα αεροδρόμια μπορούν να επισκευαστούν, συχνά μέσα σε λίγες ώρες.

Εξ’ ου και η σημασία της Τινιάν. Οι τέσσερις νέοι αεροδιάδρομοί της, μόλις ανακαινιστούν, θα παρέχουν πολύτιμες εναλλακτικές για τους δύο στην αεροπορική βάση Andersen του Γκουάμ και για άλλους δύο που έχουν ανακαινιστεί σε κοντινή απόσταση. Η πολεμική αεροπορία, η οποία λέει ότι χρειάζεται απλώς «θέσεις, όχι βάσεις» για να κάνει την ACE να λειτουργήσει, επικεντρώνεται στη διασπορά και στη βελτίωση των συστημάτων αεράμυνας για τις περιπτώσεις του Γκουάμ. Αλλά όσο περισσότερο απλώνεται, τόσο περισσότερα μέρη πρέπει να υπερασπιστεί.

Τα αμερικανικά κέντρα μελετών λένε ότι παραμελεί την παθητική άμυνα, όπως τα καταφύγια αεροσκαφών από σκυρόδεμα. Τα φορητά αναδυόμενα καταφύγια που μπορούν να σταματήσουν τα θραύσματα θα ήταν επίσης χρήσιμα, καθώς η Κίνα θα έπρεπε να εκτοξεύσει περισσότερους πυραύλους για να πλήξει όλα αυτά, συμπεριλαμβανομένων των άδειων, σε ένα παιχνίδι οβίδων με υψηλό ρίσκο. Οι στρατηγοί μιλούν για διασπορά των αεροσκαφών μέσα στα αεροδρόμια και για «εκκένωση της ισχύος», που σημαίνει ότι τα αεροπλάνα θα προλαβαίνουν να απογειωθούν πριν κάποιος πύραυλος χτυπήσει.

Και όμως, ακόμα και κατά τη διάρκεια της άσκησης ACE, εικοσιτέσσερα περίπου μαχητικά αεροσκάφη ήταν σταθμευμένα κοντά το ένα στο άλλο στο Γκουάμ – βολικό για τους πιλότους και τα πληρώματα εδάφους, αλλά εύκολος στόχος για τους πυραύλους. Παρόμοιες ανησυχίες ισχύουν για τις αποθήκες καυσίμων και για τα πληρώματα εδάφους. Δεν είναι επίσης σαφές σε ποιο βαθμό η πολεμική αεροπορία ανταποκρίνεται στις νεότερες απειλές, όπως για παράδειγμα τη χρήση από την Ουκρανία μη επανδρωμένων αεροσκαφών που εκτοξεύονται από φορτηγά για να καταστρέψουν ρωσικά βομβαρδιστικά χιλιάδες μίλια μακριά από το μέτωπο.

Σε έναν πόλεμο, η Αμερική θα έπληττε τα κινεζικά πλοία που διασχίζουν τα Στενά της Ταϊβάν και άλλους στόχους με βομβαρδιστικά μεγάλου βεληνεκούς, υποβρύχια και χερσαίες μονάδες που βρίσκονται σε νησιά. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε τεράστιες ποσότητες ανεφοδιασμού αέρος-αέρος. Ωστόσο, τα δεξαμενόπλοια και τα βομβαρδιστικά είναι πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία και, εκτός των B-2, είναι εύκολο να ανιχνευτούν στα ραντάρ. Επιπλέον, ο στόλος των αμερικανικών τάνκερ είναι, κατά μέσο όρο, ηλικίας άνω των 50 ετών. Ο κ. Walton λέει ότι η Κίνα βελτιστοποιεί τις πυραυλικές κεφαλές με στόχο τα μεγάλα αεροπλάνα όπως τα τάνκερ και τα ραντάρ αέρος. Τα περισσότερα μπορεί να χρειαστεί να κρατηθούν πολύ πίσω, αλλά όσο πιο μακριά πρέπει να μετακινούνται τα αεροπλάνα για τον πόλεμο, τόσο λιγότερο αποτελεσματικά είναι.

Η απόκρυψη και η μετακίνηση περιπλέκει τη στόχευση της Κίνας, αλλά και τη διοικητική μέριμνα της Αμερικής. Τα καύσιμα, τα πληρώματα και τα ανταλλακτικά πρέπει να μεταφερθούν στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Οι φάλαγγες εφοδιασμού θα αποτελούσαν καίριους στόχους. Οι υπεύθυνοι διοικητικής μέριμνας σκέφτονται πώς θα μεταφέρουν τον εξοπλισμό μέσω ασφαλέστερων διαδρομών, όπως η Αυστραλία. Η τρισδιάστατη εκτύπωση των ανταλλακτικών επί τόπου θα βοηθήσει, όπως και η τεχνητή νοημοσύνη. Το μάθημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σημειώνει ο στρατηγός Kevin Schneider, επικεφαλής των αεροπορικών δυνάμεων του Ειρηνικού, είναι ότι «ο εφοδιασμός και η συντήρηση είναι το απόλυτο κλειδί για την παραγωγή αεροπορικής ισχύος».

Ο συντονισμός ενός συνεχώς μεταβαλλόμενου στρατιωτικού καλειδοσκοπίου απαιτεί ισχυρά συστήματα διοίκησης και ελέγχου. Οι μαχητές θα επιδιώξουν να καταστρέψουν ο ένας τα συστήματα δεδομένων του άλλου, όχι μόνο με επιθέσεις σε δορυφόρους. Ακόμα κι έτσι, υποστηρίζουν οι ανώτατοι αξιωματικοί, οι ροές δεδομένων μπορεί να υποβαθμιστούν αλλά όχι να διακοπούν μόνιμα. Οι μονάδες θα έχουν «παράθυρα» συνδεσιμότητας. Πάνω απ’ όλα, θα βασίζονται στην «διαχείριση της αποστολής», την ικανότητα να ενεργούν χωρίς τις ρητές εντολές του εκάστοτε διοικητή. Αυτή η πρωτοβουλία, λένε οι στρατηγοί, δίνει στην Αμερική πλεονέκτημα έναντι των αυστηρά ελεγχόμενων κινεζικών δυνάμεων.

Είναι αυτό αρκετό για να φέρει τη νίκη; Η Κίνα μπορεί να μην χρειάζεται να νικήσει την Αμερική, παρά μόνο να την κρατήσει σε απόσταση για αρκετό χρονικό διάστημα ώστε να καταλάβει την Ταϊβάν. Τα πολεμικά παιχνίδια δείχνουν ότι, καθώς η Κίνα εξαντλεί τα πυρομαχικά μεγάλου βεληνεκούς, οι αμερικανικές δυνάμεις θα μπορούσαν να πλησιάσουν και να αναχαιτίσουν μια απόβαση, αν και με μεγάλο κόστος. Όμως και η Αμερική είναι πεπερασμένη και η μεγαλύτερη βιομηχανική παραγωγική ικανότητα της Κίνας μπορεί να της δώσει τα μέσα ώστε να παραμείνει στο παιγνίδι περισσότερο από την Αμερική.

Ο David Ochmanek του κέντρου μελετών RAND Corporation, εκτιμά ότι η Κίνα έχει αρκετή δύναμη πυρός για να υπερκεράσει τα αεροδρόμια στην πρώτη νησιωτική αλυσίδα για όσο διάστημα χρειαστεί, και μπορεί σύντομα να είναι σε θέση να το κάνει και για εκείνα της δεύτερης αλυσίδας. Υποστηρίζει ότι, από κοντά, η πολεμική αεροπορία πρέπει να στραφεί σε μη επανδρωμένα αεροσκάφη που δεν χρειάζονται διαδρόμους προσγείωσης. Αυτά θα είναι μεγαλύτερα από τα φορητά τετρακόπτερα που είναι πανταχού παρόντα στην Ουκρανία, ή ακόμα και από τα μη επανδρωμένα καμικάζι αεροσκάφη που σκέφτεται η INDOPACOM για να δημιουργήσει μια «κόλαση» για την Κίνα κοντά στην Ταϊβάν. Τα drones αερομαχίας με μεγαλύτερη εμβέλεια, αισθητήρες και ακόμα και όπλα θα μπορούσαν να εκτοξεύονται από ράγες, φορτηγά ή ρουκέτες, υποστηρίζει.

Η πολεμική αεροπορία απέχει πολύ από το να λειτουργεί χωρίς πιλότους, αν και φέτος θα αρχίσει να δοκιμάζει πρωτότυπα του Collaborative Combat Aircraft (CCA), ενός μη επανδρωμένου αεροσκάφους που προς το παρόν θα χρησιμοποιεί διαδρόμους και θα ελέγχεται από επανδρωμένα αεροσκάφη για να ενισχύσει τη δύναμη πυρός τους. Ωστόσο, ακόμα και αν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη μπορούν να γίνουν «ανεξάρτητα όσον αφορά τους διαδρόμους», θα εξακολουθούν να χρειάζονται πληρώματα εδάφους, καύσιμα και πυρομαχικά.

Παρ’ όλες τις αυτάρεσκες δηλώσεις της κυβέρνησης Trump για έναν αμυντικό προϋπολογισμό τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ο «Big Beautiful Bill» είναι κυρίως έπεα πτερόεντα. Το βασικό αίτημα του αμυντικού προϋπολογισμού της είναι σταθερό, δηλαδή περικοπές προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό.

Μετά την κατάληψη της Τίνιαν το 1944, οι κατασκευαστικές ομάδες άρχισαν να οικοδομούν το North Field. Τα B-29 το χρησιμοποίησαν μέσα σε έξι μήνες. Η σύγχρονη αποκατάσταση είναι πιο αργή. Δεκαοκτώ μήνες μετά την έναρξη των εργασιών, οι μηχανικοί εξακολουθούν να καθαρίζουν τη βλάστηση. Πότε θα μπορέσει το πρώτο F-22 να το χρησιμοποιήσει; Μέσα στον καπνό και τη βροχή, ο υπεύθυνος αξιωματικός ανασηκώνει τους ώμους του. Ο ηγέτης της Κίνας, Xi Jinping, επιθυμεί οι ένοπλες δυνάμεις του να είναι έτοιμες να εισβάλουν στην Ταϊβάν μέχρι το 2027. Η Αμερική, όμως, εξακολουθεί να προετοιμάζεται για πόλεμο με νοοτροπία ειρηνικής περιόδου.

© 2025 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com